Το «σκοτεινό» φαινόμενο του bullying

Από την αρχή μέχρι το τραγικό της τέλος, η υπόθεση του Βαγγέλη Γιακουμάκη «ακουμπά» παντού. Σε σχολεία που μένουν απλά παρατηρητές απέναντι στη βία, σε αμείλικτες μικρές κοινωνίες, στο ελλιπές νομικό οπλοστάσιο.

 

Απέναντι στην απόλυτη πράξη μιας αυτοκτονίας εγκληματολόγοι, ψυχολόγοι και νομικοί μιας χώρας που έχει το θλιβερό προνόμιο να είναι τέταρτη πανευρωπαϊκά σε περιστατικά εκφοβισμού, προσπαθούν να φωτίσουν μια ιστορία σκοτεινή.

 

Να λειτουργήσουν οι θεσμοί, κυρίως οι σχολικοί, απέναντι στο bullying ζητά ο δρ Εγκληματολογίας Παναγιώτης Παπαϊωάννου. «Να ενεργοποιηθεί η υποχρέωση των εκπαιδευτικών να καταγράφουν, να διαχειρίζονται και να εκριζώνουν τέτοια φαινόμενα».

 

Με την υπόθεση του Β. Γιακουμάκη πέφτουν οι μάσκες, θα πει ο ίδιος, «στη σιωπηρή πλειοψηφία που αφήνει ανυπεράσπιστους τους αδύναμους, στις οικογένειες που σκέφτονται την ντροπή και δεν προσφεύγουν στις Αρχές, στις μικρές κοινωνίες, σχολικές, επαρχιακές, εργασιακές που μεγαλώνουν τα παιδιά τους με κακοχωνεμένα πρότυπα ανδρισμού και κυρίως στην εκπαιδευτική κοινότητα που φανερά αδράνησε».

Νομικό κενό στην αντιμετώπιση του bullying που πρέπει να καλυφθεί εντοπίζει ο ποινικολόγος και γραμματέας της Ενωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, Βασίλης Χειρδάρης. «Χρειάζεται ειδική νομοθεσία ώστε να καταδικάζονται αυτοί που επιδίδονται στο μπούλιγνκ», λέει.

 

Σήμερα ο εκφοβισμός καλύπτεται ποινικά μόνο με αδικήματα όπως εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμηση και σωματικές βλάβες. Για να διωχθεί κάποιος χρειάζεται έγκληση του θύματος.

 

Στην περίπτωση του Β. Γιακουμάκη το μόνο «παράθυρο» είναι αδίκημα που να διώκεται αυτεπαγγέλτως, όπως επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη. Στον ποινικό κώδικα υπάρχει το αδίκημα της συμμετοχής σε αυτοκτονία, προυποθέτει όμως πως κάποιος επιβάλλει «πλήρως και ακλονήτως» την ιδέα, ή τάση της αυτοκτονίας. Η κακομεταχείριση, όση ένταση κι αν έχει, δεν αρκεί.

 

Ο χώρος και η μέθοδος

Το αν ο χώρος και η μέθοδος της αυτοκτονίας φωτίζει περισσότερο την προσωπικότητα του νεαρού μπορεί να διακριβωθεί μόνο από ψυχολόγους. Προς το παρόν, το μόνο που μπορεί να ειπωθεί με σχετικό βαθμό βεβαιότητας είναι ότι η πράξη του δεν είχε ούτε το στοιχείο της εκδίκησης ούτε ήθελε να στείλει κάποιο μήνυμα. «Οταν ένας άνθρωπος θέλει μέσω της αυτοκτονίας να στείλει κάποιο μήνυμα, συνήθως επιλέγει ένα μέρος που είναι πιο φανερό, ίσως σε δημόσια θέα, και πολλές φορές αφήνει ένα σημείωμα που να εξηγεί τους λόγους της πράξης του» λέει ο κλινικός ψυχολόγος Μιχάλης Τσαγκαράκης.

 

Μια άλλη εικασία που κάνουν οι ψυχολόγοι είναι πως η πράξη του νεαρού δείχνει ότι προσπαθούσε να αποδράσει από μια πραγματικότητα που γινόταν όλο και πιο δυσβάσταχτη. Το γεγονός ότι άφησε πίσω το κινητό του τηλέφωνο και δεν έκανε προσπάθεια να επικοινωνήσει με ανθρώπους του περιβάλλοντός του για να τους προειδοποιήσει, δείχνει ότι ήταν αποφασισμένος. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από την επιλογή του -δύσβατου- χώρου, όπου δεν θα ήταν πιθανό να τον δει κάποιος.

 

Στο μεταξύ, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, απαντώντας σε ερώτηση για την υπόθεση, διευκρίνισε χθες πως «το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν μπορεί να επέμβει σε ατομικές περιπτώσεις. Είναι κατ’ αρχήν θέμα που έχει να κάνει με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και μετά η Δικαιοσύνη θα εκτελέσει το έργο της».

 

Πηγή: Έθνος