Το μνημόνιο επιβάλλει κώδικα δεοντολογίας στους βουλευτές
Ούτε καν στους Έλληνες βουλευτές που ψήφισαν τρία μνημόνια μέχρι τώρα δεν έχουν εμπιστοσύνη οι δανειστές ή θεσμοί και τους επιβάλλουν Κώδικα Δεοντολογίας. Κάτι που σημαίνει ότι μέχρι τώρα, όλοι οι βουλευτές λειτουργούσαν ανεξέλεγκτα και χωρίς κανόνες. Κάτι που σημαίνει επίσης ότι ακριβώς αυτό ήθελαν τόσα χρόνια, γιατί κανείς από αυτούς δεν αντέδρασε στην ανυπαρξία Κώδικα Δεοντολογίας.
Κανείς δεν βγήκε να καταγγείλει ότι δεν υπάρχει τέτοιος κώδικας που να θέτει κανόνες στη συμπεριφορά των βουλευτών. Και βέβαια, το χειρότερο απ’όλα είναι ότι κανείς δεν αντέδρασε στην επιβολή Κώδικα Δεοντολογίας από τους ξένους δανειστές, αλλά, σαν καλά και πειθήνια μαθητούδια, το δέχτηκαν αναντίρρητα. Το αξιοσημείωτο βέβαια είναι ότι η επιβολή του Κώδικα Δεοντολογίας των βουλευτών δεν προκύπτει από το καινούργιο, τρίτο μνημόνιο, αλλά από δεύτερο. Και αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση από το 2012, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου κατά της Διαφθοράς που προέκυψε από τον οδικό χάρτη που συνυπέγραψαν τα υπουργεία Δικαιοσύνης, Δημόσιας Τάξης, Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης με την πάλαι ποτέ Task Force.
Ο Κώδικας Δεοντολογίας περιλαμβάνει κανόνες που καθορίζουν την συμπεριφορά και κυρίως τον ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του Ελληνικού λαού ειδικά στις κρίσιμες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που βιώνει η χώρα με το κύρος του πολιτικού συστήματος να βρίσκεται στο ναδίρ και τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς να έχουν υποστεί διαρκή πλήγματα. Η πρόταση, που έθεσε υπ’ όψη των κομμάτων ο Πρόεδρος της Βουλής, περιλαμβάνει σειρά υποχρεώσεων και μέτρων για τους βουλευτές προκειμένου να ενισχυθεί το αίσθημα εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης προς το κοινοβούλιο και τα μέλη του.
Μεταξύ άλλων το υπό συζήτηση σχέδιο του Κώδικα Δεοντολογίας των μελών του ελληνικού Κοινοβουλίου προβλέπει ότι: «Οι βουλευτές οφείλουν:
α) Να ασκούν τα καθήκοντά τους υπεύθυνα, με ακεραιότητα, ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια.
β) Να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να μην λαμβάνουν, ούτε να επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη υπέρ των ιδίων ή υπέρ τρίτων προσώπων.
γ) Να απέχουν, κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, από χαριστικές ή άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις, σεβόμενοι απόλυτα τις αρχές και τα μέσα καλής νομοθέτησης.
δ) Να σέβονται και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τηρουμένης της αρχής του ανοικτού χαρακτήρα και της διαφάνειας που διέπουν τα θεσμικά όργανα και τις διαδικασίες. ε) Να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ή την επίκληση της βουλευτικής τους ιδιότητας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν, διευκολυνθούν ή ευνοηθούν έναντι άλλων προσώπων ή από τις αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες.
στ) Να προβαίνουν σε ορθή και συνετή χρήση και διαχείριση των μέσων και των παροχών που η Βουλή των Ελλήνων θέτει στη διάθεση τους για την απρόσκοπτη άσκηση του έργου τους, αποκλειστικά για την εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων.
ζ) Να μην ανέχονται με τη στάση τους, να μην υποκινούν άλλους και να μην υιοθετούν οι ίδιοι βίαιες συμπεριφορές έναντι άλλων προσώπων ή ρητορική μίσους, εντός και εκτός του Κοινοβουλίου. η) Να προάγουν με το λόγο, τις πράξεις και εν γένει το κοινοβουλευτικό έργο τους, την αρχή της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και της μη διάκρισης λόγω φύλου, ηλικίας, αναπηρίας, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων ή σεξουαλικού προσανατολισμού».
Υπάρχει επίσης πρόβλεψη για τη λεγόμενη «σύγκρουση συμφερόντων», με την, μεταξύ των άλλων, ακόλουθη επισήμανση: «Οι βουλευτές υποχρεούνται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να ενημερώνουν εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για τυχόν υπάρχουσα κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι βουλευτές και για τυχόν επιγενόμενη κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».
Πρόκειται για υποχρεώσεις που θα μπορούσε να πει κανείς ότι έπρεπε να ισχύουν ήδη και να μην χρειάζεται να έρθουν οι ξένοι δανειστές για να τους επιβάλλουν μέσω του μνημονίου. Αλλά, απ’ ότι φαίνεται, τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Τίποτα, πέρα από το γεγονός ότι οι Έλληνες βουλευτές, το μόνο που θέλουν είναι να εκλεγούν. Μόνο προεκλογικά κατεβαίνουν στο λαό και δείχνουν να νοιάζονται για τα προβλήματά του. Από τη στιγμή που θα εκλεγούν και μετά, ξεχνούν υποσχέσεις και δεσμεύσεις και ασχολούνται μόνο με τα επαγγελματικά τους προβλήματα. Που δεν είναι άλλα από το να γίνονται αρεστοί στους αρχηγούς των κομμάτων τους, για να εξασφαλίσουν κάποια θέση και φυσικά, να εξασφαλίσουν το πολιτικό τους μέλλον. Αυτό είναι και ο λόγος που οι Έλληνες πολίτες τους έχουν γυρίσει τη πλάτη. Τόσο στους ίδιους, όσο και στα κόμματα, αλλά και συνολικά στο πολιτικό σύστημα, ή μάλλον στο πολιτικό κατεστημένο.