Το κοντόφθαλμο Βερολίνο και η δικαιολογημένη κριτική που δέχεται
Οι γερμανοί ήταν πάντα ένας λαός που ήθελε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρώπη, αλλά ουδέποτε είχε καλλιεργήσει τα προσόντα για να το πράξει.
Οι γερμανοί επιχείρησαν δύο φορές να καθυποτάξουν την ήπειρο με τα όπλα, θέλοντας να επιβάλουν μία «εκγερμανοποίηση» σε όλους τους λαούς. Απέτυχαν και αιματοκύλησαν τον κόσμο. Η χώρα βγήκε βαριά τραυματισμένη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στηρίχθηκε έμπρακτα από τους πρώην εχθρούς της, οι οποίοι την αποδέχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, θέλοντας να εκμεταλλευτούν τα εκατομμύρια πολιτών – καταναλωτών της, αλλά και να την έχουν υπό τη στενή παράκολούθησή τους. Όμως, οι γερμανοί δεν είχαν απολέσει τις ηγεμονικές τάσεις τους. Αυτό που δεν κατάφεραν με τα όπλα, το έπραξαν με την οικονομία τους. Γρήγορα, αναδείχθηκαν ως η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης ποδηγετώντας όλες τις υπόλοιπες χώρες. Μόνο που πάλι δεν είχαν καλλιεργήσει την κατάλληλη κουλτούρα για να ηγηθούν. Δεν υπάρχει χειρότερο από μία χώρα που κρατά τα ηνία μίας ενιαίας αγοράς 400 εκατομμυρίων ψυχών και να μην μπορεί να ηγηθεί.
Το Βερολίνο έχοντας κτίσει μία ισχυρή οικονομία κατάφερε να βγει σχεδόν αλώβητη από την παγκόσμια κρίση. Όμως, οι εταίροι της είχαν μπει σε περιπέτεια. Αντί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες και «τραβώντας» από το βάλτο όλες τις υπόλοιπες χώρες –όπως θα περίμενε κανείς από μία μεγάλη χώρα- επέλεξε να επιβάλει πολιτική σκληρής λιτότητας, βυθίζοντας ακόμη περισσότερο στη κρίση τους εταίρους της. Οι γερμανοί κρίνουν τους πάντες, έχοντας τη σιγουριά της οικονομικής παντοκρατορίας τους. Και πέντε χρόνια μετά την επιβολή της λιτότητας, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών και εμπνευστής της συγκεκριμένης πολιτικής Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ξεδιάντροπα παραδέχεται πως η κριτική που ασκείται στο Βερολίνο είναι δικαιολογημένη, ωστόσο, επισημαίνει ότι η πολιτική της χώρας του δεν αλλάζει ξεκαθαρίζοντας ότι η Γερμανία δεν βρίσκεται σε κρίση. Στην ουσία το Βερολίνο «φτύνει κατάμουτρα» τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και προσπαθεί να διαφυλάξει τα κεκτημένα του γερμανικού λαού. Μόνο που με αυτή την πολιτική σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρείται ηγέτιδα δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Η κριτική που μας ασκείται είναι δικαιολογημένη», δηλώνει ο κ. Σόιμπλε και ομολογεί ότι η Γερμανία «πρέπει να κάνει περισσότερα για την ανταγωνιστικότητά της». Θεωρεί ωστόσο αβάσιμους τους ισχυρισμούς ότι η οικονομία της χώρας του βρίσκεται σε κρίση.
«Αν όλες οι χώρες της ευρωζώνης αναπτύσσονταν το ίδιο δυνατά όπως η Γερμανία αυτή τη στιγμή, δεν θα υπήρχαν προβλήματα. Η συζήτηση ότι η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε κρίση δεν έχει καμία βάση. Και η σύγκριση με αναδυόμενες χώρες οι οποίες αυτή τη στιγμή αναπτύσσονται περισσότερο από εμάς, είναι εσφαλμένη. Αυτές οι χώρες πρέπει να αναπτύσσονται πιο δυνατά από ό,τι μια ανεπτυγμένη οικονομία», δηλώνει ο κ. Σόιμπλε στην Berliner Morgenpost, σχολιάζοντας τις παραινέσεις που ασκούνται το τελευταίο διάστημα στο Βερολίνο για περισσότερες επενδύσεις.
Σημειώνει πάντως ότι το θέμα των επενδύσεων θα αποτελέσει κεντρικό θέμα στις συζητήσεις που θα έχει με τον υπουργό Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και τους Γάλλους ομολόγους τους στο Βερολίνο και εστιάζει το ενδιαφέρον του σε επενδύσεις στον τομέα ψηφιακής και ενεργειακής ένωσης και στον τομέα των υποδομών.
Αδιαμφισβήτητα, η Γερμανία είναι μία μεγάλη χώρα. Ωστόσο, με το να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της και κοιτώντας μόνο τον οίκο της δεν μπορεί να πρωτοστατήσει στις εξελίξεις. Αυτή τη στιγμή, η Γερμανία θα έπρεπε να μπει μπροστάρης και να τραβήξει από την κρίση όλη την ΕΕ κι όχι να κάθεται να κριτικάρει τους πάντες και να αναπαύεται στις δάφνες της.
Άγγελος Αγγελίδης
Τμήμα Ειδήσεων Radio1d.gr