Τα 4/5 των ποσοτήτων ναρκωτικών που διακινούνται στη Β. Ελλάδα προέρχονται από τον Δενδροπόταμο
“Τα 4/5 της διακίνησης των ναρκωτικών στη Θεσσαλονίκη και στη Βόρεια Ελλάδα γίνονται από το Δενδροπόταμο” καταγγέλλει ο πρόεδρος της ΠΕΔ Κεντρικής Μακεδονίας και δήμαρχος Αμπελοκήπων – Μενεμένης, Λάζαρος Κυρίζογλου, μιλώντας στο “Πρακτορείο FM”.
Με αφορμή την πρόταση του υπουργείου για την αναδιάταξη των αστυνομικών τμημάτων της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, ο κ. Κυρίζογλου εξέφρασε τη διφωνία του για το γεγονός –όπως είπε– ότι από τα 23 αστυνομικά τμήμα που λειτουργούν σήμερα στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης θα παραμείνουν 17.
Αναφερόμενος ειδικά στην περιοχή Δενδροποτάμου εκτίμησε ότι αν υλοποιηθεί η πρόταση θα αυξηθεί η εγκληματικότητα και έκανε γνωστό ότι στη συνάντηση που είχαν οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης με το γενικό γραμματέα Δημόσιας Τάξης, Δημήτρη Αναγνωστάκη, ζήτησε να μεταφερθεί η έδρα της Δίωξης Ναρκωτικών Δυτικής Θεσσαλονίκης στο Δενδροπόταμο για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα διακίνησης.
Προέβλεψε ότι αν αν δεν προσληφθεί προσωπικό και δεν ανανεωθούν – εκσυγχρονιστούν τα μέσα που διαθέτει η αστυνομία, σε βάθος χρόνου το εγχείρημα της αναδιάταξης των αστυνομικών υπηρεσιών θα αποτύχει, ενώ χαρακτήρισε πολύ μικρό τον αριθμό των 500 νέων αστυνομικών που θα στελεχώσουν τα επόμενα 2 χρόνια τις υπηρεσίες.
“Δεν θα έχουμε βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες, θα έχουμε μεγαλύτερη έξαρση της εγκληματικότητας, της μικροεγκληματικότητας και της παραβατικότητας. Όσο περισσότερο μεγαλώνει η εδαφική αρμοδιότητα ενός αστυνομικού τμήματος τόσο περισσότερο μειώνεται η επιχειρησιακή του ικανότητα” τόνισε ο κ. Κυρίζογλου και υπογράμμισε ότι η επιχειρούμενη αναδιάταξη είναι παρόμοια με την περίπτωση του σχεδίου Καλλικράτης.
Καταλήγοντας είπε ότι από την αναδιάταξη θα εξοικονομηθούν από τα ενοίκια των αστυνομικών τμημάτων 300.000 το χρόνο, όταν –όπως επισήμανε– το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε χρήματα και κατασκεύασε το αστυνομικό μέγαρο Θεσσαλονίκης, στη συνέχεια το πούλησε και το νοικιάζει από τον αγοραστή προς 680.000 ευρώ ετησίως.