Στον αέρα η επιτυχία σε κόκκινα δάνεια και αξιολόγηση
Αυξάνονται και πληθύνονται τα ρεπορτάζ και οι αναλύσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αποδεικνύουν ότι τόσο η διαχείριση των κόκκινων δανείων, όσο και τα ανταλλάγματα που θα λάβουν οι ελληνικές τράπεζες μετά την πολυπόθητη αξιολόγηση, οδεύουν με μαθηματική ακρίβεια προς αποτυχία και οι τράπεζες δεν πρόκειται ούτε να διασωθούν, ούτε βέβαια να μπορέσουν να αποτελέσουν ασφαλές έδαφος για επενδύσεις. Και αν συμβεί αυτό, είναι πάρα πολύ λογικό να μην μπορούν να παίξουν το ρόλο που οφείλουν, δηλαδή να στηρίξουν τη πραγματική οικονομία και τη μικρομεσαία επιχείρηση που, κατά γενική ομολογία, αποτελούν τον κυριότερο πυλώνα ανάπτυξης της οικονομίας και της χώρας. Αυτό βέβαια θα αποτελέσει κατά συνέπεια ένα αρνητικό ντόμινο. Γιατί αν δεν υπάρξει οικονομική στήριξη και δανειοδότηση της μικρομεσαίας επιχείρησης, τότε δεν πρόκειται να υπάρξουν προσλήψεις, αλλά αντίθετα, θα υπάρξουν απολύσεις. Αν αυξηθούν οι απολύσεις και η ανεργία, θα μειωθεί η φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων. Κι αν δεν μπορούν οι Έλληνες να πληρώνουν τους φόρους τους, δεν θα μπορούν να πληρώνουν και τα δάνειά τους στις τράπεζες. Οπότε, είναι λογικό και ασφαλές συμπέρασμα ότι τα κόκκινα δάνεια, όχι μόνο θα αυξηθούν, αλλά και ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται.
Ένα από τα προβλήματα που αναμένεται να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες σε περίπτωση που θελήσουν να πουλήσουν μεγάλο αριθμό κόκκινων δανείων, είναι ο κίνδυνος να βρεθούν κατηγορούμενες από αγωγές ή μηνύσεις αλλότριων συμφερόντων. Κάτι που δεν αποτελεί εικασία αλλά πραγματικό, ρεαλιστικό κίνδυνο. Επίσης, ένα ακόμη πρόβλημα σε ενδεχόμενο μαζικών πωλήσεων κόκκινων δανείων, δεν είναι αν θα βρεθούν εταιρείες distress funds ή άλλα funds για να τα αγοράσουν, αλλά η τιμή στην οποία θα τα αγοράσουν. Γιατί, όπως είναι γνωστό, όταν κάποιος βιάζεται να πουλήσει σε κάποιον που έχει τη δυνατότητα να αγοράσει, τότε ο πωλητής θα αναγκαστεί να πουλήσει σε πολύ χαμηλή τιμή. Όπως διαβάζουμε, οποιαδήποτε τιμή πώλησης κόκκινου δανείου σε τιμή κάτω από το 45% της ονομαστικής αξίας του, θα έχει ως αποτέλεσμα, όχι να προκληθούν κέρδη, αλλά απώλεια για τις τράπεζες. Αν υποτεθεί ότι τα ξένα funds θα αγοράσουν στο 30% της ονομαστικής αξίας δάνεια π.χ. 20 δις ευρώ, αυτό για τις τράπεζες σημαίνει αμέσως ζημία περίπου 3 δις ευρώ.
Αλλά και τα ανταλλάγματα που αναμένεται να λάβουν οι ελληνικές τράπεζες από την αναμενόμενη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, θεωρούνται από τις ειδικούς ασήμαντα. Ταυτόχρονα οι οίκοι αξιολόγησης φαίνεται να οριοθετούν το μέγιστο της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας στην κλίμακα Β+ δηλαδή 4 κλίμακες χαμηλότερα από την investment grade. Δηλαδή το επίπεδο στο οποίο κάποια τράπεζα μπορεί να προσελκύσει επενδυτές.
Τι αναμένεται να συμβεί; Οι τραπεζίτες γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν τους συμφέρει να πουλήσουν μαζικά κόκκινα δάνεια σε distress funds, όσο κι αν το απαιτούν διακαώς οι δανειστές μας. Γνωρίζουν επίσης πολύ καλά ότι ακόμη κι αν οδηγήσουν μεγάλο αριθμό κόκκινων δανείων στον πλειστηριασμό, και πάλι δεν θα έχουν κάποιο όφελος γιατί η τιμή των ακινήτων που συνδέονται με αυτά, θα πέσει απότομα, λόγω της αυξημένης προσφοράς και της αναμενόμενης μειωμένης ζήτησης. Άρα οι ελληνικές τράπεζες είναι εγκλωβισμένες σε μία κατάσταση από την οποία δύσκολα θα ξεφύγουν, χωρίς να έχουν υψηλές απώλειες. Κι αν συμβεί αυτό, τότε δεν θα μπορούν να δανείσουν χρήματα στην πραγματική οικονομία.
Άρα θα υπάρξει ένα κενό. Κι όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη φύση, τα κενά καλύπτονται ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί το σύστημα. Κι αυτό το κενό θα έρθουν να το καλύψουν οι ξένες τράπεζες. Οι οποίες και χρήμα θα έχουν για να δανείσουν, αλλά και θα υποστηρίζονται από την οικονομία της χώρας τους, η οποία, σε σύγκριση με την ελληνική, θα είναι και πιο ισχυρή, αλλά και πιο σταθερή. Ήδη, όπως έχει ανακοινωθεί, τα γερμανικά ταχυδρομικά ταμιευτήρια έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους να ανοίξουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Και όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά σχεδόν σε κάθε νομό. Και θα αναλάβουν να χρηματοδοτήσουν τις ελληνικές επιχειρήσεις. Τα χρήματα όμως που θα παίρνουν από τη πληρωμή των δόσεων αυτών των δανείων, δεν θα μένουν στην Ελλάδα, αλλά θα πηγαίνουν στο εξωτερικό, καθώς αποτελούν κέρδος μιας επιχείρησης που εδρεύει σε άλλη χώρα. Οπότε, τα όποια έσοδα θα πηγαίνουν σε τράπεζες του εξωτερικού και η ελληνική οικονομία θα γίνει απλά ένα παρακλάδι των ξένων τραπεζών.