Στοχευμένη δράση του Συλλόγου Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος
Επί σειρά ετών ο Σύλλογος Δανειοληπτών και προστασίας Καταναλωτών Β. Ελλάδος, ασχολείται με το εάν και κατά πόσο οι ελληνικές τράπεζες στη σχέση τους με τον πελάτη – καταναλωτή είναι στοιχημένες με την ευρωπαϊκή νομιμότητα. Στην ενασχόλησή του αυτή, διαπιστώνει δυστυχώς, ότι τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα με την κάλυψη των αρμοδίων εποπτικών και νομικών αρχών και γενικά της εξουσίας, επιβιώνουν λάθρα, εκμεταλλευόμενα συχνά την άγνοια του αντισυμβαλλόμενου πελάτη τους.
Ο Σύλλογος Δανειοληπτών και προστασίας Καταναλωτών Β. Ελλάδος με συνεχείς αναφορές στην αρμόδια Επιτροπή Αναφορώντου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατήγγειλε τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των κοινοτικών οδηγιών και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας εκ μέρους των ελληνικών τραπεζών.
Δεδομένου ότι η επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εθνικών δημοσίων αρχών, ο πρόεδρος του Συλλόγου Χαράλαμπος Περβανάς παρέδωσε ιδιοχείρως στο υπουργείο Δικαιοσύνης την καταγγελία του Συλλόγου σχετικά με την παράβαση εθνικού και ενωσιακού δικαίου σε ζητήματα προστασίας καταναλωτών εκ μέρους των Ελληνικών Δικαστηρίων.
Ο Σύλλογος Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Β. Ελλάδος κατήγγειλε στο υπουργείο Δικαιοσύνης ότι το ελληνικό κράτος παραβιάζει καθημερινά είτε ευθέως είτε δια της παράλειψης ουσιαστικής νομοθετικής και δικαστικής προστασίας των καταναλωτών, όχι μόνο το εθνικό αλλά πρωτίστως το ευρωπαϊκό δίκαιο που έχει θεσπιστεί για την προστασία των καταναλωτών εν γένει και των δανειοληπτών ειδικότερα. Παρά την ύπαρξη σαφών νομοθετικών διατάξεων, οι τράπεζες και πιστωτικές επιχειρήσεις αφήνονται να παρανομούν εις βάρος των καταναλωτών ελεύθερα χωρίς καμία παρέμβαση, συνθλίβοντας με τις παράνομες, ανήθικες και εξωντοτικές πρακτικές τους ακόμη περισσότερο τους ανυπεράσπιστους καταναλωτές – δανειολήπτες. Η παραβατικότητα και παρανομία των ελληνικών τραπεζών εις βάρος των δανειοληπτών συνεχίζει ακλόνητα χωρίς καμία παρέμβαση των ελληνικών αρχών και με απόλυτη ανοχή των υποτιθέμενων ελεγκτικών μηχανισμών,όπως της Τράπεζας της Ελλάδος και της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή. Διαπιστώνεται ήδη ότι στην ελληνική τραπεζική πρακτική δεν δύναται -από αποκλειστική υπαιτιότητα των ελληνικών τραπεζών – να εμπεδωθεί οδιαφαινόμενος στόχος της ευρωπαϊκής – κοινοτικής πολιτικής για τους καταναλωτές, που είναι η συμβιβαστική επίλυση των καταναλωτικών διαφορών με απομάκρυνση από τον κρατικό παρεμβατισμό.
Ενδεικτικό της παντελούς έλλειψης συμμόρφωσης των ελληνικών τραπεζών και των εποπτικών αυτών αρχών, ήτοι εν τέλει του ελληνικού Κράτους, στις εθνικές και κοινοτικές διατάξεις σχετικά με την προστασία του καταναλωτή, είναι η παντελής αδιαφορία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για τον θεσπιζόμενο εν τέλει από το ίδιο το τραπεζικό σύστημα Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, οποίος προβλέφθηκε νομοθετικά με το Ν.4224/2013 και εκδόθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος δυνάμει της υπ. αριθ.27/2014 απόφασης της τελευταίας, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με την υπ. αριθ. 148/2015 απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με τον Κώδικα Δεοντολογίας υποτίθεται ότι θεσπίζονται οι πρακτικές, που έχουν ως στόχο την ενίσχυση του κλίματος εμπιστοσύνης, την αμοιβαία δέσμευση και την ανταλλαγή μεταξύ δανειολήπτη και ιδρύματος της αναγκαίας πληροφόρησης, προκειμένου κάθε πλευρά να είναι σε θέση να σταθμίσει τα οφέλη ή τις συνέπειες εναλλακτικών λύσεων εξυπηρέτησης (λύσεις ρύθμισης) ή οριστικού διακανονισμού (λύσεις οριστικής διευθέτησης) των δανείων σε καθυστέρηση των οποίων η σύμβαση δεν έχει καταγγελθεί με τελικό σκοπό,την επιλογή της καταλληλότερης, κατά περίπτωση λύσης.
Ωστόσο, μετά από ένα έτος εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας, ήδη αναγκαζόμαστε να αχθούμε στο συμπέρασμα ότι σε καμία περίπτωση οιτράπεζες δεν διαπραγματεύονται καλόπιστα, δεν προτείνουν βιώσιμες λύσειςκαι δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους να σεβαστούν πρωτίστως την οικονομική δυνατότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη σε σχέση με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης του.
Επιπλέον ο Σύλλογος ζήτησε από τον υπουργό Διακιοσύνης να αναπροσαρμοστουν τα κριτήρια για τους δικαιούχους δωρεάν νομικής βοήθειας, καθώς πολίτης με χαμηλό εισόδημα θα πρέπει να θεωρείται όποιος έχει πραγματικό (και όχι τεκμαρτό !) εισόδημα το οποίο κείται εντός των ορίων των εύλογων δαπανών διαβίωσης, όπως προσδιορίζονται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ και το Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και όχι όποιος έχει ετήσιο οικογενειακό εισόδημα που δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα των κατώτατων ετήσιων ατομικών αποδοχών, που προβλέπει η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Για τα ίδια θέματα ο πρέδρος του Συλλόγου κ. Χ. Περβανάς επισκέφθηκε τον ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας και πρώην υπουργό Νίκο Χουντή, ο οποίος δεσμεύθηκε να εξετάσει προσεκτικά τα ζητήματα και να τα θέσει ενώπιων της Ευρωβουλής.