ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ Π.Γ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ

kke1--3-thumb-large

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ Π.Γ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ

 

– Βρεθήκατε στην επικαιρότητα δια της τεθλασμένης, μέσα από την άρνηση Κοντονή να συμμετάσχει στο εσθονικό συνέδριο…

Κοιτάξτε και πέρυσι είχε γίνει τέτοιο Συνέδριο και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε εκπροσωπηθεί. Φέτος δεν εκπροσωπήθηκε, αυτό έχει μια σημασία να το κρατήσουμε. Επομένως, δεν υπήρχε και η βάση για να σηκωθεί το θέμα από την πλευρά της ΝΔ. Αλλά, εμάς μας απασχολεί το θέμα αυτό βαθύτερα, γιατί πιστεύουμε ότι έχει μια πολύ πιο βαθιά στόχευση και αφορά ολόκληρη την ΕΕ. Δηλαδή να πειστούν οι λαοί στην Ευρώπη, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, ότι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον καπιταλιστικό βάλτο της εκμετάλλευσης, της ανεργίας, της φτώχειας, ότι πρέπει όλοι οι λαοί της ΕΕ και δε λέω μόνο ο ελληνικός, να σκύβουν το κεφάλι και να δέχονται τα απανωτά αντιλαϊκά μέτρα,.μιας και τέτοια μέτρα δεν προωθεί μόνο η ελληνική κυβέρνηση. Ο Μακρόν, για παράδειγμα, από την πλευρά της Γαλλίας, που θα επισκεφτεί τη χώρα σε λίγες μέρες, έχει εξίσου σημαντική αντιλαϊκή ατζέντα, στοχεύοντας για παράδειγμα στα προνοιακά επιδόματα, στα επιδόματα ανεργίας και στις συλλογικές συμβάσεις.

Ένα δεύτερο στοιχείο – φυσικά δεν θα κάνουμε μάθημα ιστορίας –  αυτής της επίθεσης, είναι η προσπάθεια να πείσει ότι η αστική δημοκρατία ήταν ο συνεπής αντίπαλος του φασισμού, παραχαράσσοντας την ιστορία. Και λέω παραχαράσσοντας την ιστορία υπενθυμίζοντας μόνο δύο ιστορικούς σταθμούς. Οι αστικές δημοκρατίες της Αγγλίας και της Γαλλίας υπέγραψαν τη συμφωνία του Μονάχου. Ήταν αυτές δηλαδή που στήριξαν τη γερμανική ναζιστική επέκταση σε βάρος των λαών και της Σοβιετικής Ένωσης. Ακόμα περισσότερο να παραγράψει ότι στο εσωτερικό της Γερμανίας, που είναι ακόμα πιο σημαντικό, η λεγόμενη «Γερμανική Αστική Δημοκρατία», αυτές οι δυνάμεις άνοιξαν το δρόμο στον Χίτλερ, την ίδια ώρα που κατέσφαξαν τη σοσιαλιστική επανάσταση, δολοφόνησαν τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Και λέω ότι έχει μια σημασία να κάνουμε αυτόν τον απολογισμό για να δούμε ότι είτε στην περίπτωση της αστικής δημοκρατίας, είτε στην περίπτωση του φασιστικού ρεύματος, είχαμε δύο μορφές της δικτατορίας του κεφαλαίου. Με λίγα λόγια στη Γερμανία οι όμιλοι Krupp, Tiesen, Siemens, είχαν την εξουσία και επί αστικής δημοκρατίας της Βαϊμάρης και επί Χίτλερ. Όλων αυτών τα συμφέροντα υπηρέτησαν και η αστική δημοκρατία και το φασιστικό ρεύμα.

Με την ευκαιρία, να σας δώσουμε και ένα δώρο, να το συστήσω και στους τηλεθεατές είναι το «Ποιος βοήθησε τον Χίτλερ». Ένα πολύ σημαντικό βιβλίο του σοβιετικού πρέσβη στο Λονδίνο εκείνη την εποχή, που δείχνει τη στάση που κράτησαν οι αστικές δημοκρατίες εκείνη την εποχή, όλη τη δεκαετία του ’30, πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Τώρα για το «σταλινικό» φαινόμενο, για να έρθουμε στο σήμερα, και να πω και πώς συνδέεται με το σήμερα αυτή η ιστορία. Κάθε εποχή πρέπει να τη δούμε μέσα στις ιστορικές της συνθήκες. Και η αστική δημοκρατία, η αστική τάξη ήρθε στην εξουσία με επαναστάσεις, στις οποίες χύθηκε ποτάμι αίμα. Η γαλλική αστική δημοκρατία και η ελληνική δημοκρατία δεν ήρθαν με δημοψήφισμα ή με κοινωνικό διάλογο ήρθαν με ποτάμια αίματος επαναστάσεων. Αντίστοιχα, το δικαίωμα του σοσιαλισμού να υπερασπιστεί τον εαυτό του και το δικαίωμα του σοβιετικού λαού να υπερασπιστεί το δικό του δρόμο, απαίτησε μια σειρά αντιπαραθέσεις πάρα πολύ σκληρές. Και μην ξεχνάμε, γιατί γίνεται μια συζήτηση για τη Σοβιετική Ένωση και τον Στάλιν, ότι είναι μια εποχή στην οποία έχουμε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις από αστικές δημοκρατίες πρώτα της Αγγλίας και της Γαλλίας και μετά της Ναζιστικής Γερμανίας. Δεν είναι μια εποχή, δηλαδή που αντάλλασσαν λουλούδια οι αντίπαλοι.

Μαζί με τα “ξερά”, σε τέτοιες συνθήκες μπορεί να καεί και κανένα “χλωρό”. Γι’ αυτό και συζητάμε για λάθη της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, παραβίασης δηλαδή των κανόνων της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, που όταν συμβαίνουν εμείς λέμε ότι επιβεβαιώνουν τη δύναμη της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, δηλαδή τη δύναμη των εργαζομένων σε κάθε κύτταρο δουλειάς τους να ασκούν τη δική τους εξουσία.

 

– Κ. Παπαδόπουλε, στη ΔΕΘ, περιμένετε κάτι να ακούσετε από τον πρωθυπουργό;

Ναι, βεβαίως. Την κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης μασκαρεμένη με μερικά ωραία λόγια και μερικές ασπιρίνες για την ακραία φτώχεια. Να σας πω γιατί. Κι αν θέλετε έτσι συνδέεται το ένα θέμα με το άλλο. Η κυβέρνηση έχει αποδείξει και δε λέω τώρα, μπροστά στη ΔΕΘ, τα δύο αυτά χρόνια, ότι κλιμακώνει με πρωτοφανή τρόπο την αντιλαϊκή επίθεση, περνά μέτρα που αν τα είχαν περάσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, θα είχαμε πολύ σημαντική αναταραχή. Αλλά παίζει ρόλο και στον εγκλωβισμό του εργάτη, του κινήματος, η ίδια η κυβέρνηση.

 

–       Αυτή τη μη αντίδραση κ. Παπαδόπουλε που την αποδίδεται;

Κοιτάξτε, ένας κόσμος είχε δυστυχώς ελπίσει ότι αυτή η κυβέρνηση θα σήμανε μια πολύ μεγάλη αλλαγή σελίδας. Θα υπήρχε μια πολύ σημαντική φιλολαϊκή στροφή. Η απογοήτευσή του τον έχει καθηλώσει. Εμείς λέμε όμως ότι μπορεί να αναστραφεί.

 

–         Διαπιστώνετε κι εσείς μια, κάποια αδυναμία του Κομμουνιστικού Κόμματος να κινητοποιήσει αυτόν τον κόσμο; Η δυσαρέσκεια είναι δεδομένη, ο ΣΥΡΙΖΑ σου λέει ότι δεν υπάρχει μισός διαδηλωτής στο δρόμο.

Κοιτάξτε το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν πατάει κουμπιά. Δεν υπάρχει όμως μόνο η δυσαρέσκεια, υπάρχει και η απογοήτευση που καλλιέργησε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή είναι διπλά αρνητική η επίδρασή του. Την ίδια ώρα που περνάει σκληρή αντιλαϊκή πολιτική έχει σπείρει την απογοήτευση και την παθητικότητα. Και αν θέλετε εδώ, πριν συζητήσουμε για το Κομμουνιστικό Κόμμα να δούμε και τη στάση της ΝΔ. Πρέπει να δούμε τη μεγάλη πλευρά, δε θα δρα μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Η ΝΔ εμφανίζοντας ένα συγκεκριμένο σήμερα πρόσωπο, το οποίο φτάνει να διαγωνίζεται με τη Χρυσή Αυγή στο χυδαίο αντικομμουνισμού, δίνει δυνατότητα στο ΣΥΡΙΖΑ να παγιδεύει ακόμα έναν κόσμο, εγκλωβίζοντας  τον στη λογική του μικρότερου κακού και αυτή.

 

–       Ωραία λογική παγίδευσης, γιατί το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν απελευθερώνει αυτόν τον κόσμο; Αυτό θέλω να ρωτήσω. Μήπως κάνετε κάτι λάθος;

 

Κοιτάξτε, εμείς λέμε την αλήθεια στο λαό. Ότι έχουμε από πολλά χρόνια πριν προειδοποιήσει γίνεται. Η καταπολέμηση όμως της πολιτικής του μικρότερου κακού δεν είναι εύκολη υπόθεση. Διότι ο καθένας θα προτιμούσε και προτιμά να βρει μια εύκολη λύση, χωρίς αποφασιστική σύγκρουση με τον πραγματικό αντίπαλό, εννοώ τους μεγαλοκατόχους των επιχειρηματικών ομίλων, την εξουσία του κεφαλαίου. Δεν εννοώ μόνο την εκάστοτε κυβέρνηση που τους υπηρετεί και είναι εύκολο πολλές φορές να παγιδευτεί σε τέτοιες λύσεις. Όμως, τώρα, είναι μια συγκυρία στην οποία ο λαός μπορεί να βγάλει συμπεράσματα, μπορεί να δει που οδήγησε η ευαγγελία της «πρώτης φοράς αριστερά», να δει το ναυάγιο αυτής της πολιτικής του μικρότερου κακού, να δει το ναυάγιο μιας πολιτικής που υποσχέθηκε φιλολαϊκή στροφή, χωρίς σύγκρουση και να διαλέξει το δρόμο να οργανώσει την αντεπίθεσή του.

 

–       Τώρα να πάμε και σε ένα τελευταίο θέμα, να πάμε στις πανελλήνιες εξετάσεις. Έχει αρχίσει και γίνεται συζήτηση ότι θα κατεβάσει νέο εμβληματικό νομοσχέδιο για την κατάργηση των πανελληνίων. Ο κ. Γαβρόγλου το εξειδίκευσε διαφορετικά, αλλά και σήμερα ο κ. Παππάς και ο κ. Γαβρόγλου ανακοίνωσαν και το δωρεάν ίντερνετ.

Πέρα από αυτή την παλινωδία, η οποία βεβαίως κρατά σε αγωνία τις λαϊκές οικογένειες γύρω από τον τρόπο εξέτασης, παραμένουν τα τρία μεγάλα βασικά προβλήματα στην εκπαίδευση. Δηλαδή, ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο ως προς το περιεχόμενό του οδηγεί σε ένα εξεταστικό σύστημα που εξετάζει την παπαγαλία και όχι την κριτική ικανότητα του μαθητή, ανεξάρτητα πώς θα το βαφτίσουμε. Ένα δεύτερο, αξεπέραστα εμπόδια για τη λαϊκή οικογένεια, η οποία πρέπει να βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη, για να καταφέρει να επιβιώσει και βρίσκεται συνεχώς σε μεγάλο μειονέκτημα από τις πλούσιες οικογένειες για τη μόρφωση των παιδιών της. Και το τρίτο ζήτημα είναι οι στοιχειώδεις ανάγκες υποδομών των σχολείων σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό που βρίσκονται ανεκπλήρωτες, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες. Πρόκειται λοιπόν, για μια καθαρά συνειδητή εξαπάτηση των εργαζομένων, αλλάζοντας τίτλους και μορφές να διατηρείται το ίδιο αντιλαϊκό περιεχόμενο και οι ίδιες πολύ σοβαρές ελλείψεις, για να μιλάμε στην πραγματικότητα για δωρεάν δημόσια εκπαίδευση, γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.