Σήμα κινδύνου για τον τουρισμό – Φόβοι από την υπερφορολόγηση
Για υπέρμετρη αρνητική φορολόγηση τόσο από τους έμμεσους όσο από τους άμεσους φόρους, που λειτουργεί αρνητικά στην ανάπτυξη του τουρισμού και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικονομίας, κάνει λόγο μελέτη του Ινστιτούτου ΣΕΤΕ (SETE Intelligence), το οποίο έχει δημιουργήσει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Στη μελέτη, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες και αποτελεί την πρώτη μίας νέας σειράς που θα τεκμηριώνει την πορεία του ελληνικού τουρισμού σε σχέση με την ελληνική οικονομία, τονίζεται πως, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του SETE Intelligence, οι πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις του τελευταίου 12μήνου έχουν επιφέρει απώλεια ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος μεγαλύτερη του 10%, «εξανεμίζοντας ουσιαστικά το 50% της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της χώρας, που επιτεύχθηκε από την αρχή εφαρμογής των μνημονίων με την πολύ επίπονη κοινωνικά και οικονομικά εσωτερική υποτίμηση». Σημειώνεται ακόμη πως, όπως προκύπτει από τη μελέτη της TMS A.E. για το ΙΝΣΕΤΕ για τη συγκριτική αξιολόγηση του φορολογικού πλαισίου της Ελλάδος, της Κύπρου, της Κροατίας, της Τουρκίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, η χώρα μας συγκεντρώνει τη χαμηλότερη αξιολόγηση με 42 βαθμούς. Μάλιστα, βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από τους βασικούς ανταγωνιστές της, καθώς η Κύπρος συγκεντρώνει 84 βαθμούς, η Κροατία 81 βαθμούς, η Τουρκία 69 βαθμούς και η Ισπανία 60 βαθμούς.
Αντικίνητρα
Η μελέτη υποστηρίζει πως η Ελλάδα έχει τις μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις και κατά συνέπεια έχει τα περισσότερα φορολογικά αντικίνητρα για την ανάπτυξη του τουρισμού σε σχέση με τις λοιπές ανταγωνίστριες χώρες. Επιπλέον, στη μελέτη επισημαίνεται ότι προκειμένου να αποφασίσουν να επενδύσουν στην Ελλάδα οι πιθανοί επενδυτές οφείλουν επιπρόσθετα να συνυπολογίσουν και τις αστάθειες στο φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον, καθώς και την πολυπλοκότητα της φορολογικής νομοθεσίας σε αντίθεση με τις λοιπές υπό εξέταση χώρες, οι οποίες παρουσιάζουν ένα σχετικά σταθερότερο φορολογικό πλαίσιο. Επίσης, η μελέτη επισημαίνει πως είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι με τα μέτρα που αποφασίστηκαν για τη λήξη της τρέχουσας αξιολόγησης διαφαίνεται και πρόσθετη επιβάρυνση των τουριστικών επιχειρήσεων της χώρας σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση με ότι συμβαίνει στις κυριότερες ανταγωνίστριες χώρες.
Προοπτικές
Η μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ επισημαίνει, πάντως, ότι η ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης αναμένεται να έχει ευνοϊκές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και στον τουρισμό, τόσο στο υπόλοιπο του 2016 όσο και στα επόμενα έτη.
Επιπλέον, τονίζει πως η ικανοποίηση των πελατών από την παροχή υπηρεσιών στα ελληνικά ξενοδοχεία είναι -διαχρονικά- σημαντικά υψηλότερη από την αντίστοιχη σε διεθνώς ανταγωνιστικούς προορισμούς. Από την άλλη πλευρά ο ελληνικός τουρισμός αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα ποιότητας στα περιφερειακά αεροδρόμια, στα λιμάνια, σε μεγάλο μέρος του οδικού δικτύου εκτός αυτοκινητοδρόμων, καθώς και σε θέματα αρμοδιότητας ΟΤΑ (καθαριότητα, πράσινο κ.λπ.).
Σημειώνεται ότι οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2021 είναι οι αφίξεις να φθάσουν στα 34,8 εκατ. (από 26,1 εκατ. το 2015), οι διανυκτερεύσεις τα 250 εκατ. (από 188 εκατ. πέρσι) με τα έσοδα να φθάνουν στα 19,6 δισ. ευρώ (από 14,1 δισ. ευρώ το 2015). Για το 2016, εκτιμάται ότι οι αφίξεις θα αυξηθούν κατά 6% και τα τουριστικά έσοδα κατά 6,45 στα 14,55 δισ. ευρώ.
Τα έσοδα και οι αφίξεις από τη Μ. Βρετανία θα μειωθούν
Αρνητικές επιπτώσεις από το Brexit
Το 2015 είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα 2,4 εκατ. τουρίστες και τα έσοδα ήταν 2 δισ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και οι εκτιμήσεις του ΙΝΣΕΤΕ για τις επιπτώσεις του Brexit. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι αφίξεις και τα έσοδα αναμένεται να επηρεαστούν αρνητικά, λόγω της παρατηρούμενης αβεβαιότητας και διολίσθησης της λίρας: σχεδόν 50%/30% των Βρετανών που κάνουν διακοπές «Ήλιος και Θάλασσα» τις προγραμματίζουν το τελευταίο δίμηνο/μήνα, ενώ αναμένεται να επηρεαστούν αρνητικά και οι κρατήσεις και για άλλες μορφές -μη εποχικών- ταξιδιών αναψυχής, όπως ο τουρισμός πόλεων και ο πολιτιστικός τουρισμός, αλλά και η αγορά συνεδρίων, εταιρικών συναντήσεων και ταξιδιών κινήτρων.
Η σημασία της βρετανικής αγοράς είναι καίρια για τον ελληνικό τουρισμό δεδομένου του μεγάλου μεγέθους της (2,4 εκατ. επισκέπτες / 2 δισ. ευρώ το 2015) αλλά και του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης που παρουσίαζε το 2016 σύμφωνα με τα στοιχεία κρατήσεων που είχε στη διάθεση του το ΙΝΣΕΤΕ όταν συνέγραφε τη μελέτη.
Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι η αρνητική επίπτωση στα τουριστικά έσοδα από το ΗΒ -και όχι μόνο- μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλη στον βαθμό που υψηλόβαθμα στελέχη (και επομένως τουρίστες σχετικά υψηλής δαπάνης) αναγκαστούν να παραμείνουν στις θέσεις τους για να αντιμετωπίσουν τις νέες εξελίξεις.
Επιπλέον, προβλέπεται ότι θα επηρεαστούν αρνητικά και άλλες μορφές ταξιδιών αναψυχής, π.χ. για την περίοδο Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2016, που είναι λιγότερο εστιασμένες εποχικά. Μπορεί δηλαδή να επηρεαστούν και τα ταξίδια προγραμματισμού 4-6 μηνών.
Πηγή: Ημερησία