Ρευστότητα 10 δισ. από Ντράγκι με ρήτρα μεταρρυθμίσεων
«Κλειδί» για τη χορήγηση ρευστότητας, ύψους περί τα 10 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς τις ελληνικές τράπεζες είναι η εφαρμογή οικονομικού προγράμματος και συγκεκριμένα, ενός προγράμματος μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα, το οποίο θα συνοδεύεται από την ανάλογη ευρωπαϊκή εποπτεία.
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, υπενθύμισε χθες στις κυβερνήσεις των χωρών που έχουν πιστοληπτική διαβάθμιση χαμηλότερη της ΒΒΒ-, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, ότι το καταστατικό της Κεντρικής Τράπεζας της Ευρώπης απαγορεύει την αγορά τίτλων χωρών που βρίσκονται σε τέτοιες χαμηλές διαβαθμίσεις (junk). Ο κ. Ντράγκι εξήγησε πλέον δημοσίως ότι το αυστηρό πλαίσιο του καταστατικού της ΕΚΤ θα μπορούσε να παρακαμφθεί για την Ελλάδα με την ύπαρξη ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος και όχι δανειακού προγράμματος.
Εκτίμηση
Κυβερνητική πηγή δήλωσε ότι η απόφαση του Ντράγκι είναι πολύ καλή για τις τράπεζες και την αγορά εν τω συνόλω της και όσον αφορά την τοποθέτηση του επικεφαλής της ΕΚΤ ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι σε οικονομικό πρόγραμμα το ίδιο στέλεχος ανέφερε ότι εννοεί το πλαίσιο της επιτήρησης και της εποπτείας και στη μετα-μνημόνιο εποχή, είναι το πλαίσιο που ούτως ή άλλως διαπραγματεύεται η ελληνική κυβέρνηση με τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Εθνους», η διαπραγμάτευση για το πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να αντλήσει τα κεφάλαια που της αντιστοιχούν από το σύνολο των προγραμμάτων χορήγησης ρευστότητας της ΕΚΤ, έχει ξεκινήσει αμέσως μόλις ανέλαβε ο νέος διοικητής της ΤτΕ, ο κ. Γ. Στουρνάρας. Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης και της ΤτΕ, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ήταν ότι αποτελούν «κόκκινη» γραμμή τα δημοσιονομικά μέτρα, ενώ συμφώνησε στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων αλλά με δική της ιεράρχηση στην υλοποίηση και τον τρόπο. Η τρόικα, και η ΕΚΤ, δέχθηκε τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης και επήλθε συμφωνία περί τις δύο εβδομάδες πριν.
Η χορήγηση ρευστότητας των 10 δισ. ευρώ αφορά το πρόγραμμα των αγορών καλυμμένων ομολόγων (covered bonds) από τα μέσα Οκτωβρίου και τις αγορές των ενυπόθηκων τίτλων (ΑΒS) στο δ’ τρίμηνο του 2014, από την ΕΚΤ.
Ωστόσο, το σύνολο της ρευστότητας που θα μπορούσε να αντλήσει η χώρα από όλα τα προγράμματα της ΕΚΤ, αγγίζει τα 20 δισ. ευρώ. Γι’ αυτό η ελληνική κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα και διεκδίκησαν με κάθε τρόπο να δεχτεί η ΕΚΤ να συμπεριλάβει και τη χώρα μας στα προγράμματά της. Ηταν η μόνη διέξοδος για την ανάσα των ελληνικών επιχειρήσεων και επομένως την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας.
Αντιδράσεις
Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του οικονομικού ινστιτούτου IFO, Hans Werner Sinn (που ήταν ο πρώτος Γερμανός που έκανε δημόσια δήλωση κατά του προγράμματος αγοράς τίτλων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), σε ανακοίνωσή του απηύθυνε έκκληση στη γερμανική κυβέρνηση να δράσει ενάντια στο πρόγραμμα αγοράς ABS, λέγοντας πως μετατρέπει την κεντρική τράπεζα σε θεσμό διάσωσης και σε ευρωπαϊκή «bad bank».
«Οι αγορές αυτές δεν καλύπτονται από τη δικαιοδοσία της ΕΚΤ γιατί είναι δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα. Η παραβίαση της εντολής είναι προφανής», ανέφερε ο κ. Sinn. Ο ίδιος επισήμανε πως η γερμανική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει δραστικά βήματα ενάντια στα μέτρα αυτά διαφορετικά κάθε Γερμανός πολίτης θα είναι σε θέση να υποβάλει μήνυση στο ομοσπονδιακό δικαστήριο.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
44,3 δισ. το απόθεμα των τραπεζών
Σε 44,3 δισ. ευρώ προσδιορίζει η Citi την αξία των τιτλοποιημένων δανείων (Asset-Backed Securities-ABS) και των καλυμμένων ομολόγων που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες. Στην ανάλυση του αμερικανικού οίκου, με αφορμή την απόφαση του Μάριο Ντράγκι για αγορές τίτλων από Ελλάδα και Κύπρο, αναφέρεται ότι το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 12,5% του συνολικού ενεργητικού των τεσσάρων τραπεζών με βάση τους ισολογισμούς του 2013.
Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες ξεχωριστά, το σύνολο των ABS-καλυμμένων ομολόγων ανέρχεται στα 21,9 δισ. για την Εθνική Τράπεζα (11,5 τα καλυμμένα και 10,4 τα ABS), στα 8 δισ. για την Alpha Bank (3,8 και 4,2 δισ.), στα 7,2 δισ. για την Πειραιώς (1,3 και 6) και επίσης 7,2 δισ. για τη Eurobank (4,4 και 2,8 δισ.).
Η Citi ωστόσο σημειώνει ότι μόνο τα ABS που έχουν υψηλή βαθμολόγηση θα γίνονται δεκτά από την ΕΚΤ.