Όλο και πιο κοντά η 4η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

Το λέμε εδώ και μήνες. Και δυστυχώς, έρχονται νέες φωνές, εντός και εκτός Ελλάδος, που μας επιβεβαιώνουν. Η 4η ανακεφαλαιοποίηση βρίσκεται όλο και πιο κοντά. Με ευθύνη βέβαια πάντα των τραπεζών που καθυστερούν επίτηδες τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων, αν και θα μπορούσαν να προτείνουν στους δανειολήπτες πραγματικές ρυθμίσεις, που να ανταποκρίνονται στην πραγματική οικονομική τους κατάσταση. Αυτό όμως θα τους υποχρέωνε σε αργή ανάκτηση των χρημάτων που δάνεισαν. Κι αυτό είναι κάτι που δεν το θέλουν. Θέλουν χρήματα εδώ και τώρα. Όχι όμως επειδή κινδυνεύουν οι τράπεζες. Αλλά επειδή βιάζονται να καλύψουν τις τεράστιες τρύπες που δημιούργησαν οι ίδιοι στα ταμεία των τραπεζών τους μοιράζοντας θαλασσοδάνεια όλα τα προηγούμενα χρόνια σε κόμματα και επιχειρηματίες, χωρίς να απαιτούν – όπως έκαναν με τον κάθε άλλο δανειολήπτη – πραγματικές εγγυήσεις. Μοίραζαν δισεκατομμύρια δεξιά κι αριστερά, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι αυτά τα χρήματα δεν πρόκειται να επιστρέψουν ποτέ στα ταμεία τους. Και τώρα κυνηγάνε τους απλούς δανειολήπτες που δεν εξυπηρετούν τα δάνειά τους, όχι επειδή δεν θέλουν, αλλά επειδή αντικειμενικά δεν μπορούν. Και δεδομένου ότι έχει καθυστερήσει η ψήφιση όλων αυτών των νόμων που θα τους έδινε τη δυνατότητα να ρυθμίσουν  γρήγορα τα κόκκινα δάνεια, και κυρίως αυτό που τους ενδιαφέρει περισσότερο, η νομική ασυλία των τραπεζικών στελεχών, κι επειδή πλησιάζουν τα stress tests του 2018, πηγαίνουν την όλη υπόθεση προς την 4η ανακεφαλαιοποίηση, και μάλιστα με κούρεμα καταθέσεων, ώστε να μην αναγκαστούν να βάλουν το χέρι στη τσέπη.

Βέβαια, όπως πάντα, ρίχνουν την ευθύνη σε άλλους. Βάζουν τα παπαγαλάκια τους να γράφουν ότι η κυβέρνηση είναι αυτή που οδηγεί τις τράπεζες προς το χείλος μιας τέταρτης ανακεφαλαιοποίησης. Η παρατεταμένη αβεβαιότητα – λένε – και η καθυστέρηση στη νομοθέτηση των κατάλληλων εργαλείων, δεν επιτρέπουν την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων που δεν πλήττουν μόνο τις τράπεζες αλλά και τους δανειολήπτες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις που ψάχνουν μια διέξοδο. Οι τραπεζίτες εκτιμούν – γράφουν τα παπαγαλάκια – ότι αν η αξιολόγηση κλείσει το αργότερο ως το Μάιο, η κατάσταση είναι, με δυσκολία, αναστρέψιμη, και θα μπορέσουν οι τράπεζες να καλύψουν το χαμένο έδαφος, ώστε να είναι εντός των στόχων της ΕΚΤ όσον αφορά τη μείωση των κόκκινων δανείων. Και για να μην ξεχνιόμαστε, υπογραμμίζουν ότι, πέραν της άρσης της αβεβαιότητας, χρειάζονται και νομοθετικά βήματα: η ψήφιση του νομοσχεδίου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, η λειτουργία της πλατφόρμας για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και η θεσμοθέτηση του πλαισίου για τις διαγραφές δανείων κατά τρόπο που να διευθετούνται τόσο φορολογικά όσο και νομικά ζητήματα. Δηλαδή, η ψήφιση του νόμου για την ασυλία των τραπεζικών στελεχών. Χωρίς θεσμοθέτηση των τριών μέτρων, όπως και της νομικής κάλυψης των στελεχών, οι τράπεζες δεν έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και τα στελέχη τους ανώτερα και μεσαία, υπό τον φόβο να εμπλακούν σε δικαστικές περιπέτειες, δεν υπογράφουν αναδιαρθρώσεις δανείων. Η πίεση που δέχονται οι τράπεζες ενισχύεται ταυτόχρονα και από τον νέο τρόπο υπολογισμού των προβλέψεων που υποχρεούνται να εφαρμόσουν το 2018. Οι προβλέψεις από το επόμενο έτος δεν θα είναι μόνο οι πραγματοποιηθείσες στη διάρκεια των 12 μηνών, αλλά και αυτές που δυνητικά θα προκύψουν σε μελλοντικό χρόνο. Δηλαδή για εταιρείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, οι προβλέψεις θα λαμβάνονται εξαρχής κατά τον χρόνο εκδήλωσης των προβλημάτων τους και όχι σταδιακά στις χρήσεις ώστε η τροποποίηση αυτή να μπορεί να στοιχίσει κεφάλαια για ορισμένες τράπεζες. Ο Μάιος είναι καθοριστικός μήνας γιατί εάν χαθεί και αυτό το ορόσημο η οικονομία θεωρείται πολύ πιθανόν ότι θα έχει αρνητικό πρόσημο και κερδίζει έδαφος η πιθανότητα οι τράπεζες να βρεθούν το 2018 με νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Αν συνεχιστεί η αβεβαιότητα που έχει οδηγήσει σε αύξηση των υποχρεώσεων σε συνδυασμό με την εκροή των καταθέσεων, οι δυνατότητες του τραπεζικού συστήματος είναι πεπερασμένες. Καθοριστικής σημασίας για τη δυσκολία των stress tests είναι τα σενάρια για την πορεία της οικονομίας το 2018. Οι αποκλίσεις που υπάρχουν στο στόχο για ανάπτυξη του ΑΕΠ φέτος 2,7% (η Τράπεζα της Ελλάδος «βλέπει» 1,5% και οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες 0,5%) θα έχουν ως αποτέλεσμα το σενάριο των stress test να ξεκινά από χαμηλότερη βάση για τις επιδόσεις της οικονομίας. Η Barclays προβλέπει εκτροχιασμό του στόχου για την ανάπτυξη με αύξηση του ΑΕΠ θα κυμανθεί μόλις 0,4% ενώ η Citigroup 0,5%, και ανάλογες είναι και οι εκτιμήσεις της HSBC. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, στο πρώτο τρίμηνο τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) αναμένεται να ενισχυθούν, φθάνοντας τα 109 δισ. ευρώ, ενώ τα δάνεια σε καθυστέρηση (ΝPLs) θα αυξηθούν κατά 1 δισ. ευρώ και θα είναι κυρίως δάνεια που είχαν ήδη ρυθμιστεί. Σύμφωνα με την ΤτΕ, το υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων καταγράφεται στα δάνεια προς πολύ μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες (67,9%), στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (60,6%) και στα καταναλωτικά δάνεια (55% ). Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν το 30% των ΝPEs θεωρούνται δάνεια αβέβαιης πληρωμής (unlikely to pay), δηλαδή περί τα 30 δισ. ευρώ, δεν είναι βέβαιο ότι θα εισπραχθούν από τις τράπεζες. To μεγάλο πρόβλημα, όμως, εντοπίζεται στις καταθέσεις, όπου οι συνολικές εκροές στο πρώτο τρίμηνο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 3,8 δισ. ευρώ. Αν δεν ανακοπούν οι εκροές καταθέσεων και δεν γίνει δυνατή η αποτελεσματική διαχείριση των ΝPLs, ο κίνδυνος είναι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα να υπερβούν το ύψος των καταθέσεων σε μια οικονομία με καχεκτική ανάπτυξη που πάσχει από έλλειψη ρευστότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, οι καταθέσεις τον Φεβρουάριο υποχώρησαν σε 119 δισ. ευρώ, ύστερα από μηνιαίες εκροές που υπολογίστηκαν στα 750 εκατ. ευρώ από την ΤτΕ. Αν συνεχιστεί, πάντως, αυτή η αιμορραγία των καταθέσεων το τραπεζικό σύστημα θα βρεθεί σε δεινή θέση.

Και φυσικά, για να γίνει η 4η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, θα χρειαστεί ένα 4ο μνημόνιο. Οι ξένοι το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό και δεν μασάνε τα λόγια τους. Η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt γράφει ότι: «Η Ελλάδα θα χρειαστεί 4ο μνημόνιο για να μην χρεοκοπήσει». Σε άρθρο της με τίτλο «Δέσμια της κρίσης η Ελλάδα», η γερμανική εφημερίδα, γράφει χαρακτηριστικά: «Όχι, δεν ήταν επιτυχία η συμφωνία στο Eurogroup της Παρασκευής, αλλά απλά ένα ακόμα βήμα σε ένα δύσκολο δρόμο». Η εφημερίδα εκτιμά πως η Αθήνα θα χρειαστεί και τέταρτο πρόγραμμα στήριξης, επισημαίνοντας: «Είναι σχεδόν απίθανο ότι η χώρα θα βγει σύντομα από την κρίση. Με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα ανοίγει, τουλάχιστον, ο δρόμος για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και την εκταμίευση της επόμενης δόσης. Όμως δεν συντρέχει κανένας λόγος για να πάρουν ανάσα Ελλάδα και δανειστές. Η κατάσταση παραμένει δύσκολη. Η χώρα απέχει ακόμα πολύ από την διάσωσή της». Η Handelsblatt προσθέτει: «Εδώ και μήνες ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας καθυστερεί την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που υποσχέθηκε το καλοκαίρι του 2015. Σε αυτές ανήκουν το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας, η φιλελευθεροποίηση της αγοράς εργασίας, καθώς και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού. Εκτός αυτού καθυστερούν οι ιδιωτικοποιήσεις. Μόνο υπό τις ισχυρές πιέσεις των δανειστών η κυβέρνηση συναινεί σε ιδιωτικοποιήσεις, τις οποίες όμως τορπιλίζει αμέσως μετά με πλήθος τεχνάσματα». To δημοσίευμα αναφέρει ότι «την ίδια στιγμή η ελληνική οικονομία ασθμαίνει. Επειδή η κυβερνητική πολιτική στραγγαλίζει την ανάπτυξη ο Αλέξης Τσίπρας αναγκάζεται να επιβάλλει επιπλέον λιτότητα ή αύξηση φόρων. Το τι πιστεύουν οι Έλληνες για την πολιτική αυτή φαίνεται ξεκάθαρα στις δημοσκοπήσεις. Στην πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ θα λάμβανε σήμερα περίπου 11%, λιγότερο από ένα τρίτο του ποσοστού του στις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015». Τέλος, η γερμανική εφημερίδα γράφει: «Όμως και η παρακαταθήκη που θα αφήσει ο Αλέξης Τσίπρας στο κόμμα που θα τον διαδεχθεί θα είναι βαριά. Το τρίτο πρόγραμμα εκπνέει το καλοκαίρι του 2018 και η Ελλάδα σχεδιάζεται τότε να βγει στις αγορές. Το 2019 όμως η χώρα θα κληθεί να αποπληρώσει 20,5 δις. Από σημερινή σκοπιά μοιάζει ουτοπικό η Ελλάδα να αντλήσει, με φυσιολογικά επιτόκια, ένα τέτοιο ποσό από τις διεθνείς αγορές. Αν λοιπόν οι πιστωτές θέλουν να αποφύγουν την χρεοκοπία της Ελλάδας, τότε θα πρέπει να καταφύγουν, στα μέσα του 2018, σε ένα τέταρτο πρόγραμμα. Οι προοπτικές είναι δυσοίωνες. Ήδη η χώρα διανύει την όγδοη χρονιά ύφεσης. Και λόγω του πολύτιμου χρόνου που έχασε η κυβέρνηση Τσίπρα, η Ελλάδα παραμένει στα δεσμά της κρίσης».