Οι ελληνογερμανικές σχέσεις έχουν επιβαρυνθεί από τις διαπραγματεύσεις

Το ζήτημα της εξεύρεσης λύσης για το ελληνικό χρέος δεν είναι διμερές αλλά απασχολεί την ευρωζώνη ως σύνολο, δήλωσε σήμερα εκπρόσωπος της γερμανίδας καγκελάριου, χαρακτηρίζοντας ως θετική την έναρξη συνομιλιών της Αθήνας με τους θεσμούς.

 

«Δεν βλέπω ούτε προσωπική έχθρα ούτε αντιμετωπίζω το όλο ζήτημα της Ελλάδας και το πώς αυτή θα λύσει τα προβλήματά της ως ένα διμερές θέμα Γερμανίας – Ελλάδας, σχολίασε ο Στέφεν Ζάιμπερτ αναφερόμενος στην ένταση που έχει προκύψει τις τελευταίες ημέρες μεταξύ των δύο χωρών, προσθέτοντας πως ο στόχος της Άγκελα Μέρκελ παραμένει η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη.

 

Νωρίτερα, εκπρόσωπος του γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωνε ότι το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ξεκινήσει τις συνομιλίες με την Κομισιόν, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ είναι ένα θετικό σημάδι, υπογραμμίζοντας πάντως ότι δεν θα υπάρξει «καμία λευκή επιταγή» για την Αθήνα. 

Ο ίδιος ο Σόιμπλε, μιλώντας χθες βράδυ στο αυστριακό δίκτυο ORF και ερωτηθείς σχετικά με την προοπτικής ενός «Grexident» είχε δηλώσει πως «καθώς (η Ελλάδα) έχει την ευθύνη, η δυνατότητα να αποφασίσει τι θα συμβεί εναπόκειται μόνο σε εκείνη και επειδή εμείς δε γνωρίζουμε ακριβώς τι κάνουν οι αρμόδιες αρχές στην Ελλάδα, δε μπορούμε να το αποκλείσουμε», τονίζοντας πάντως ότι η Ευρώπη παραμένει προετοιμασμένη να βοηθήσει την Ελλάδα, ωστόσο η ίδια πρέπει να βοηθήσει τον εαυτό της.

 

Ρήγμα στις γερμανοελληνικές σχέσεις διαπιστώνει δημοσκόπηση 

Η πλειονότητα των Γερμανών θεωρεί ότι οι γερμανοελληνικές σχέσεις έχουν επιβαρυνθεί λόγω της διαμάχης για το ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας, σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενεργήθηκε για λογαριασμό του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD.

 

Στη δημοσκόπηση, το 54% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει τις σχέσεις των δύο χωρών ως «λιγότερο καλές», ενώ ως «κακές» τις περιγράφει το 30%. «Καλές» θεωρεί τις σχέσεις μόνο το 11%. Σε ό,τι αφορά πάντως τις σχέσεις των δύο λαών, το 45% των Γερμανών τις θεωρεί καλές ή πολύ καλές, ενώ το 46% ως κακές ή λιγότερο καλές.