«Όχι» του ΣΕΒ σε παλινδρόμηση στα εργασιακά
Για «εκστρατεία παλινόρθωσης του παλαιού κραταιού συστήματος εργασιακών ρυθμίσεων», το οποίο «την εποχή της ανάπτυξης εμπόδισε αρκετές επιχειρήσεις να καταστούν διεθνώς ανταγωνιστικές και σίγουρα απώθησε την εισροή σημαντικών παραγωγικών επενδύσεων» κάνει λόγο ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του για την ελληνική οικονομία.
Με ένα εκτεταμένο και αναλυτικό «κείμενο θέσεων» για τις βασικές αλλαγές που πρέπει να προωθηθούν άμεσα στην αγορά εργασίας, ο ΣΕΒ αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του στους εξής άξονες: α) στον ρόλο και στην περιορισμένη δυναμική του κατώτατου μισθού, β) στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, γ) στην αναβίωση της υποχρεωτικής διαιτησίας, δ) στο «εργασιακό χάος της απλήρωτης και αδήλωτης εργασίας», ε) στην «προσπάθεια κύκλων για επιστροφή στο προ του 2009 περιβάλλον των εργασιακών ρυθμίσεων» και στ) στην «ιδιαίτερη πελατειακή σχέση μεταξύ κομμάτων και συνδικαλιστικών φορέων, που χτίστηκε κομμάτι κομμάτι στο διάστημα μιας ολόκληρης γενιάς», η οποία είχε ως αποτέλεσμα την «υπερβολική συντεχνιακή προστασία της αγοράς εργασίας» και έβαλε φρένο στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Μάλιστα, στο κείμενο των θέσεων του ΣΕΒ διατυπώνεται με σαφήνεια και καθαρότητα ότι «η επιστροφή στο προ του 2009 περιβάλλον εργασιακών ρυθμίσεων δεν συνιστά επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά στη στρέβλωση».
Οι έξι άξονες
1. Για τον ρόλο κατώτατου μισθού – ΟΜΕΔ. Στο τελευταίο τεύχος του εβδομαδιαίου δελτίου του ο ΣΕΒ, αφού επισημαίνει ότι «στη σημερινή σκληρή πραγματικότητα της ύφεσης και της υποχρεωτικής αναδιάρθρωσης και ιδιωτικοποίησης επιχειρήσεων είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ακόμη και το τελειότερο σύστημα εργασιακών ρυθμίσεων δεν θα μπορούσε από μόνο του να μας βγάλει από τα αδιέξοδα που βιώνει η ελληνική οικονομία», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «αυτά δεν πρόκειται να εξαλειφθούν μόνο και μόνο επειδή ο κατώτατος μισθός θα ορίζεται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, ή επειδή αναβίωσε η υποχρεωτική διαιτησία, ή επειδή θα έχουμε γενικότερη επιστροφή σε πιο περιοριστικές ρυθμίσεις στα εργασιακά, όπως πολλοί ευαγγελίζονται».
2. Για «μαύρη εργασία». Για να ενισχύσει την ανωτέρω θέση του ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι ακόμη και στην εποχή πριν από το 2010 και τις πολιτικές των μνημονίων που ακολούθησαν αυτή υπήρχε. «Το εργασιακό χάος της απλήρωτης και αδήλωτης εργασίας, όπως και της διαρθρωτικής ανεργίας επικρατούσε και όσο ήταν σε ισχύ αυτές οι ρυθμίσεις».
3. Ταυτόχρονα με τις θέσεις του για την εργασιακή ατζέντα, ο ΣΕΒ χαρακτηρίζει ως «παράδοξο» ότι σήμερα «εξελίσσεται μία εκστρατεία παλινόρθωσης του παλαιού κραταιού συστήματος εργασιακών ρυθμίσεων, που και την εποχή της ανάπτυξης εμπόδισε αρκετές επιχειρήσεις να καταστούν διεθνώς ανταγωνιστικές και σίγουρα απώθησε την εισροή σημαντικών παραγωγικών επενδύσεων». Για το θέμα αυτό ο ΣΕΒ διατυπώνει μια σαφή θέση επισημαίνοντας ότι «η επιστροφή στο προ του 2009 περιβάλλον εργασιακών ρυθμίσεων δεν συνιστά επιστροφή στην κανονικότητα, αλλά στη στρέβλωση. Μια παλινδρόμηση στο καθεστώς των εργασιακών σχέσεων που ίσχυαν μέχρι τότε δεν είναι σε καμία περίπτωση το ζητούμενο για την οικονομία, τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις το 2016».
4. Μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας. Η ευελιξία της αγοράς εργασίας έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια κάτω από την επίδραση της εφαρμογής των μνημονίων. Η ευελιξία αυτή ήταν αναγκαία, καθώς για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις έπρεπε να προσαρμοστούν σε μία άνευ προηγουμένου συρρίκνωση της ζήτησης, λόγω της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής που επιχειρήθηκε. Όταν ξεκίνησε η κρίση και η ύφεση, η Ελλάδα είχε μία από τις πιο άκαμπτες αγορές εργασίας ανάμεσα στις αναπτυγμένες οικονομίες του ΟΟΣΑ. Και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που πολλές επιχειρήσεις δεν άντεξαν και έκλεισαν, ενώ ακόμη και κατά την περίοδο των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, μέχρι το 2008, η διαρθρωτική ανεργία -και ειδικότερα των νέων- ήταν ήδη σε υψηλά επίπεδα (π.χ., η ανεργία νέων ήταν 26% τον Δεκέμβριο 2008 και τον Απρίλιο 2016 47,4%). Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόσθηκαν, με τη διαρκή απειλή της πτώχευσης της χώρας να επικρέμεται ως Δαμόκλειος σπάθη, ήταν επιβεβλημένες, όπως και τόσα άλλα μέτρα που πάρθηκαν για την απελευθέρωση της οικονομίας από τα ρυθμιστικά δεσμά του κράτους.
5. Για τις πελατειακές σχέσεις κομμάτων – συνδικάτων. Σύμφωνα με τις θέσεις του ΣΕΒ, ειδικά στο πρόσφατο παρελθόν «έγινε μία τεράστια προσπάθεια εξισορρόπησης ενός συστήματος που δημιουργήθηκε από την ιδιαίτερη πελατειακή σχέση μεταξύ κομμάτων και συνδικαλιστικών φορέων και που χτίστηκε κομμάτι κομμάτι στο διάστημα μιας ολόκληρης γενιάς. Η σχέση αυτή εισήγαγε τα στοιχεία του κοινωνικού μοντέλου των πιο ώριμων οικονομιών, αλλά ταυτόχρονα προσέθετε διαρκώς επιστρώσεις από κάθε είδους προστατευτικές ρυθμίσεις ελληνικής εμπνεύσεως, που σταδιακά μας οδήγησαν σε ένα σύστημα που τελικά υπέσκαπτε την ανταγωνιστικότητα της εργασίας και την ελκυστικότητα για επενδύσεις».
6. Για το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας και τον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982 και τις ΔΕΚΟ. «Είναι γνωστό ότι η υπερβολική συντεχνιακή προστασία της αγοράς εργασίας βάζει φρένο στην απασχόληση και την ανάπτυξη, όπως δείχνουν και σχετικές οικονομετρικές μελέτες διεθνών οργανισμών, πέραν των επιπτώσεων των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και δικτύων. Αυτό συμβαίνει διότι οι υπερβολικές ρυθμιστικές παρεμβάσεις του κράτους τείνουν να “κλείνουν αγορές”, καθώς τις προστατεύουν από τον ανταγωνισμό και τους εξασφαλίζουν έτσι προστατευμένα κέρδη. Αυτά δε μοιράζονται ως μέρισμα σε ιδιώτες μετόχους, αλλά ούτε και γίνονται επενδύσεις, καθώς συνήθως αυτή η ρύθμιση των αγορών και ειδικά των δικτύων συνδυάζεται με δημόσιο έλεγχο ή και ιδιοκτησία των εταιρειών που παρέχουν κομβικές υπηρεσίες, όπως ενδεικτικά σε μεταφορές, ενέργεια και παροχή νερού».
Ο ΣΕΒ, η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι
Από το σύνολο των θέσεων του ΣΕΒ, όπως αναπτύχθηκαν έως σήμερα μέσα από τα επίσημα δελτία του, είτε μέσω των θεσμικών του εκπροσώπων, προκύπτει με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Βιομηχανιών, παράλληλα με τις διεργασίες που γίνονται σε επίπεδο κοινωνικών εταίρων, διατηρεί στο ακέραιο τη «δική του άποψη και ατζέντα» για το σύστημα οργάνωσης των εργασιακών σχέσεων στη χώρα. Παράλληλα, προβάλλει τις θέσεις και τις αντιρρήσεις του έναντι όχι μόνο της κυβέρνησης ή της ΓΣΕΕ, αλλά και έναντι των άλλων εργοδοτικών οργανώσεων, κυρίως της ΕΣΕΕ και της ΓΣΕΒΕΕ. Εξάλλου, αξίζει να επισημάνουμε και τη χθεσινή ηχηρή παρέμβαση του προέδρου της ΕΣΕΕ Βασίλη Κορκίδη, η οποία παρέμβαση, ειδικά στο θέμα της αύξησης του ορίου των ομαδικών απολύσεων (με αναφορά στον ΣΕΒ), αλλά και του θετικού ρόλου της λειτουργίας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα ρήγμα στις σχέσεις των εργοδοτικών οργανώσεων.
Υπενθυμίζουμε ότι στις 19/7/16 υπεγράφη η συμφωνία των κοινωνικών εταίρων για τα εργασιακά και λίγες μέρες αργότερα στις 22/6/16 αίσθηση προκάλεσαν οι ανακοινώσεις του ΣΕΒ που κυμάνθηκαν σε διαφορετικό ύφος από εκείνο της «συμφωνίας των πέντε σημείων των κοινωνικών εταίρων». Παρά τις αντιδράσεις και τα σχόλια που προκάλεσε η διαφοροποίηση του ΣΕΒ, ωστόσο, στην ανακοίνωση του Συνδέσμου με ημερομηνία 23/7/16 επισημαίνεται επί λέξει ότι: «Στο πεδίο των εργασιακών το ζητούμενο για τον ΣΕΒ είναι να οικοδομήσουμε ένα σύστημα που θα είναι απαλλαγμένο από τις ατέλειες και τα σφάλματα του παρελθόντος, που θα ευθυγραμμίζεται με τις δυναμικές ευρωπαϊκές οικονομίες ως προς τους στόχους, τις προοπτικές και τα εργαλεία πολιτικής».
Ο ΣΕΒ, μάλιστα, χωρίς να αρνείται το αποτέλεσμα της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων, ωστόσο, τονίζει χαρακτηριστικά στην ίδια ανακοίνωση ότι «υπό αυτή την έννοια προσυπογράφουμε το κείμενο γενικών αρχών και κατευθύνσεων των κοινωνικών εταίρων και ταυτόχρονα εξειδικεύουμε στις παρεμβάσεις μας ως οφείλουμε με υπευθυνότητα, διαφάνεια και εποικοδομητικό πνεύμα τις πάγιες θέσεις μας σε όλα τα κρίσιμα εργασιακά ζητήματα που επηρεάζουν άμεσα την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της απασχόλησης».
Πηγή: Ναυτεμπορική