Εις βάρος των πολιτών η επιτυχία της διαπραγμάτευσης

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

Πολύ ευτυχισμένοι δείχνουν οι Ευκλείδη Τσακαλώτος και Γιώργος Σταθάκης για την πορεία της διαπραγμάτευσης. Μας λένε ότι είναι σίγουροι ότι ως τις 2 Απριλίου ή λίγο μετά, κυβέρνηση και δανειστές θα έρθουν σε συμφωνία, ενώ διαβάζουμε ότι μεταξύ των δύο πλευρών υπάρχει προσέγγιση. Αυτό σημαίνει ότι κυβέρνηση και δανειστές «τα βρίσκουν» σε γενικές γραμμές στα μέτρα που θα πρέπει να επιβληθούν, τα οποία φυσικά, θα επιφέρουν νέα φορολογία και νέα μείωση του εισοδήματος των Ελλήνων.

Όμως δεν πρόκειται μόνο για τα νέα φορολογικά μέτρα που θα επιβληθούν, αλλά και για μια σειρά αυξήσεων σε προϊόντα και βασικές υπηρεσίες που θα μειώσουν ακόμη περισσότερο το ήδη μειωμένο εισόδημα της πλειοψηφίας των Ελλήνων, οι οποίοι ήδη προσπαθούν να ανταπεξέλθουν στην ακρίβεια. Κι αυτό γιατί υπάρχει ένα δημοσιονομικό κενό στη διετία 2017 – 2018, το οποίο οι δανειστές ζητούν να καλυφθεί με μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ. Και γι αυτό ζητούν αυτό να κενό να καλυφθεί με φορολόγηση όλων των βασικών υπηρεσιών και αγαθών.

Ας δούμε λοιπόν, τι ακριβώς ζητούν οι δανειστές, πέρα φυσικά από τα νέα φορολογικά μέτρα που ζητούν να επιβληθούν:

Αύξηση των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ, λόγω της αναπροσαρμογής (δηλαδή της μείωσης) των αντικειμενικών αξιών, ώστε να διασφαλίζεται η είσπραξη των 2,65 δισ. ευρώ από τον φόρο. Παράλληλα, όμως, εξετάζεται και η αύξηση του συμπληρωματικού φόρου που αφορά τη μεγάλη ακίνητη περιουσία και συγκεκριμένα άνω των 300.000 ευρώ. Από τις αλλαγές στον συμπληρωματικό φόρο θα πρέπει να προκύψουν επιπλέον έσοδα τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ, που όμως δεν αποκλείεται να φθάσουν και στο επίπεδο των 400 εκατ. ευρώ, αν κριθεί απαραίτητο. Επιβολή τέλους στη συνδρομητική τηλεόραση. Αύξηση της φορολόγησης συνολικά στα καύσιμα. Αύξηση της φορολογίας στην κινητή τηλεφωνία. Αύξηση του ΦΠΑ σε ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, εμφιαλωμένα νερά, βιβλία, εφημερίδες, θέατρα και κινηματογράφο.

Φορολόγηση των συλλογικών επενδύσεων (αμοιβαία κεφάλαια κ.λπ.). Μείωση αμυντικών δαπανών (κατά περίπου 100 εκατ. ευρώ το 2017 και περίπου 400 εκατ. ευρώ το 2018). Μείωση της μισθολογικής δαπάνης του Δημοσίου, όπως αυτή προκύπτει από το νέο μισθολόγιο. Διατήρηση του κανόνα προσλήψεων – αποχωρήσεων στο Δημόσιο για άλλα δύο με τρία χρόνια τουλάχιστον.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η κυβέρνηση διατείνεται ότι απορρίπτει τις προτάσεις για την αύξηση του ΦΠΑ σε ΔΕΗ, νερό, πολιτισμό, ενώ εξετάζει την αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα κίνησης μόνο. Αλλά αυτά τα οποία απορρίπτει η κυβέρνηση είναι το 0,5% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να καθιερώσει μέτρα που θα καλύψουν το υπόλοιπο 0,5% του ΑΕΠ. Δηλαδή, τις επόμενες μέρες θα πρέπει να βρει και να προτείνει νέα μέτρα, ύψους 0,5% του ΑΕΠ ή περίπου 900 εκατ. ευρώ. Τα οποία φυσικά σημαίνουν αυξήσεις σε άλλα είδη και υπηρεσίες. Και πού θα τα βρει αυτά τα νέα μέτρα; Το πιο πιθανό είναι ότι η κυβέρνηση θα βάλει χέρι και πάλι στις τσέπες των φορολογούμενων με αύξηση της φορολογίας εισοδήματος. Κι αυτό μπορεί να προκύψει είτε μειώνοντας το αφορολόγητο είτε με αλλαγές στις φορολογικές κλίμακες.

Για ποια «επιτυχή συμφωνία» λοιπόν κάνει λόγο η κυβέρνηση; Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί επιτυχία μια συμφωνία η οποία δεν προφυλάσσει τους πολίτες από τη φορολογία, δεν προστατεύει το εισόδημά τους, όσο μικρό κι αν είναι αυτό πια, αλλά επιβάλλει νέα φορολογικά μέτρα, είτε άμεσα, είτε έμμεσα;

Καμία επιτυχία λοιπόν για την ελληνική κυβέρνηση. Κι ας προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο. Κι ας πανηγυρίζουν. Επιτυχία θα ήταν αν δεν περνούσαν οι νέες αυξήσεις στις βασικές υπηρεσίες και στα προϊόντα, κι να κατάφερναν να πείσουν τους δανειστές ότι οι Έλληνες φορολογούμενοι δεν αντέχουν άλλα μέτρα και άλλες αυξήσεις στη φορολογία τους ή στις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος. Αν μπορούσαν να πείσουν τους δανειστές ότι πάνω από το 30% του ελληνικού πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας ή βρίσκεται στο κατώφλι της. Ότι οι Έλληνες πολίτες ζουν πλέον για να πληρώνουν φόρους και απλά προσπαθούν να επιβιώσουν με τα ελάχιστα χρήματα που τους απομένουν μετά από τη πληρωμή των αυξημένων φόρων και των ακριβώς προϊόντων και υπηρεσιών. Ότι χάνουν τα σπίτια τους από τις τράπεζες και τα distress finds και κινδυνεύουν να μείνουν στο δρόμο.

Αυτό ναι. Αυτό θα ήταν επιτυχία για την οποία θα μπορούσαν να πανηγυρίζουν οι υπουργοί μας. Αυτό θα περίμενε ο ελληνικός λαός για να πανηγυρίσει κι αυτός και να μπορέσει επιτέλους να ανασάνει. Γι αυτό η κυβέρνηση δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να πανηγυρίζει.