Γιατί αδειάζουν με λύσσα τα ελληνικά «χαρτιά» οι ξένοι επενδυτές
Με μαζική φυγή κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο Αθηνών και με εκτόξευση των spreads στα ελληνικά ομόλογα «απάντησαν» οι ξένοι επενδυτές στο νέο τοπίο πολιτικής αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί στη χώρα.
Οι απώλειες της τάξης του 20,35% για τον Γενικό Δείκτη μέσα σε τέσσερις συνεδριάσεις και η συρρίκνωση κατά 12,5 δισ. ευρώ της κεφαλαιοποίησης της αγοράς, καθώς και η εκτόξευση της απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου στο 9,25% (και η ακόμη μεγαλύτερη άνοδος του spread στα 3ετή και τα 5ετή) είναι ενδεικτικά του… «φόβου» που επέστρεψε στις τάξεις των ξένων επενδυτών για το τι μέλλει γενέσθαι.
Το «μήνυμα» που έδωσαν την περασμένη εβδομάδα οι αγορές αλλά και τα διεθνή funds που είχαν επιστρέψει δειλά δειλά στην Ελλάδα τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια ήταν ιδιαίτερα «ηχηρό» και ξεκάθαρο: ότι, δηλαδή, δεν πρόκειται να εμπιστευθούν τις επενδύσεις τους σε μία χώρα η οποία κινδυνεύει να «συρθεί» σε μία προεκλογική περίοδο με αβαβαιη έκβαση.
Δεν είναι τυχαίο ότι στα διεθνή ΜΜΕ επέστρεψαν ύστερα από καιρό τα σενάρια περί… GRexit, δηλαδή του ενδεχομένου εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ, με τους οίκους επενδύσεων και αξιολογήσεων να κρούουν τον «κώδωνα του κινδύνου» για πιθανή χρεοκοπία ή στάση πληρωμών.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, το Χρηματιστήριο Αθηνών δέχτηκε μεγάλες πιέσεις λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας που δημιουργεί η πιθανότητα μη εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, συνεπώς και η διενέργεια πρόωρων εκλογών, και υποχώρησε σε ποσοστό άνω του 20% μέσα σε μόλις τέσσερις συνεδριάσεις.
Με τους ξένους επενδυτές να… «ξεπουλάνε» όσο όσο όλες τις μετοχές μεγάλης κεφαλαιοποίησης που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους, η αγορά «έχασε» περισσότερα από 12,5 δισ. ευρώ σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης, με τις απώλειες στα περισσότερα blue chips να κυμαίνονται μεταξύ 20%-30%. Συνολικά από το ξεκίνημα της χρονιάς, η αγορά έχει χάσει περίπου 30%, ενώ οι απώλειες αγγίζουν το 40% από τα υψηλά του περασμένου Μαρτίου (18/3), όταν δηλαδή ο Γενικός Δείκτης είχε κλείσει στις 1.369,56 μονάδες.
«Ηχηρό» ήταν το μήνυμα των ξένων επενδυτών και στην αγορά ομολόγων, όπου η απόδοση του δεκαετούς ξεπέρασε ακόμη και το «ψυχολογικό φράγμα» του 9%, σκαρφαλώνοντας την Παρασκευή μέχρι το 9,25%. Υψηλότερα κινήθηκαν ακόμη οι αποδόσεις τόσο του 5ετούς (στο 9,7%), όσο και του 3ετούς, το οποίο υπερέβη ακόμη και το όριο του 11%.
Οπως ανέφερε το πρακτορείο Bloomberg, «η τελευταία φορά που τα ελληνικά ομόλογα είχαν καταγράψει τόσο κακή εβδομάδα ήταν όταν η χώρα προχωρούσε το 2012 στη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους στην ιστορία». Ειδικότερα, η απόδοση των 10ετών ομολόγων κατέγραψε άλμα μεγαλύτερο των 200 μονάδων βάσης την περασμένη εβδομάδα.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από τον Μάιο του 2012. Ακόμη χειρότερη είναι η πορεία στους πενταετείς και κυρίως στους τριετείς τίτλους, εξέλιξη που αντικατοπτρίζει ότι οι επενδυτές προβληματίζονται περισσότερο για τη βραχυπρόθεσμη ικανότητα της χώρας να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις. Η απόδοση των 3ετών ομολόγων εκτινάχθηκε περισσότερο από 460 μονάδες βάσης και πλέον είναι υψηλότερες από ό,τι οι αποδόσεις των 10ετών τίτλων.
«Οι πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα είναι ένα πιστωτικά αρνητικό γεγονός, καθώς θέτει σε κίνδυνο τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα για την επόμενη μέρα, μετά την ολοκλήρωση του μνημονίου», ανέφερε σε τελευταία της ανάλυση η Moody’s, η οποία τόνισε πως «οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις περιορίζουν την επενδυτική εμπιστοσύνη και αυξάνουν τα ρίσκα ρευστότητας και χρηματοδότησης για τη χώρα».
Αναφορικά με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης εκτιμά ότι η εξεύρεση 25 επιπλέον βουλευτών από τους ανεξάρτητους, τους ΑΝΕΛ και τη ΔΗΜΑΡ θα είναι μια δύσκολη «άσκηση». Ως προς τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, σημειώνει ότι μια συμφωνία για την επόμενη μέρα μετά το μνημόνιο θα είναι πολύ πιο αβέβαιη εάν προκληθούν πρόωρες εθνικές εκλογές, δεδομένης της δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και της αντίθεσής του σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις και μέτρα λιτότητας που πιθανόν να συνοδεύουν μια νέα συμφωνία. Επιπλέον, οι πολιτικές εξελίξεις μειώνουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών και θέτουν ρίσκα χρηματοδότησης και ρευστότητας, δεδομένης της εκτίμησης για χρηματοδοτικές ανάγκες πλέον των 20 δισ. ευρώ το 2015.
«Η μεγαλύτερη απειλή από τις ραγδαίες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις είναι να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα το παράδειγμα της… Κύπρου», αναφέρει σε εκτενή ανάλυσή της η Goldman Sachs. Σύμφωνα με τον επενδυτικό οίκο, «ο βασικός κίνδυνος για τη χώρα μας δεν είναι αν θα προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές ή αν θα υπάρξει πιθανή αλλαγή στην κυβέρνηση, αλλά εάν θα διακοπεί η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ».
Αν κάτι τέτοιο συμβεί, σημειώνει η αμερικανική τράπεζα, τότε αναπόφευκτα η Ελλάδα θα οδηγηθεί στο μοντέλο που εφαρμόστηκε στην Κύπρο, «πυροδοτώντας» εκ νέου τους φόβους εξόδου από την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με την GS, η Αθήνα δεν έχει πολλά περιθώρια να κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις που έχει δεσμευτεί να υλοποιήσει. Εάν αυτό συμβεί αργότερα, τότε αυτομάτως θα διακοπεί η χρηματοδότησή της από τους πιστωτές.
Στο μεταξύ, δημοσίευμα του Bloomberg ανέφερε ότι «η Ελλάδα γίνεται πάλι χώρα που δεν αξίζει να επενδύσεις». Σύμφωνα πάντως με το πρακτορείο, στην παρούσα φάση που οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων καλπάζουν, η έντονη αίσθηση είναι ότι η Ελλάδα, αυτήν τη φορά, πρόκειται να τεθεί σε καραντίνα από την υπόλοιπη Ευρώπη. Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και δημοσίευμα του Reuters, το οποίο μεταξύ άλλων ανέφερε ότι «η επιστροφή της ιδέας του Grexit, ως φόβητρου ή ως πραγματικής απειλής, έρχεται σε μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο και περιπλέκει επικίνδυνα τη φορτισμένη αναμονή έναρξης της πλήρους ποσοτικής χαλάρωσης στην Ευρωζώνη».
Εκτός από τους θεσμικούς επενδυτές (ξένους αλλά και εγχώριους), ιδιαίτερα θορυβημένοι εμφανίζονται και οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, οι οποίοι ζητούν περισσότερο από κάθε άλλη φορά κοινωνική συναίνεση προκειμένου να διατηρηθεί η Ελλάδα σε τροχιά επανόδου σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και οριστικής εξόδου από την πολυετή ύφεση.
Μιλώντας στο συνέδριο «CEO Summit», ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Θεόδωρος Φέσσας τόνισε πως «το οικονομικό ρίσκο της χώρας παραμένει συνδεδεμένο με το πολιτικό ρίσκο. Οσο αυτό συμβαίνει, η προσπάθεια να ορθοποδήσουμε, να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις, τις επενδύσεις και την πραγματική οικονομία θα ανακόπτεται». Τέλος, ο επικεφαλής του ΣΕΒ υπογράμμισε ότι «η συναίνεση σήμερα είναι εθνικά ωφέλιμη όσο ποτέ».
Πηγή: Έθνος