Για ποια ανάπτυξη μας μιλάνε;
Σε λίγο καιρό, η λέξεις «ανάκαμψη» και «ανάπτυξη» θα είναι ένα παραμύθι που θα λέμε στα παιδιά μας. Κι αυτά θα το λένε αργότερα στα δικά τους παιδιά. Γιατί ανάπτυξη δεν θα υπάρξει. Όχι τουλάχιστον με τους όρους που πρέπει να εννοείται η ανάκαμψη. Μετά από το φορολογικό νομοσχέδιο που ήρθε να πάρει ακόμη και το υστέρημα των φορολογούμενων, σε λίγο έρχεται και το εργασιακό, το οποίο θα μειώσει τις αμοιβές σε επίπεδα πρωτόγνωρα. Αν θεωρείται ανάπτυξη ο μισθός των 400 ευρώ, τότε τι θεωρείται επιβίωση και χαρτζιλίκι;
Για να υπάρξει ανάπτυξη πρέπει οι τράπεζες να στηρίξουν την επιχειρηματικότητα. Αλλά επιχειρηματικότητα δεν πρόκειται να υπάρξει μέσα σε αυτό το φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον. Κανείς δεν θα πάει να πάρει δάνειο, όταν δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Όταν δεν ξέρει πώς θα είναι αύριο η φορολογία. Όταν δεν ξέρει αν θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ίδια του τα χρήματα, ή τα δανεικά που μπορεί να πάρει, για να επενδύσει στην ανάπτυξη της επιχείρησής του. Όταν δεν ξέρει πώς θα είναι αύριο τα capital controls και πόσο θα είναι το ποσό που μπορεί να βγάλει από τη τράπεζα. Όταν για να χρησιμοποιήσει τα χρήματά του, πρέπει να κάνει αίτημα στη τράπεζα η οποία θα καθορίσει αν θα μπορέσει ο επιχειρηματίας να χρησιμοποιήσει τα χρήματά του.
Ανάκαμψη της οικονομίας και ανάπτυξη μας λένε καθημερινά οι πολιτικοί μας, κυβερνητικοί και μελλοντικοί υπουργοί και βουλευτές. Αλλά η ανάπτυξη δεν πρόκειται να έρθει όταν οι επιχειρηματίες φοβούνται για το τι θα φέρει το μέλλον. Όταν έχουν επιβληθεί πολύ υψηλοί φόροι, όταν επιβάλλονται έκτακτοι και απρόβλεπτοι φόροι και εισφορές, όταν το κόστος της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις είναι τεράστιο, όταν χάνεις μήνες από τη ζωή σου για να πάρεις τη πολυπόθητη άδεια, όταν υπάρχει κίνδυνος πολιτικής αστάθειας, όταν επικρατεί ο λαϊκισμός, όταν σ’ αυτή τη χώρα η επιτυχία οικονομική ή άλλη, τιμωρούνται βάναυσα από ένα εκδικητικό κράτος.
Αντί για νέες επενδύσεις και ανάπτυξη, το επιχειρηματικό τοπίο πνίγεται σε πτωχεύσεις επιχειρήσεων, μείωση της κατανάλωσης και του τζίρου σε όλους τους κλάδους, έλλειψη ρευστότητας και αδυναμία πληρωμών. Η κατάσταση θα χειροτερεύσει, καθώς η προσπάθεια εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια θα φέρει νέες πτωχεύσεις και μείωση του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων.
Η κυβέρνηση, όχι μόνο αυτή αλλά και οι προηγούμενες, δημιούργησαν ένα σαθρό και αβέβαιο επιχειρηματικό τοπίο, μέσα στο οποίο η μία επιχείρηση κλείνει μετά την άλλη. Περιμένει η κυβέρνηση την ξένες επενδύσεις. Αλλά μέσα σ’ αυτό το φορολογικό, οικονομικό και πολιτικό τοπίο, ούτε καν οι ξένοι έρχονται να επενδύσουν στην Ελλάδα γιατί, πολύ απλά, κι αυτοί δεν μπορούν να γνωρίζουν τι τους ξημερώνει.
Με το εργασιακό νομοσχέδιο οι αμοιβές θα πέσουν στα τάρταρα, αλλά ακόμα κι έτσι, το αβέβαιο περιβάλλον θα κρατήσει – και πολύ λογικά – μακριά από τη χώρα τους ξένους επενδυτές.
Η κυβέρνηση κατάφερε να κλείσει πάνω από 15.000 επιχειρήσεις μέσα σε μόλις 7 μήνες και, δυστυχώς, είναι σίγουρο ότι θα υπάρξει συνέχεια.
Η μόνη διέξοδος για την ελληνική επιχείρηση, για όσες απόμειναν τουλάχιστον, είναι η μετανάστευση στη Βουλγαρία, τα Σκόπια και την Αλβανία. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι και θα είναι η διόγκωση της ανεργίας στην Ελλάδα, αλλά και η απώλεια σημαντικών εσόδων από φόρους και εισφορές των επιχειρηματιών. Ποσά βέβαια, που πηγαίνουν στα κρατικά ταμεία των γειτονικών χωρών. Εκεί όπου οι ελληνικές επιχειρήσεις συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας.
Για ποια ανάπτυξη μας μιλάνε λοιπόν; Τουλάχιστον, ας σταματήσουν να μας κοροϊδεύουν. Γιατί ούτε αυτό μπορούν να κάνουν πλέον.