Ένας διαφορετικός ήρωας πολέμου
Απόψε στο Λος Αντζελες, στην τελετή απονομής των Χρυσών Σφαιρών, η βρετανική ταινία «Το παιχνίδι της μίμησης» και ο πρωταγωνιστής της Μπένεντικτ Κάμπερμπατς αποκαθιστούν πανηγυρικά το όνομα του Αλαν Μάθισον Τιούρινγκ, ήρωα πολέμου, αλλά και κορυφαίας μαθηματικής ιδιοφυΐας του 20ού αιώνα.
Παράλληλα, ξορκίζεται το φάντασμα της ομοφοβίας, που έγινε αιτία για σελίδες ντροπής στην ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας. Η επίσημη πολιτεία, πάντως, προηγήθηκε του κινηματογράφου. Το 2009, ο τότε πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν ζήτησε συγγνώμη για τη μεταχείριση του Τιούρινγκ από το βρετανικό κράτος. Το 1952, ο Τιούρινγκ είχε καταδικαστεί για ομοφυλοφιλία, με ένα νόμο περί σοδομισμού και προσβολής των ηθών, που είχε καταστρέψει μεταξύ άλλων και τον Οσκαρ Ουάιλντ. Δύο χρόνια μετά, ο Τιούρινγκ αυτοκτόνησε σε ηλικία 42 ετών.
Γιος υπαλλήλου στην Ινδική Υπηρεσία Δημοσίου, ο Τιούρινγκ βρισκόταν κοινωνικά μεταξύ της μεσαίας τάξης και της ανώτερης. Σπούδασε στο Κέμπριτζ (ανάμεσα στους καθηγητές του ήταν ο Ε. Μ. Φόρστερ και ο Τζον Μέιναρντ Κέινς), όπου και παρέμεινε μετά τις σπουδές του ως καθηγητής μαθηματικής λογικής. Εισήγαγε πρώτος την έννοια της τεχνητής νοημοσύνης και σχεδίασε μια μηχανή, πρόγονο των σύγχρονων ηλεκτρονικών υπολογιστών, που χρησιμοποιούσε αλγόριθμους για την επίλυση προβλημάτων.
Το «Παιχνίδι της μίμησης», από τον Νορβηγό σκηνοθέτη Μόρτεν Τίλντουμ, βασίζεται στη βιογραφία του Αντριου Χότζις «Αλαν Τιούρινγκ. Το Αίνιγμα» (στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τραυλός) και εκτυλίσσεται σε τρεις εποχές: στις αρχές της δεκαετίας του ’50 στο Μάντσεστερ, όπου έκλεισε τραγικά ο κύκλος της ζωής του Τιούρινγκ· στα χρόνια του πολέμου, στο Μπλέτσλι Παρκ, έδρα της Υπηρεσίας Σημάτων και Κωδικών, όπου ο Τιούρινγκ έσπασε τους κώδικες της γερμανικής κρυπτογραφικής μηχανής Enigma και αξιοποίησε τα μηνύματα που έστελνε το στρατηγείο του Τρίτου Ράιχ στα υποβρύχια και στις χερσαίες δυνάμεις του συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά στην έκβαση του πολέμου· και στη δεκαετία του ’20, σε ένα οικοτροφείο όπου ανακάλυψε την ερωτική του κλίση μαζί με την κλίση του στα μαθηματικά και στα κρυπτογραφήματα.
Επος και ημίφως
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει καταγραφεί στη συνείδηση του μέσου ανθρώπου σαν επική σύγκρουση του ελεύθερου κόσμου και της ναζιστικής Γερμανίας, του πολιτισμού με τη διαστροφή του ρατσισμού και τη βαρβαρότητα του Ολοκαυτώματος. Για κάποιους, όμως, που έλυναν μαθηματικούς γρίφους ήταν ένας κρυφός πόλεμος υποκλοπών, που έλαβε χώρα σε ένα χωριό κοντά στο Λονδίνο. Η αποστολή τους ήταν μυστική, όπως και των κατασκόπων, διαβαθμισμένη και απόρρητη για πολλά χρόνια.
Ο Τιούρινγκ, κορυφαίος αυτής της αποστολής, είναι ήρωας πολέμου πολύ διαφορετικός από τους υπόλοιπους της εποχής του. Ηξερε εξαρχής πως δεν θα παρασημοφορηθεί, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος. Ηταν ανυπόφορος και η συμπεριφορά του σχεδόν αυτιστική. Πίστευε πως η βία είναι ένα μηδενικό χωρίς το συναίσθημα της ικανοποίησης που τη συνοδεύει. Ο ίδιος φάνταζε στεγνός από συναισθήματα και ήταν «δογματικός» μέχρι το μεδούλι: υπέρτατη ισχύς γι’ αυτόν ήταν η ψυχρή λογική και η ευφυΐα. Εκρυβε κι ένα μεγάλο μυστικό: ήταν ομοφυλόφιλος, λόγος σοβαρός για να αντιμετωπιστεί σαν προδότης ή σαν κατάσκοπος ενός αόρατου εχθρού. Στις 7 Ιουνίου του 1954 δάγκωσε ένα μήλο, όπως η Χιονάτη του αγαπημένου του παραμυθιού, δηλητηριασμένο με υδροκυάνιο. Εχει μάλιστα ειπωθεί, μάλλον αυθαίρετα, πως το μισοφαγωμένο φρούτο που βρέθηκε δίπλα στον νεκρό Τιούρινγκ ενέπνευσε τον Στιβ Τζομπς για το μήλο-σήμα κατατεθέν της Apple!
Αίνιγμα και τιμωρία!
Ο Τιούρινγκ ήταν απόμακρος και δύστροπος, αλλά και οραματιστής, όπως ο μυθιστορηματικός δόκτωρ Φρανκενστάιν. Η μηχανή του στο Μπλέτσλι Παρκ, η οποία ανέλυε τα σήματα των ναζί, ήταν ένα άψυχο «τέρας» λογικής. Της έδωσε το όνομα του πρώτου αθώου έρωτά του, του Κρίστοφερ, που πέθανε από φυματίωση χωρίς ποτέ να επιστρέψει από τις διακοπές του στο οικοτροφείο τους. Στην ταινία υποστηρίζεται εμμέσως πως ο Τσώρτσιλ έβαλε το χέρι του για να παραμείνει ο Τιούρινγκ στο Μπλέτσλι. Ο εκκεντρικός αυτός επιστήμονας είχε εξοργίσει τους πάντες με τους αλαζονικούς τρόπους και τον συγκεντρωτισμό του, καθώς θεωρούσε σπατάλη χρόνου τη συνεργασία του με «κατώτερα» μυαλά. Το 1940 είχε αφήσει το Κέμπριτζ για να εγκατασταθεί στο Μπλέτσλι ως επικεφαλής μιας ομάδας μαθηματικών, πρωταθλητών του σκακιού και εξπέρ των σταυρολέξων, αρχαιολόγων με ειδικότητα τα ιερογλυφικά. Πεπεισμένος ότι μόνο μία μηχανή θα μπορούσε να ξεγελάσει μία μηχανή, κατασκεύασε τον τεράστιο «Κρίστοφερ» νικώντας το λιλιπούτειο Enigma – μηχανή μεγέθους γραφομηχανής, με την οποία κωδικοποιούσαν τα σήματά τους οι Γερμανοί. Αληθινός ναύαρχος του πολέμου στον Ατλαντικό ήταν ο Τιούρινγκ με ναυαρχίδα του τον «Κρίστοφερ».
Το «αίνιγμα» της ιδιωτικής ζωής του Τιούρινγκ μετά τον πόλεμο αντιμετωπίστηκε από την υποκριτική Βρετανία σαν… γόρδιος δεσμός. Συνελήφθη, ύστερα από διάρρηξη που έγινε στο σπίτι του στην οποία είχε εμπλακεί φιλικό πρόσωπο τού ερωτικού του συντρόφου, και καταδικάστηκε για ομοφυλοφιλία. Ο δικαστής τον άφησε να διαλέξει ανάμεσα στη φυλακή και τη θεραπεία του με «χημικό ευνουχισμό». Ο Τιούρινγκ επέλεξε το δεύτερο και μοιραία έπεσε σε κατάθλιψη. Κατά τον βιογράφο Αντριου Χότζις, το γεγονός ότι για δεκαετίες το όνομα του Τιούρινγκ ήταν γνωστό μόνο στους ακαδημαϊκούς κύκλους οφείλεται κυρίως στον εξευτελισμό που υπέστη.
Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς
Η ταινία είναι αμήχανη σκηνοθετικά, γεγονός που την υπονομεύει, ενώ έχει ελάχιστη σχέση με το πολεμικό δράμα. Της λείπει και η αγωνία του κατασκοπικού θρίλερ. Ελκεται από την ψυχολογία του Τιούρινγκ, δεν επιμένει όμως στην ομοφυλοφιλία του. Παράλληλα, κάνει νύξεις και για τη θέση της γυναίκας σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που δεν της επιτρέπει ρόλο πέραν της συζύγου. Βασικός άξονας του φιλμ είναι το πώς λειαίνονται οι δυσλειτουργικές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της ομάδας του Μπλέτσλι: τα ζωντανά γρανάζια δένουν μεταξύ τους για να πάρει μπροστά η «μηχανή».
Ο εξαίρετος Μπένεντικτ Κάμπερμπατς είναι το άλφα και το ωμέγα στην ταινία, «σπάει τον κώδικα της συνηθισμένης βιογραφίας», όπως γράφει εύστοχα στον «Γκάρντιαν» ο κριτικός Πίτερ Μπράντσοου. Παίζει περίπου όπως και στον τηλεοπτικό του Σέρλοκ Χολμς, που τον απάλλαξε από στερεότυπα παρουσιάζοντάς τον σαν την απόλυτη μηχανή. Συμπτωματικά, ο Χολμς μας έρχεται από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, ενώ ο Τιούρινγκ από την αυγή της εποχής των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Εχει σημασία, πάντως, ότι ο Τιούρινγκ έρχεται στην επικαιρότητα σε καιρούς που σκάνδαλα υποκλοπών ηχούν στη διαπασών.