Δικαστικό προηγούμενο κατα της επιβολής ελέγχου από την ΕΚΤ
Εκβιάζουν οι θεσμοί μέσω των κερδοσκοπικών μηχανισμών τους στην Τράπεζα κατα τα άλλα της Ελλάδας και στο κράτος τον ελληνικό λαό να αποδεχτεί κι άλλα μέτρα καταστροφής του και μετατροπής της χώρας του σε αποικία -ούτε καν προτεκτοράτο- χρέους. Ομως, στην ουσία η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα υπόκειται στη Δικαιοσύνη όπως κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό πρόσωπο. Και έχει καταδικαστεί στο παρελθόν…
Ο διοικητής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, εκτελεί εντολές αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας είναι ο άνθρωπος που για λογαριασμό των αφεντάδων του δίνει τις εντολές σε ένα κράτος-μαριονέτα ενός από τα πιο σάπια και αντιλαϊκά κρατικά συστήματα που υπάρχουν στον πλανήτη με τον μανδύα της δημοκρατίας.
Οση ώρα μιλούσε ο Γιάννης Δραγασάκης και παρέθετε τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς, ο Μάριο Ντράγκι κρατούσε στα χέρια του ένα χαρτί. Οταν ολοκλήρωσε την εισήγησή του ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο κ. Ντράγκι πήρε τον λόγο.
«Ξέρετε, αυτό το χαρτί είναι το non paper που μόλις εξέδωσε η ελληνική κυβέρνηση και κάνει λόγο για ρήξη με τους δανειστές», είπε ο κ. Ντράγκι και διάβασε στα εμβρόντητα στελέχη το περιεχόμενο του κυβερνητικού σημειώματος.
Με το non paper ο Νράγκι επιχείρησε να υποδείξει στην κυβέρνηση ότι δεν έχει σημασία τί θέλει ο ελληνικός λαός αλλά οι κερδοσκόποι που του έχουν φορτώσει τα χρέη όχι μόνο των ελληνικών τραπεζών και της διεφθαρμένης εγχώριας ελίτ με τους ομοίους των δολοφόνων του Βαγγέλη Γιακουμάκη αλλά και των δικών τους τραπεζικών συστημάτων και ελίτ, ανακουφίζοντας κατ’ ελάχιστο τον ζυγό των λαών των δικών τους χώρων.
Κοίτα ποιος μιλάει
Ο Ντράγκι έχει μέχρι τώρα προστατέψει με κάθε τρόπο το κλεπτοκρατικό τραπεζικό σύστημα στη χώρα μας. Το χαρακτήρισε φερέγγυο, εκθείασε τον Γιάννη Στουρνάρα όσο και τον προηγούμενο διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιώργο Προβόπουλο και κατέστησε σαφές πώς ακόμη κι αν οι Ελληνες πεθάνουν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει να στηρίζει τις εγχώριες τράπεζες.
Οπως, όμως, έχουν διαπραχθεί οικονομικά εγκλήματα από την Τράπεζα κατα τα άλλα της Ελλάδος και συγκεκριμένα από τις διοικήσεις της, έτσι έχουν διαπραχθεί οικονομικά εγκλήματα από την ΕΚΤ.Και η ΕΚΤ στην περίπτωση γερμανικών εταιριών δεν υπέβαλε αποφάσεις, αλλά περιορίστηκε σε ρόλο παρατηρητή. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και στην Ελλάδα, δηλαδή να μην αποφασίζουν οι κερδοσκόποι δια των Ντράγκι, Λαγκάρντ, Μέρκελ, Γιούνκερ για την χώρα μας.
Πριν από όχι αρκετό καιρό, και λίγες μέρες πρίν τις Βουλευτικές Εκλογές στην Ελλάδα, στις 21/01/2015, δημοσιεύθηκε η Πρόταση του Γεν. Εισαγγελέα Pedro Cruz Villallon του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΚ) σχετικά με την προσφυγή γερμανικών φορέων (Bundesverfassungs-gericht-BVerfG) εναντίον της ΕΚΤ και της (ιστορικής) αποφάσεώς της να προβεί στην χρήση «μη συμβατικών μέτρων» και την αγορά ομολόγων κρατών στην δευτερογενή αγορά.
Η απόφαση αυτή αποδεικνύεται σήμερα ότι είναι εξαιρετικά επίκαιρη, καθώς η ελληνική Κυβέρνηση κάνει αγωνιώδεις προσπάθειες για την αντιμετώπιση του αδιεξόδου.
Ποια ήταν η Πρόταση του Γεν. Εισαγγελέα για το QE της ΕΚΤ;
1. Το πρόγραμμα Outright Monetary Transactions (OΜΤ) της ΕΚΤ που ανακοινώθηκε στις 06/09/2012 συνάδει με τα άρθρα 119 και 127, παρ. 1 & 2 της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι, σε περίπτωση εφαρμογής του η ΕΚΤ:
Α. Θα απέχει από κάθε άμεση παρέμβαση στα προγράμματα χρηματοδοτικής βοήθειας με τα οποία συνδέεται το πρόγραμμα ΟΜΤ
Β. Θα τηρήσει αυστηρώς την υποχρέωση αιτιολογήσεως και τις απαιτήσεις που απορρέουν από την αρχή της αναλογικότητας.
2. Το πρόγραμμα ΟΜΤ συνάδει με το άρθρο 123, παρ.1, υπό την προϋπόθεση ότι στην περίπτωση εφαρμογής του, αυτή θα πραγματοποιηθεί σε χρόνο που επιτρέπει πράγματι την διαμόρφωση αγοράς για τα κρατικά ομόλογα.
Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι η απόφαση της ΕΚΤ που ελήφθη την Πέμπτη 22/01/2015 για χρήση «μη συμβατικών μέτρων» στα πλαίσια της αποκλειστικής της αρμοδιότητος για άσκηση «αυστηρά» νομισματικής πολιτικής, με βάση τα ως άνω συμπεράσματα, δεν θα επιτρέψει την συμμετοχή της Ελλάδος στο πρόγραμμα ΟΜΤ καθώς ήδη, η Ελλάδα βρίσκεται υπό τον μηχανισμό στήριξης European Stability Mechanism και άρα δεν θα μπορεί η ΕΚΤ να αγοράσει τα Ομόλογά της στην Δευτερογενή Αγορά.
Ποία ήταν τα προδικαστικά ερωτήματα;
Α. Τα όρια της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στα πλαίσια της ΣΛΕΕ (Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης)
Β. Η συμβατότητα του προγράμματος ΟΜΤ στα πλαίσια της ΣΛΕΕ (όπου απαγορεύεται η χρηματοδοτική βοήθεια των κρατών της ζώνης του ευρώ).
Αντικείμενο της επίδικης υποθέσεως ήταν η Ανακοίνωση της Αποφάσεως που ελήφθη κατά την υπ’αριθ. 340 Συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ που πραγματοποιήθηκε στις 5&6 Σεπτεμβρίου 2012, περί «εκπονήσεως Προγράμματος Αγοράς Κρατικών Ομολόγων εκδοθέντων από τα Κράτη της ζώνης του ευρώ”, με την ονομασία «ΟΜΤ» (Οutright Monetary Transactions – Οριστικές Νομισματικές Συναλλαγές).
Φυσικά η απόφαση αυτή ελήφθη στα πλαίσια λήψης έκτακτων «μη συμβατικών μέτρων» νομισματικής πολιτικής, στα πλαίσια του διακριτού ρόλου της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ (Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών), δικαίωμα που άσκησε εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2008 σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς των ΗΠΑ για να μετατραπεί το 2010 σε «ανεξέλεγκτη» κρίση δημόσιου χρέους κρατών της ευρωζώνης.
Η αποφασιστικότητα της ΕΚΤ να αντιμετωπίσει μια περιδίνηση των κρατών-μελών της ευρωζώνης σε μια «αυτοεκπληρούμενη προφητεία» καταστροφής με τα ασφάλιστρα κινδύνου (credit default swaps) να ίπτανται σε εξωπραγματικά επίπεδα, μη ανταποκρινόμενα στην πραγματική φερεγγυότητα των ομολόγων των συγκεκριμένων κρατών, οδήγησε στην λήψη τους, η οποία εμφαντικά αποκρυσταλλώθηκε στην φράση του Ντράγκι «Θα κάνουμε ότι χρειάζεται».
Μεταξύ των μέσων νομισματικής πολιτικής που διαθέτει η ΕΚΤ, σε έκτακτες περιπτώσεις, προβλέπεται η λήψη ΟΜΤ με την τήρηση αυστηρών και αποτελεσματικών όρων που θα προβλέπονται στα πλαίσια «κατάλληλου προγράμματος του ΕFSF ή του ESM, με την μορφή ολοκληρωμένου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής ή ενός προληπτικού προγράμματος (πιστωτικό όριο με ενισχυμένους όρους), εφ ‘όσον προβλέπεται η δυνατότητα πραγματοποιήσεως αγορών από τον EFSF ή τον ESM στην πρωτογενή αγορά». Επίσης, απαιτείται η συμμετοχή του ΔΝΤ τόσο κατά τον σχεδιασμό των συγκεκριμένων όρων που αφορούν τη χώρα όσο και την παρακολούθηση του προγράμματος. Δεν θεσπίζονται εκ των προτέρων ποσοτικοί περιορισμοί.
Η κύρια κριτική εδραζόταν στο εξής: Το κατά πόσον η λήψη των έκτακτων μη συμβατικών μέτρων αποτελεί άσκηση «Νομισματικής» Πολιτικής, ή το πρόγραμμα ΟΜΤ «εισέρχεται» στην δικαιοδοσία Κρατών-Μελών, δηλ. την άσκηση «Οικονομικής» Πολιτικής.
Η ΕΚΤ αρνήθηκε ότι το πρόγραμμα ΟΤΜ αποτελεί οικονομική πολιτική, καθώς, ενδεικτικά, η μία εκ των τεσσάρων προϋποθέσεων που τήρησε ήταν αυτή της «αιρεσιμότητος», δηλ ότι η εφαρμογή του προγράμματος δεν «παρακινεί τα οικεία κράτη να εγκαταλείπουν την υλοποίηση των δομικών μεταρρυθμίσεων που είναι αναγκαίες για την οικονομική τους βάση». ‘Επίσης ότι η «επιλεκτικότητα» των μέτρων είναι συμφυής με το πρόγραμμα ΟΜΤ, καθώς οι δυσλειτουργίες των διαύλων μεταδόσεως οφείλονταν στις αυξήσεις των επιτοκίων κρατικών ομολόγων των οικείων χωρών. Επιπλέον ότι υφίστανται εγγυήσεις που διασφαλίζουν την σύνδεση του προγράμματος με τη νομισματική πολιτική.
Ειδικότερα, στο άρθρο 129 αναφέρεται: «φαίνεται προφανές, ότι η νομισματική πολιτική αποτελεί μέρος της γενικής οικονομικής πολιτικής. Η διάκριση αμφότερων αποτελεί απαίτηση οφειλόμενη στη δομή των Συνθηκών και την οριζόντια και κάθετη κατανομή των αρμοδιοτήτων στην Ένωση, υπό οικονομικούς όμως όρους μπορεί να γίνει δεκτό ότι σε τελική ανάλυση κάθε μέτρο νομισματικής πολιτικής εντάσσεται στην ευρύτερη κατηγορία της γενικής οικονομικής πολιτικής.»
Έτσι, καταλήγουμε στο ζητούμενο που είναι εάν το πρόγραμμα ΟΜΤ μπορεί να ασκηθεί στα πλαίσια νομισματικής πολιτικής:
Η απάντηση ήταν ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΟΤΙ Η ΕΚΤ ΘΑ ΑΠΕΧΕΙ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΜΦΩΝΗΘΕΙ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ESM Η ΤΟΥ EFSF.
Επομένως, στην Ευρώπη η Δικαιοσύνη εξακολουθεί να λειτουργεί ακόμη κι αν οι αποφάσεις της δεν εφαρμόζονται από τα μεγάλα κεφάλια. Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να γίνει και με τον ελληνικό λαό. Ποιον θα εμπιστευτεί όμως για να ξεκινήσει έναν αγώνα διεκδίκησης των δικαιωμάτων του και επιστροφής των χρημάτων που παρανόμως οι κερδοσκόποι του αρπάξανε;
Τμήμα Ειδήσεων Radio1d.gr