Capital controls για όλους εκτός από την… Εκκλησία!
Σε δελτίο Τύπου που είχε εκδώσει στις 28 Σεπτεμβρίου παραπέμπει το υπουργείο Οικονομικών, με αφορμή τα σημερινά δημοσιεύματα για την εξαίρεση της Εκκλησίας από τα capital controls.
Σε αυτό αναφέρονται τα εξής: «Εξαιρούνται των περιορισμών χρηματικά ποσά από διεθνείς οργανισμούς και φιλανθρωπικά ιδρύματα του εξωτερικού που προορίζονται για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Ομοίως, εξαιρούνται και οι Μητροπόλεις και η Αρχιεπισκοπή για την ανάληψη έως του ποσού των 10.000 και 20.000 ευρώ μηνιαίως αντίστοιχα».
Το υπουργείο Οικονομικών συμπληρώνει ότι στο ίδιο δελτίο Τύπου περιγράφεται σειρά διευκολύνσεων και για οργανισμούς (φιλανθρωπικά ιδρύματα εξωτερικού) και για φυσικά πρόσωπα (νοσηλεία στο εξωτερικό, συνοδοί αρρώστων, οπλίτες, φοιτητές, διενέργεια εράνων για πάσχοντες από ανίατες ασθένειες, και σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και σε λοιπά, αλλά και για αρρώστους όπως και συνοδούς αυτών σε περίπτωση νοσηλείας εκτός Ελλάδας, άρση προθεσμιακών λογαριασμών για λόγους βιωσιμότητας κ.ό.κ.)
Ανεύθυνα χαρακτηρίζει η Ιερά Σύνοδος τα δημοσιεύματα που αναφέρονται σε προνομιακή εξαίρεση της Εκκλησίας από τα capital controls και εξηγεί ότι πρόκειται για αύξηση του μηνιαίου ορίου ανάληψης μετρητών που γίνεται αποκλειστικά για τη διευκόλυνση του ανθρωπιστικού της έργου.
Συγκεκριμένα, «προς αποκατάσταση της αλήθειας» αναφέρει ότι η σχετική υπουργική απόφαση δεν κατήργησε τους κεφαλαιακούς ελέγχους για τους φορείς της Εκκλησίας, αλλά αύξησε το μηνιαίο όριο αναλήψεως μετρητών ειδικά για την Αρχιεπισκοπή Αθηνών και τις υπόλοιπες Ιερές Μητροπόλεις της χώρας και υπό τον όρο ότι πρόκειται για ανάληψη από ένα πιστωτικό ίδρυμα και από ένα τραπεζικό λογαριασμό κάθε μήνα.
Η Ιερά Σύνοδος διευκρινίζει ότι «η αύξηση ορίου αναλήψεως αφορά μόνο στις Ι. Μητροπόλεις και δεν αφορά σε φυσικά πρόσωπα (εφημέριους, μοναχούς, Μητροπολίτες κ.λπ.) ούτε στα υπόλοιπα νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας (στον κεντρικό φορέα της «Εκκλησίας της Ελλάδος» ως νομικό πρόσωπο, στις Ι. Μονές κ.λπ.)».
Σε σχετική ανακοίνωση διευκρινίζεται επίσης ότι το μηνιαίο όριο αναλήψεων αυξήθηκε λόγω της έως σήμερα δυσχέρειας «καταβολής τακτικών και εκτάκτων επιδομάτων βοήθειας σε ημεδαπούς και αλλοδαπούς απόρους και οικογένειες από τα Φιλόπτωχα Ταμεία των Μητροπόλεων, καθώς η υλική βοήθεια προς αυτούς δεν διεκπεραιωνόταν ώς σήμερα διατραπεζικά».
Επίσης, το όριο αναλήψεων αυξήθηκε για «τη διευκόλυνση πληρωμής εξόδων για τα συσσίτια, εξόφλησης τρεχουσών υποχρεώσεων λειτουργίας των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων (γηροκομεία, άσυλα ανιάτων κ.λπ.) των Μητροπόλεων».
Επομένως, καταλήγει η Ιερά Σύνοδος, «η αύξηση του ορίου αναλήψεως μετρητών ήρθε να αποτρέψει την παράλυση του προνοιακού έργου των προαναφερθέντων εκκλησιαστικών φορέων δημοσίου δικαίου και όχι να θεσπίσει κάποιο προνόμιο υπέρ προσώπων, όπως ερμηνεύθηκε από ορισμένα δημοσιεύματα με σκανδαλοθηρική πρόθεση».