Απορρίφθηκε από το ΣτΕ η αίτηση της ΑΔΕΔΥ για την αξιολόγηση

Απορρίφθηκαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η αίτηση της ΑΔΕΔΥ που ζητούσε να ανασταλούν ως αντισυνταγματικές οι εγκύκλιοι του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης για την αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ).

Οι Σύμβουλοι έκριναν  ότι οι εγκύκλιοι του υπουργείου δεν υπόκειται σε αναστολή, γιατί «συνδέονται άμεσα με την οργάνωση και την ομαλή λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και των υπηρεσιών των ΝΠΔΔ».

 

Παράλληλα, όμως το ΣΤΕ (απόφαση 230/2014) αμφισβητεί εάν μπορούν οι εγκύκλιοι να προσβληθούν στα δικαστήρια. Δηλαδή, εάν μπορεί να ζητηθεί η ακύρωση εγκυκλίων των υπουργείων από τα δικαστήρια.

 

Όπως επισημαίνουν, αναστολή θα μπορούσε να δοθεί, μόνο εάν συνέτρεχαν εξαιρετικοί λόγοι ή εάν η εφαρμογή των εγκυκλίων θα προκαλούσε στους δημοσίους, κ.λπ. υπαλλήλους «βλάβη σοβαρή και ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη, οπότε επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση, να χορηγηθεί αναστολή ύστερα από συνεκτίμηση και των αναγκών της υπηρεσίας».

 

Επίσης τονίζουν ότι οι ισχυρισμοί της ΑΔΕΔΥ περί αντισυνταγματικότητας είναι «προδήλως αβάσιμοι», ενώ δεν υπάρχει σχετική νομολογία για το νομοθετικό πλαίσιο.

 

Οι Σύμβουλοι κρίνουν ότι η βλάβη την οποία επικαλείται η ΑΔΕΔΥ ότι θα υποστούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (όπως είναι η δυσμενής αξιολόγηση που θα έχει ως συνέπεια αρνητικές επιπτώσεις στην μισθολογική εξέλιξη ή την ενδεχόμενη ένταξη στο  σύστημα κινητικότητας –διαθεσιμότητας) δεν προέρχεται από τις εγκυκλίους, αλλά από «τις μέλλουσες να εκδοθούν εκθέσεις αξιολόγησης, οι οποίες θα μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικού ελέγχου».

 

Όμως, συνεχίζει η δικαστική απόφαση, οι εκθέσεις αξιολόγησης του 2013 σύμφωνα με το νόμο 4250/2014 δεν θα ληφθούν υπόψη κατά την αποτίμηση των προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων για τη θέση τους σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή κινητικότητας και «σε κάθε περίπτωση η επικαλούμενη βλάβη από την ΑΔΕΔΥ  είναι δυνατόν να αποκατασταθεί  σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως» καταλήγουν οι Σύμβουλοι της Επικρατείας.