Οι 7 αλλαγές στο ασφαλιστικό
Επτά παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό, στη βάση ανισοτήτων που έχουν ανιχνευτεί, υπάρχουν στο τραπέζι του σκληρού μπρα ντε φερ με τους δανειστές της χώρας, τόσο για την τρέχουσα διαπραγμάτευση, όσο και για την επόμενη μέρα της πιστοληπτικής γραμμής στήριξης.
Την ώρα που τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και τα «παζάρια» με την τρόικα φουντώνουν, το «Έθνος της Κυριακής» αποκαλύπτει τις διορθωτικές ρυθμίσεις που καλείται να εξετάσει η ελληνική πλευρά, υπό την εντεινόμενη πίεση της τρόικας, εστιάζοντας σε αδικίες, ανισότητες και στρεβλώσεις του ασφαλιστικού καθεστώτος της χώρας.
1. Διαφορετικοί χρόνοι απονομής της σύνταξης. Η απονομή της σύνταξης κυμαίνεται από 6 μήνες έως και 2,5 χρόνια, ανάλογα με το Ταμείο, το υποκατάστημα ή ακόμη και τους υπάλληλους που χειρίζονται στην εκάστοτε υπόθεση, με τους μεγαλύτερους χρόνους να παρατηρούνται σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης. Διαφορές υπάρχουν από Ταμείο σε Ταμείο αλλά και μέσα στο ίδιο Ταμείο από τμήμα σε τμήμα και από τόπο σε τόπο. Είναι χαρακτηριστικό πως αποκλίσεις σημαντικής κλίμακας παρατηρούνται ακόμη και στην απονομή της προσωρινής σύνταξης. Για παράδειγμα υπάρχουν υποκαταστήματα ΙΚΑ στην Αττική που δίνουν προσωρινή σύνταξη σε έναν μήνα, ενώ σε άλλα υποκαταστήματα η αναμονή μπορεί να αγγίξει τους τρεις ή ακόμη και τους έξι μήνες. Στην κατεύθυνση αυτή το υπουργείο Εργασίας προωθεί το Ενιαίο Κέντρο Απονομής Συντάξεων, το οποίο αναμένεται να λύσει οριστικά το πρόβλημα και να απαλείψει τις χρονικές ταλαιπωρίες για την απονομή της σύνταξης με την υποστήριξη του συστήματος «Ατλας», της ψηφιακής δηλαδή καταγραφής του συνολικού ασφαλιστικού ιστορικού των εργαζομένων.
2. Σχέση εισφορών με αποδοχές. Σε πολλά Ταμεία ή ακόμη και στο ίδιο Ταμείο παρότι οι ασφαλιστικές εισφορές είναι ίδιες, δίνεται διαφορετική σύνταξη. Για παράδειγμα, χαρακτηριστικό είναι αυτό που συμβαίνει με τους τραπεζοϋπαλλήλους. Μπορούν να πάρουν σύνταξη στα 58 έτη, ενώ τα γενικά όρια ηλικίας είναι στα 62 χρόνια (με 40 χρόνια εργασίας) ή στα 67 χρόνια.
3. Ελάχιστος χρόνος ασφάλισης. Μία από τις παρεμβάσεις που εξετάζονται αφορά στον ελάχιστο χρόνο ασφάλισης, καθώς ένας ασφαλισμένος που έχει 4.500 ένσημα (15ετια) και λαμβάνει την κατώτατη σύνταξη και το ΕΚΑΣ, μπορεί να βρεθεί τελικά σε καλύτερη οικονομική θέση από κάποιον που έχει 6.500 ένσημα. Οι ισχύουσες διατάξεις έχουν σαν αποτέλεσμα να παρατηρείται το εξής παράδοξο: ασφαλισμένος με 15 έτη, τα κατώτατα όρια κύριας και επικουρικής σύνταξης και που δικαιούται να λάβει σύνταξη κύρια και επικουρική που φτάνει τα 770 ευρώ περίπου. Οι κατώτατες συντάξεις με 15ετία ενσωματώνουν μεγάλο ποσοστό προνοιακής παροχής χωρίς αντίστοιχη καταβολή εισφορών και σε συνδυασμό με την πρόβλεψη για τη χορήγηση του ΕΚΑΣ σε όσους έχουν χαμηλό εισόδημα, θεωρείται ότι «στρεβλώνουν» το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης. Όπως αναφέρεται και στη μελέτη του ΚΕΠΕ, που βρίσκεται στα χέρια των δανειστών, το 26% των νέων συνταξιοδοτήσεων στο ΙΚΑ, δηλαδή το ένα τέταρτο, αφορά ασφαλισμένους με εισφορές που δεν ξεπερνούν τα 15 έτη.
4. Τρόποι υπολογισμοί των συντάξεων. Στους ασφαλισμένους μετά το 1993 η σύνταξη καθορίζεται με βάση τους μισθούς των τελευταίων πέντε ετών, ενώ οι ασφαλισμένοι πριν το 1993 παίρνουν σύνταξη ανάλογα με τα πέντε καλύτερα από τα 10 τελευταία χρόνια. Ειδικότερα, για τους ασφαλισμένους μετά την 1-1-1993 (τους λεγόμενους νέους ασφαλισμένους) προβλέπεται διαφορετικός τρόπος υπολογισμού της σύνταξης από ό,τι για όσους έχουν θεμελιωμένο δικαίωμα μέχρι την 31-12-2014 και έχουν πρωτοασφαλιστεί μέχρι την 31-12-1992. Για παράδειγμα, ασφαλισμένος μετά την 1-1-1993, που θα συνταξιοδοτηθεί με 40 έτη ασφάλισης σε ηλικία 62 ετών με πλήρη σύνταξη και μέσο όρο αποδοχών 1.500 ευρώ, θα πάρει 1.125 ευρώ σύνταξη. Αντίστοιχα, ασφαλισμένος πριν την 1-1-1993, με 40 έτη ασφάλισης, θα λάβει πλήρη σύνταξη στα 62 και με μέσο όρο καλύτερης 5ετίας την τελευταία 10ετία τα 1.500 ευρώ, η σύνταξή του θα είναι 1.210 ευρώ περίπου.
5. «Ομογενοποίηση» των ασφαλισμένων. Ακόμα και μέσα στο ίδιο Ταμείο υπάρχουν διαφορετικές «ταχύτητες» ασφαλισμένων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ΟΑΕΕ, όπου είναι ασφαλισμένοι, για παράδειγμα, οι έμποροι και οι εστιάτορες. Οι εστιάτορες παίρνουν σαφώς μεγαλύτερη σύνταξη από τους εμπόρους με τα ίδια χρόνια ασφάλισης, τα ίδια ένσημα και τις ίδιες προϋποθέσεις. Επί του παρόντος έχει προκριθεί με τη σύμφωνη γνώμη των κοινωνικών εταίρων η εθελοντική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών με ανάλογη μείωση των συντάξεων.
6. Αναμόρφωση του ΕΚΑΣ. Το ΕΚΑΣ δίδεται σήμερα χωρίς περιουσιακά και ασφαλιστικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να προκύπτουν ανισότητες. Για παράδειγμα, κάποιος με λίγα ένσημα μπορεί να λαμβάνει 650 ευρώ σύνταξη και να παίρνει και τα 200 ευρώ από το ΕΚΑΣ, με αποτέλεσμα το εισόδημά του να διαμορφώνεται στα 850 ευρώ, ενώ κάποιος άλλος με περισσότερα ένσημα μπορεί να παίρνει 800 ευρώ σύνταξη χωρίς να δικαιούται το ΕΚΑΣ. Σύμφωνα με πληροφορίες, πρόκειται για παρέμβαση με την οποία διαφωνεί ρητά το ΠΑΣΟΚ.
7. Κοινωνικοί πόροι. Πρόκειται για μνημονιακή υποχρέωση της χώρας να περιορίσει τους κοινωνικούς πόρους. Ήδη έχουν καταργηθεί ορισμένες μη ανταποδοτικές χρεώσεις. Υπάρχει, για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή κοινωνικός πόρος που στηρίζει τη σύνταξη δικηγόρων και μηχανικών. Παλιότερα υπήρχαν αντίστοιχοι πόροι για αρτοποιούς, εργαζόμενους στην ΕΥΔΑΠ, ναυτικούς, τελωνειακούς κ.λπ., αλλά καταργήθηκαν πρόσφατα. Μνεία για κατάργηση μη ανταποδοτικών χρεώσεων (οι λεγόμενοι κοινωνικοί πόροι) που προβλέπονται υπέρ φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας υπουργείου Εργασίας υπάρχει και στον κρατικό προϋπολογισμό του 2015, που κατατέθηκε την Παρασκευή στη Βουλή.
Πηγή: Έθνος της Κυριακής