Στο απυρόβλητο ο τζόγος στη κρεμάλα οι χαμηλόμισθοι
Άξιοι του μισθού τους αποδείχτηκαν οι 153 κυβερνητικοί βουλευτές που ψήφισαν το φορολογικό νομοσχέδιο, όπως ακριβώς τους υπέδειξαν οι δανειστές της χώρας. Άξιοι για μια ακόμη φορά απέναντι στους δανειστές, αλλά ανάξιοι απέναντι στους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους της χώρας. Άφησαν στο απυρόβλητο τον τζόγο και αρπάζουν ακόμη περισσότερα από τους χαμηλόμισθους μισθωτούς και τους συνταξιούχους με μηνιαίες αποδοχές των 600 και 700 ευρώ. Με μια αιφνιδιαστική, όσο και κρυφή κίνηση, η κυβέρνηση αφαίρεσε από το φορολογικό νομοσχέδιο διάταξη, σύμφωνα με την οποία ο φόρος στα τυχερά παιχνίδια αυξάνεται από το 30% στο 35%, και βάζει χέρι ακόμη περισσότερο στα χαμηλά εισοδήματα με ένα κόλπο, το οποίο, ενώ μειώνει το αφορολόγητο και τις συντάξεις, δίνει το απαραίτητο άλλοθι στον Ευκλείδη Τσακαλώτο να υποστηρίζει ότι δεν συμφώνησε τέτοιες μειώσεις. Αλλά και στη κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι δεν πήρε απόφαση για μείωση των αποδοχών των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων.
Νύχτα Παρασκευής προς Σάββατο, με μια κρυφή κίνηση και υπό την προστασία της πολύ βολικής απεργίας των δημοσιογράφων, το υπουργείο Οικονομικών απέσυρε ξαφνικά τη διάταξη του υπό ψήφιση φορολογικού νομοσχεδίου, η οποία προέβλεπε την αύξηση του συντελεστή φόρου επί του μικτού κέρδους των εταιρειών τυχερών παιχνιδιών από το 30% στο 35%. Με τη διάταξη αυτή θα ακυρωνόταν η επιβολή του Τέλους των πέντε λεπτών ανά στήλη τυχερού παιχνιδιού της ΟΠΑΠ, που θα απέφερε 210 εκατομμύρια στο ελληνικό Δημόσιο. Με τη νέα διάταξη, που όμως αποσύρθηκε, τα κρατικά έσοδα θα έφταναν στα 56 εκατ. ευρώ. Όμως η αλλαγή αυτή δεν έγινε προς το καλύτερο, ή για να διασφαλίσει ή να αυξήσει η κυβέρνηση τα έσοδά της από το φόρο στα τυχερά παιχνίδια του ΟΠΑΠ. Έγινε για να καταθέσει νέα διάταξη, και σύντομα μάλιστα, η οποία θα εμπεριέχει «αναλογικότερο», όπως διευκρινίστηκε από το υπουργείο Οικονομικών, τρόπο φορολόγησης. Πάντα βέβαια σε συνεννόηση με τον ιδιώτη ιδιοκτήτη του ΟΠΑΠ, γνωστού και μη εξαιρετέου κου.Μελισσανίδη.
Η κυβέρνηση δηλαδή, είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σε «αναλογικότερο» φόρο των τυχερών παιχνιδιών, και να μειώσει τα έσοδα της από τον ΟΠΑΠ. Και για να καλύψει αυτό το κενό βάζει για άλλη μια φορά στο στόχαστρο τα χαμηλά εισοδήματα, τα οποία δεν σταματάει να διακηρύσσει ότι προστατεύει. Αλλά είναι καιρός να μας πει η κυβέρνηση ποια εισοδήματα θεωρεί χαμηλά; Γιατί αν δεν θεωρεί χαμηλά τα εισοδήματα των 600 και 700 ευρώ, τότε κάτι δεν καταλαβαίνει η κυβέρνηση, ή κάνει ότι δεν καταλαβαίνει. Γιατί με την υπεροφορολόγηση που έχουν επιβάλει σ’αυτά τα εισοδήματα οι προηγούμενες κυβερνήσεις, την οποία έρχεται να διατηρήσει και να αυξήσει η νέα κυβέρνηση, τότε απομένουν ελάχιστα στους αμειβόμενους με 600 και 700 ευρώ για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με το φορολογικό νομοσχέδιο που ψήφισαν οι άξιοι του μισθού τους 153 κυβερνητικοί βουλευτές, οι πολίτες με μηνιαίες αποδοχές 600-700 ευρώ καλούνται να πληρώσουν φόρο αίματος ύψους 2 δις ευρώ
ως και το 2019. Ακριβώς ότι ζήτησαν – και πήραν τελικά – οι δανειστές. Και δεν έχει τελειώσει εδώ το φορολογικό και φοροεισπρακτικό θρίλερ της κυβέρνησης. Καθώς αναμένεται να έρθουν και οι έμμεσοι φόροι, αλλά και τα πρόσθετα προληπτικά μέτρα, που συζητούν σήμερα στο Eurogroup. Συνολικά τα φοροεισπρακτικά μέτρα αυτά θα ξεπεράσουν τα 4,5-5 δισ. ευρώ.
Οι νέοι φόροι εισοδήματος ισχύουν αναδρομικά από 1ης Ιανουαρίου 2016. Οι απώλειες για μισθωτούς και συνταξιούχους θα φανούν από την μισθοδοσία του επόμενου μήνα, λόγω της μηνιαίας παρακράτησης φόρου που θα αυξηθεί. Εκατομμύρια χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι θα χάσουν, μόνον για αυτό το λόγο, έως 20 ευρώ το μήνα. Η αιμορραγία θα συνεχίζεται ως το 2019, μέχρι να εξοφληθεί και ο φόρος εισοδήματος του 2018.
Αυτή είναι λοιπόν η ευαισθησία της κυβέρνησης και των 153 άξιων του μισθού τους βουλευτών της, που μείωσε διά της πλαγίας οδού το αφορολόγητο και τις συντάξεις. Και το έκανε αυτό, όχι για να προστατέψει τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους που δεν τους απομένει πλέον τίποτε άλλο για να δώσουν, αλλά για να δώσει άλλοθι και να μειώσει το αφορολόγητο των 9.545 ευρώ, σε κάτω και από τα 9.090 ευρώ που ήταν η «κόκκινη γραμμή» Τσακαλώτου, από την οποία, φυσικά, υποχώρησε η κυβέρνηση.
Περιμένει η κυβέρνηση με αυτά τα μέτρα να μπορέσουν οι δανειολήπτες να εξυπηρετήσουν και τα δάνειά τους; Ακόμα και αυτοί που μετά δυσκολίας και με συμβιβασμούς και θυσίες καταφέρνουν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους, μετά από αυτή τη θύελλα που ψήφισε η κυβέρνηση στη Βουλή, θα είναι πολλοί αυτοί που θα αδυνατούν να πληρώσουν τις τράπεζες. Κι έτσι, το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, όχι μόνο δεν θα λυθεί, όχι μόνο δεν θα μειωθεί, αλλά θα διογκωθεί σε τέτοιο βαθμό που οι τράπεζες δεν θα μπορούν να βρουν τρόπο διάσωσης από αυτό.
Εκτός κι αν η κυβέρνηση αποσκοπεί στο να αρπάξει όλα τα δάνεια, όλες τις κύριες κατοικίες των δανειοληπτών, για να τις βάλει κι αυτές μέσα στο υπερταμείο των 50 δις, και να τις ξεπουλήσει σε τιμή ευκαιρία. Και όταν θα γίνει αυτό, είναι πραγματικά απορίας άξιο, για ποια προστασία κύριας κατοικίας θα μιλάει η κυβέρνηση.