Τα τρία σενάρια για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους
Στο τρίγωνο Αθήνας – Ουάσιγκτον – Άμστερνταμ κρίνονται χρέος και αξιολόγηση, σε ένα δεκαπενθήμερο-φωτιά για την ελληνική οικονομία. Η κυβέρνηση ευελπιστεί πως ο «φάκελος Ελλάδα» θα έχει φύγει, με αίσιο τέλος στις διαπραγματεύσεις, από το τραπέζι των πιστωτών, το αργότερο έως το Πάσχα, με κεντρικό ορόσημο το άτυπο Eurogroup στις 22 Απριλίου.
Στο ενδιάμεσο μάλιστα, και εφόσον υπάρξει έως αύριο, κατάληξη των διαβουλεύσεων στην Αθήνα με επαρκή πρόοδο, στην Ουάσιγκτον, στις παρυφές της Εαρινής Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας θα γίνει μια πρώτη συζήτηση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Έτσι, με βάση το καλό σενάριο, περίπου τρεισήμισι χρόνια από τα τέλη του 2012, όπου ο τότε υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας είχε κλείσει τη συμφωνία με την Ευρώπη για επιπλέον ελάφρυνση του χρέους, υπό προϋποθέσεις, το ζήτημα θα συζητηθεί για πρώτη φορά, με προοπτική λύσης.
Όπως πάντως ξεκαθάρισε, εμμέσως, και η ίδια η Κριστίν Λαγκάρντ από το τραπέζι των συζητήσεων, πλέον από τη ρητορική απουσιάζει το «κούρεμα» στην ονομαστική αξία του χρέους. Κάτι που θα αποτελούσε ιδανική λύση για το Ταμείο, φυσικά πάντα στα δάνεια των Ευρωπαίων και όχι στα δικά του 22,5 δισ. ευρώ, αλλά δεν υπάρχει καμία περίπτωση να το δεχθούν οι Ευρωπαίοι, καθώς η ίδια η κ. Μέρκελ το χαρακτήρισε μη νόμιμο εντός Ευρωζώνης. Αλλά και ο Β. Σόιμπλε μίλησε για λύση αλλά σε καμιά περίπτωση για «κούρεμα» του χρέους.
Η κυβέρνηση επικεντρώνει τη στρατηγική της σε δύο μέτωπα: Καταρχήν να περιορίσει στο ελάχιστο δυνατό τις δεσμεύσεις που θα πρέπει να αναλάβει σε μέτρα, για να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση. Σε δεύτερο πλάνο να αποσπάσει μια ολοκληρωμένη συμφωνία για το χρέος, άμεσα, έστω και εάν ο πήχυς των προσδοκιών εκεί έχει υποχωρήσει αισθητά.
«Να κλείσουν όλα έως τις 23 Μαΐου»
Πιθανή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης σε συνδυασμό με μια πρώτη δέσμη αποφάσεων για το χρέος, μπορεί, προσωρινά, να αγοράσει χρόνο για όλες τις πλευρές. Αυτό τουλάχιστον επιδιώκει η Ευρώπη που όπως χαρακτηριστικά λένε κοινοτικά στελέχη, ατύπως, ένα μήνα πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα για το Brexit πρέπει να υπάρχει, ει δυνατόν, απόλυτη νηνεμία. Η συγκυρία συνηγορεί, εκτός απροόπτου, υπέρ του να δοθεί μια λύση για την Ελλάδα, που θα αφήνει όμως μεγάλες εκκρεμότητες για τη δεύτερη αξιολόγηση, δημιουργώντας την πλατφόρμα για ένα δύσκολο φθινόπωρο. Πάντως η διαδικασία δεν προδιαγράφεται ανέφελη, αφού, πρακτικά θα πρέπει να προσδιοριστούν από τώρα τα βήματα που θα πρέπει να γίνουν έως τη δεύτερη αξιολόγηση, στην οποία αναμένεται να ανοίξουν πολύ δύσκολα θέματα, όπως το εργασιακό και οι νέες παρεμβάσεις στο δημόσιο.
Πολιτική, η λύση για το χρέος
Πλατφόρμα για τη λύση για το χρέος, όπως έχει γράψει η «Η» αποτελεί σχέδιο που είχε εκπονήσει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM) το καλοκαίρι του 2015 με το κούρεμα στην ονομαστική αξία, εκτός συζήτησης. Πρόκειται για συντηρητικό σχέδιο, που στηρίζεται στην παραδοχή ότι έως το 2022, οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους είναι ελεγχόμενες. Από το 2022 και μετά, χρονιά κατά την οποία το δημόσιο θα πρέπει να πληρώσει μόνο για τόκους 22 δισ. ευρώ, ενώ μαζί με τα χρεολύσια ο λογαριασμός ανεβαίνει πάνω από τα 30 δισ. ξεκινούν τα προβλήματα.
Αυτό που συζητείται είναι η χρονική επέκταση της περιόδου χάριτος και η επιμήκυνση στον χρόνο αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων πιθανόν και πλαφόν στις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, με κεφαλαιοποίηση όμως του υπολοίπου και μετάθεση έτσι, επιπλέον κόστους για τις επόμενες γενεές. Παράλληλα η εφαρμογή των μέτρων για το χρέος δύσκολα θα χορηγηθεί χωρίς αιρεσιμότητα (conditionality) ανά χρονικές περιόδους. Δηλαδή θα οδηγήσει σε πολυετές «Σύμφωνο Χρέους» με τους πιστωτές, που θα δεσμεύει τη χώρα για πιστή δημοσιονομική εξυγίανση και δύσκολες μεταρρυθμίσεις αλλά θα δημιουργεί, υπό προϋποθέσεις, παράθυρο ευκαιρίας για σταθεροποίηση της οικονομίας. Τα δεδομένα πάντως είναι τα εξής:
Oι Ευρωπαίοι θα κάνουν κάποιες παραχωρήσεις, αλλά δεν θα επωμιστούν σπουδαίο κόστος. Η δημοτικότητα της Αγκ. Μέρκελ υποχωρεί και είναι δύσκολο να ζητήσει από το Κοινοβούλιό της μέτρα ελάφρυνσης χρέους για την Ελλάδα που θα έχουν όμως κόστος για τους Γερμανούς φορολογούμενους.
To Ταμείο δεν αναδιαρθρώνει τα δικά του δάνεια, ύψους περίπου 22,4 δισεκατομμύρια ευρώ που είναι μάλιστα και τα πιο ακριβά δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης. Ο ESM μάς δανείζει ήδη με εξαιρετικά χαμηλό κόστος και τα επιτόκια στα διμερή δάνεια του πρώτου πακέτου θα ήταν αρνητικά, εάν δεν πληρώναμε ένα πολύ μικρό premium.
Εφόσον η λύση συνδεθεί με ισχυρό conditionality, ο θετικός αντίκτυπος στην αγορά θα περιοριστεί και ίσως περιοριστεί το εύρος πιθανών αναβαθμίσεων.
Τα σενάρια
1 Επιμήκυνση στον χρόνο αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων:
Το μοντέλο θα είναι αναδιάρθρωση με επιμήκυνση, με τις απόψεις να διίστανται για τον χρόνο της επιμήκυνσης. Το Ταμείο θα ήθελε μεγάλη επιμήκυνση των δανείων για παράδειγμα τα 70 χρόνια, αλλά το θέμα είναι τι είναι αποδεκτό από τους Ευρωπαίους. Σύμφωνα με τραπεζικούς παράγοντες ένα ορόσημο θα μπορούσε να είναι τα 50 χρόνια. Αυτή τη στιγμή τα δάνεια από τους Ευρωπαίους έχουν περίοδο χάριτος, μέχρι το 2023 για εκείνα από τον EFSF και μέχρι το 2034 εκείνα από τον ESM, και μακρά περίοδο αποπληρωμής. Οι Ευρωπαίοι είναι πιθανόν να συναινέσουν επί της αρχής σε ένα σχέδιο περαιτέρω επιμήκυνσης, αλλά που θα δίνεται στην Ελλάδα σε δόσεις, εφόσον η χώρα συμμορφώνεται με συγκεκριμένα μέτρα στο πλαίσιο του Συμφώνου που θα συνοδεύει τη λύση.
2 Επιπλέον περίοδος χάριτος για καταβολή τόκων και κεφαλαίου
Στα πιθανά σενάρια θα μπορούσε να είναι και επέκταση της περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή των τόκων για άλλα δέκα χρόνια.
3 Μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά
Επειδή αναμένεται ανοδική τάση στα επιτόκια και επειδή το μεγαλύτερο μέρος είναι κυμαινόμενο, ιδανική λύση για την Ελλάδα θα ήταν η μαζική μετατροπή σε σταθερά επιτόκια. Το σενάριο θα έφερε κόστος όμως για τους Ευρωπαίους. Σε μια πιο ενδιάμεση λύση θα μπορούσε να γίνει μια μερική μετατροπή ή να υπάρχει πλαφόν στα τοκοχρεολύσια για τα δάνεια από την Ευρωζώνη, για παράδειγμα στο 1% του ΑΕΠ, με κεφαλαιοποίηση όμως του υπερβάλλοντος ποσού. Δηλαδή θα προστίθεται τελικά στο δάνειο και θα ανατοκίζεται μέχρι την αποπληρωμή.
Πηγή: Ημερησία