Τρώμε με χρυσά κουτάλια και δεν το ξέρουμε
Αν δει κανείς τον τρόπο που ερμηνεύει το υπουργείο Εργασίας τα στοιχεία του συστήματος Εργάνη για την απασχόληση, την ανεργία, τις μηνιαίες αποδοχές και τις συμβάσεις εργασίας, θα νομίζει κανείς είτε ότι εμείς ζούμε σε άλλη χώρα, είτε ότι το υπουργείο Εργασίας βρίσκεται εκτός πραγματικότητας. Γιατί, αν πιστέψουμε το υπουργείο Εργασίας, τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΡΓΑΝΗ «αποτυπώνουν μια θετική δυναμική για το 2017, για πρώτη φορά μετά την έναρξη της κρίσης.»
Το υπουργείο Εργασίας προσπαθεί να μας πείσει ότι, μισθό που δεν ξεπερνά τα κατώτατα όρια που ίσχυαν το 2012, δηλαδή ως 800 ευρώ μεικτά παίρνει ένας στους δύο εργαζομένους με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Όπως παραπλανητική είναι και η εικόνα αύξησης κατά 9,34% που παρουσιάζει σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας ο μέσος όρος των μεικτών μηνιαίων αποδοχών. Και αυτό γιατί, το +9,34% αντιστοιχεί στην αύξηση της μισθολογικής δαπάνης, με δεδομένη και την αύξηση της απασχόλησης και όχι των μέσων αποδοχών των εργαζομένων. Βάσει των πινάκων, ο μέσος μισθός ανήλθε σε 1.060 ευρώ έναντι 1.019 ευρώ το 2015 και συνεπώς η μέση αύξηση των αποδοχών δεν ξεπερνά το 4%.
Αλλά η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Κάτι που θα μπορούσαν να δουν μέχρι και τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας, αν έμπαιναν στον κόπο να εξετάσουν καλύτερα τα στοιχεία. Γιατί, παρά την αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 82.679, μέσα σε ένα χρόνο, η εικόνα κάθε άλλο παρά ευοίωνη είναι: δύο στις τέσσερις νέες θέσεις αφορούν εργαζομένους που προσλαμβάνονται με μισθούς κάτω των 600 ευρώ. Επίσης, το 25% των νέων εργαζομένων, αναγκάζεται να υπογράψει πρόσληψη με ευέλικτες μορφές εργασίας και μισθό κάτω των 500 ευρώ μεικτά. Τα στοιχεία αφορούν το 2016 κι ενδέχεται να είναι πολύ χειρότερα, αν απομονωθεί ο αμιγώς ιδιωτικός τομέας, δεν συμπεριληφθούν δηλαδή οι επιχειρήσεις του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, που κατά κανόνα αφορούν εργαζομένους με ευνοϊκότερους όρους αμοιβής.
Αναλυτικά, οι επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζομένους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και κατέθεσαν τους σχετικούς πίνακες στο υπουργείο, ανέρχονταν στο τέλος του προηγούμενου έτους σε 233.151 από 222.281 που είχαν καταθέσει αντίστοιχους πίνακες το 2015 (αύξηση κατά 10.870 επιχειρήσεις ή 4,89%). Ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολείται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε αυτές ανέρχεται σε 1.702.524, αυξημένος κατά 82.679 νέους εργαζομένους σε σχέση με το 2015 (1.619.845) ή κατά 5,1%.
Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγάλη διαφορά που παρατηρείται σε σχέση με τις ροές απασχόλησης που κατέγραψε το σύστημα Εργάνη κατά το 2016 (+136.260 νέες θέσεις εργασίας) είναι γιατί τα στοιχεία των ροών απασχόλησης αποτυπώνουν τις προσλήψεις – αποχωρήσεις και το αρνητικό ή θετικό ισοζύγιο απασχόλησης κατά τη συγκεκριμένη στιγμή και όχι την πραγματική εικόνα της αγοράς. Μάλιστα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το στοιχείο της τεράστιας μισθολογικής απόστασης που χωρίζει τους μισθωτούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο μέσος μισθός ανέρχεται σε 1.060 ευρώ, 849.896 εργαζόμενοι, ήτοι σχεδόν οι μισοί, λαμβάνουν μισθούς έως 800 ευρώ μεικτά, που αντιστοιχεί στον κατώτατο μισθό που ίσχυε το 2012, πριν από τη μείωσή του στα 586 ευρώ με νομοθετική διάταξη. Το 2016, η μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 19.019 άτομα, με αποτέλεσμα, συνολικά, το 22,48% των μισθωτών (382.729 άτομα) να εργάζεται –ή να δηλώνεται πως εργάζεται– με ευέλικτες μορφές απασχόλησης και να λαμβάνει έως 500 ευρώ μεικτά.
Τα στοιχεία δείχνουν επίσης τη σημαντική συγκέντρωση του εργατικού δυναμικού σε πολύ λίγες μεγάλες επιχειρήσεις. Αναλυτικά, το 44% των εργαζομένων, ήτοι 781.745 άτομα, απασχολείται στο 1,6% των επιχειρήσεων (3.790 σε σύνολο 233.151). Το 88,79% των επιχειρήσεων (207.030) έχει από 1 έως 10 εργαζομένους. Το 73,76% ή 171.977 επιχειρήσεις απασχολεί από 1 έως 4 εργαζομένους η κάθε μία και συνολικά το 17,129% του συνόλου των εργαζομένων (303.362 άτομα). Υπάρχουν και 68.560 εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται σε περισσότερες από μία επιχειρήσεις.
Από τις 233.153 επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζομένους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, οι 132.459 είναι ατομικές επιχειρήσεις και ακολουθούν 35.673 ομόρρυθμες εταιρείες (Ο.Ε.) και 20.648 ανώνυμες εταιρείες (Α.Ε.), ενώ υπάρχουν και 6.225 ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες που αναμένεται να αυξηθούν, λόγω των αλλαγών στη φορολογία και στις εισφορές.
Αν πιστέψει κανείς το υπουργείο Εργασίας, τότε πρέπει να παραδεχτούμε ότι μειώνεται και η ανεργία. Γιατί τι μας λέει το υπουργείο Εργασίας; Ότι το 2016 σε σύγκριση με το 2015 σημειώθηκε αύξηση της μισθωτής απασχόλησης καθώς και του μέσου όρου των μεικτών μηνιαίων αποδοχών. Αυτό σημαίνει ότι μειώθηκε και η ανεργία.
Αλλά σύμφωνα με τον Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ Ελλάδα θα χρειαστεί 21 χρόνια για να μειώσει τα ποσοστά της ανεργίας σε επίπεδα προ κρίσης, δηλαδή στα επίπεδα του 2009 που η ανεργία ήταν στο 7,5%. Βέβαια, τα καλόπαιδα του Μεγάρου Μαξίμου έσπευσαν να απαντήσουν – και με ειρωνικό υφάκι μάλιστα – στον Π.Τόμσεν.
«Ο κ Τόμσεν μπορεί να συνεχίσει τις εξαιρετικά επιτυχημένες προβλέψεις του όπως τότε που προέβλεπε ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και τελικά είχαμε ύφεση. Του ευχόμαστε καλή επιτυχία και να γράψει κι ένα μπλογκ.»
Αυτό όμως που δεν πήραν χαμπάρι οι νεόκοποι μετακλητοί πολιτικάντηδες και σύμβουλοι του Μεγάρου Μαξίμου, είναι ότι ο Πολ Τόμσεν είπε απλά κατά γράμμα όσα έχει προβλέψει από το 2014 ο γκουρού στα θέματα εργασίας Σάββας Ρομπόλης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, που οι εκθέσεις του είναι πρότυπο επαγγελματισμού για τα ελληνικά πράγματα. Ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, αριστερός και από τους αγαπημένους των συριζαίων και του πρωθυπουργού. Τι γράφει ακριβώς ο κ Ρομπόλης στην έκθεση του Ινστιτούτου: «Η ανεργία, μετά την ύφεση, πολύ δύσκολο θα διαμορφωθεί κάτω από το 17% μέχρι το 2026 ακόμη και με το αισιόδοξο σενάριο ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ 3,5%-4% (50.000 νέες θέσεις εργασίας το χρόνο) καθώς αυτό το ποσοστό αποδίδεται κατά κύριο λόγο, στα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.» Και συνεχίζει ο κ Ρομπόλης: «Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία σε επίπεδα ανεργίας του έτους 2009 (450.000 άνεργοι) και να δημιουργήσει το ένα εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν την περίοδο 2009-2013 ακόμη και με αυτό το αισιόδοξο σενάριο ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ, θα χρειαστούν τουλάχιστον 20 χρόνια.»
Και καταλήγει:
«Με άλλα λόγια, με αφετηρία την προοπτική μίας αναιμικής ανάκαμψης την περίοδο 2015-2025 (αύξηση ΑΕΠ 1,5% τον χρόνο) στην ελληνική οικονομία, εκτιμάται ότι η ανεργία θα μειωθεί στο τέλος της ερχόμενης δεκαετίας κατά 220.000 άτομα. Κατά συνέπεια η ασθενής αυτή εξέλιξη στον τομέα μείωσης της ανεργίας δεν θα είναι ικανή να αμβλύνει ουσιαστικά την ισορροπία τρόμου που έχει δημιουργηθεί στην ελληνική αγορά εργασίας όπου 1.400.000 άνεργοι αντιστοιχούν σε 1.400.000 απασχολούμενους του ιδιωτικού τομέα.»
Αυτά υπό κανονικές συνθήκες. Γιατί ο κ Ρομπόλης προβλέπει σωστά ότι η ανεργία εκτός από τη ύφεση θα πιέζεται και από τις εξελίξεις της τεχνολογίας που αντικαθιστούν εργαζόμενους με μηχανές.
Αυτή λοιπόν είναι η σκληρή πραγματικότητα. Κι ας προσπαθούν τα στελέχη και οι κομματικοί μετακλητοί του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Εργασίας να μας παρουσιάσουν μια μαγική εικόνα. Αυτή μπορεί να είναι καλή και αποδεκτή για τα κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που τρώνε – ή επιμένουν να τρώνε – αμάσητα όσα ψέματα τους σερβίρει η κυβέρνηση για να μπορέσουν να δικαιολογήσουν την παραμονή τους στο κόμμα και να επιχειρηματολογούν στα καφενεία για να κάνουν δήθεν τους πολύξερους. Αλλά ο κόσμος γνωρίζει πάρα πολύ καλά τη πραγματικότητα γιατί τη ζει καθημερινά στο πετσί του. Γιατί 2.000.000 άνεργοι ξυπνούν καθημερινά με την αγωνία και το άγχος για το πώς θα βγάλουν τη μέρα και πώς θα ανταπεξέλθουν σε έξοδα, φόρους και λογαριασμούς για να μπορέσουν να βάλουν κι ένα πιάτο φαΐ μπροστά στα παιδιά τους. Και πάρα πολλοί συνταξιούχοι ζουν καθημερινά με την αγωνία πώς θα πάρουν τα φάρμακά τους, θα πληρώσουν λογαριασμούς και φόρους και πώς θα βοηθήσουν τις οικογένειες των παιδιών τους.
Όλα τα άλλα, είναι απλά επιχειρήματα της πλάκας για να δικαιολογήσουν οι μετακλητοί διορισμένοι τα παχυλούς μισθούς τους.