Το υπέρτατο κακό που λέγεται κόκκινα δάνεια
Έχουν λυσσάξει οι τραπεζίτες, οι οικονομικοί παράγοντες, όλοι αυτοί που αποζητούν τις επενδύσεις – ξεπούλημα, όλοι αυτοί που αγωνιούν για τη διάσωση των τραπεζών, και βέβαια, πρώτος απ’όλους ο διοικητής της τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, με τους δανειολήπτες που έχουν κόκκινα δάνεια. Για κάθε πρόβλημα στην οικονομία, στην εξυγίανση και στη διάσωση των τραπεζών, αιτία για όλους αυτούς είναι τα κόκκινα δάνεια. Τώρα – όπως διαβάζουμε σε διάφορα ΜΜΕ που παίζουν το παιχνίδι των τραπεζιτών, περιμένοντας βέβαια να έρθει και προς το μέρος τους κανένα κοκαλάκι από τις τράπεζες υπό τη μορφή χαμηλότοκου δανείου χωρίς εγγυήσεις για να μπορέσουν να επιβιώσουν – τα κόκκινα δάνεια φταίνε και για το ότι δεν έρχονται στη χώρα επενδύσεις.
Αλλά για ποιες επενδύσεις μιλάνε; Αυτό δεν μας το λένε. Δεν μιλάνε για επενδύσεις που θα έρθουν από ξένες εταιρείες που θα έρθουν να δημιουργήσουν νέες εταιρείες και νέες θέσεις εργασίας. Μιλάνε για δήθεν επενδύσεις που θα έρθουν από εταιρείες αρπακτικά που θέλουν να αρπάξουν από τα χέρια των Ελλήνων επιχειρηματιών που έχουν κόκκινα δάνεια, τις επιχειρήσεις τους, για να τις ξεκοκαλίσουν, να τις διαλύσουν, να τις τεμαχίσουν και να τις ξεπουλήσουν για να βγάλουν γρήγορο κέρδος.
Όπως διαβάζουμε λοιπόν στα πολύ πρόθυμα αυτά ΜΜΕ, «κομβική για την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, οι οποίες θα οδηγήσουν τη χώρα στην έξοδο από την κρίση και σε βιώσιμη ανάπτυξη, είναι η άμεση αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων». Γιατί, λένε, η επίλυση του προβλήματος των κόκκινων δανείων, αποτελεί το “κλειδί” για την εξυγίανση των εταιρικών και τραπεζικών ισολογισμών και θα καταστήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις πιο ελκυστικές για τους επενδυτές.
Κι αυτό γιατί, οι εισροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ) την περίοδο πριν από την κρίση (2001-2008) αφορούσαν στην πλειονότητά τους εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων, εκ των οποίων αρκετές ήταν πρώην δημόσιες επιχειρήσεις. Ένα μικρό ποσοστό αφορούσε πιο παραγωγικές επενδύσεις, όπως τη δημιουργία νέων ή την επέκταση υφιστάμενων επιχειρήσεων. Κατά την περίοδο 2009-2012, στη διάρκεια της κρίσης, καταγράφηκε έντονη αύξηση των εισροών ΞΑΕ για ίδρυση εταιρίας ή αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και επιβράδυνση των επενδύσεων για εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Προκειμένου να υπάρξει αντιστροφή της τάσης αυτής και να ενισχυθεί η πολύτιμη για την έξοδο από την κρίση εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων, τραπεζικοί και επιχειρηματικοί παράγοντες έχουν επανειλημμένως τονίσει την ανάγκη χάραξης εθνικής στρατηγικής για τη δημιουργία ενός σταθερού και φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, το οποίο θα παρέχει τα κατάλληλα επενδυτικά κίνητρα και θα μειώνει τον επενδυτικό κίνδυνο.
Προς αυτή την κατεύθυνση λοιπόν, κομβικής σημασίας είναι – σύμφωνα πάντα με τους τραπεζίτες και τους πρόθυμους παρατρεχάμενους κοντυλοφόρους τους – η άμεση αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω της οποίας θα εξυγιανθούν τόσο οι τράπεζες, όσο και οι επιχειρήσεις. Πρόκειται, λένε, για ένα βασικό προαπαιτούμενο για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, το οποίο τονίζεται και στην Ετήσια Έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρα. Κάτι το οποίο βέβαια είναι πάρα πολύ λογικό να προέρχεται από τον Γ.Στουρνάρα. Τι υποστηρίζει στην έκθεσή του ο Γ.Στουρνάρας; Ότι στην ίδια κατεύθυνση – να έρθουν δηλαδή επενδύσεις στη χώρα – θα συμβάλουν:
– Η επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων και η καλύτερη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
– Η ολοκληρωμένη υλοποίηση μιας εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής.
– Η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της αδιαφάνειας και ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης.
– Η δημιουργία ενός ορθολογικού και σταθερού φορολογικού πλαισίου. Η πολυπλοκότητα της φορολογικής νομοθεσίας και οι συχνές τροποποιήσεις της δημιουργούν αβεβαιότητα και σοβαρά αντικίνητρα στους επενδυτές.
– Η εύρυθμη λειτουργία του δικαστικού συστήματος. Μολονότι έγιναν κάποια θετικά βήματα με το νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αναφορικά με την ιεράρχηση στην ικανοποίηση των πιστωτών σε περίπτωση πτώχευσης, παρατηρείται σημαντική υστέρηση για πλήθος άλλων θεμάτων, όπως η νομοθεσία για τις χρήσεις γης, οι όροι δόμησης, η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και η επαρκής προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Σε αρκετές περιπτώσεις, πρόσθετο εμπόδιο αποτελούν οι συχνές εντάσεις και προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώ η δικαστική επίλυση των διαφορών παραμένει χρονοβόρα και περίπλοκη.
– Η ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά προϊόντων με εναρμόνιση της νομοθεσίας και πιο ευέλικτες κανονιστικές ρυθμίσεις.
– Η βελτίωση των “διευκολυντών” της επενδυτικής δραστηριότητας (“investment facilitators”), όπως υποδομές, διασυνδεσιμότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας και τηλεπικοινωνίες (ψηφιακά δίκτυα).
– Η διατήρηση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου κεφαλαίου και η αναβάθμιση των διοικητικών ικανοτήτων των στελεχών μέσω μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στην ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης και της αγοράς εργασίας, καθώς και κινήτρων για επαναπατρισμό των νέων εργαζομένων που μετανάστευσαν (“brain regain”) (χωρίς βέβαια να μας λέει ο κ.Στουρνάρας με τις αμοιβές θα αμείβονται όλοι αυτοί οι επιστήμονες που ο ίδιος θέλει να επιστρέψουν στην Ελλάδα).
Με λίγα λόγια, οτιδήποτε μπορεί να διευκολύνει στο ξεπούλημα της εθνικής περιουσίας, του εθνικού πλούτου, της περιουσίας των δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια και – φυσικά και πάνω απ’όλα – να υπάρχει το ακαταδίωκτο και η ποινική ασυλία των τραπεζικών στελεχών που θα χειριστούν όλες αυτές τις υποθέσεις. Οτιδήποτε μπορεί να εξυπηρετήσει τους σκοπούς και τους στόχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με τους ισχυρότατους πελάτες της, που θέλουν να ανοίξει μπροστά τους ο δρόμος για να εισβάλουν σε χώρες με προβληματικές οικονομίες και να αρπάξουν μισοτιμής ή και ακόμα φθηνότερα, όλο τον πλούτο τους.
Τα κόκκινα δάνεια λοιπόν είναι το υπέρτατο κακό σε αυτή τη χώρα, γιατί δεν αφήνει να έρθουν επενδύσεις. Φταίνε οι δανειολήπτες. Αλλά οι τράπεζες δεν φταίνε ποτέ. Και πάνω που ο κόσμος πάει να τους πιστέψει όλους αυτούς, έρχεται η επικαιρότητα που υπενθυμίζει σε όλους ποιοι είναι οι πραγματικοί ένοχοι που παραμένουν ατιμώρητοι.
Αυτή τη φορά η υπενθύμιση ήρθε υπό τη μορφή της Τράπεζας Αττικής και των δανείων που έχει δώσει στον εθνικό εργολάβο του ΣΥΡΙΖΑ, τον κ.Καλογρίτσα.
Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα, σε εποχή capital controls ο κ. Καλογρίτσας παίρνει πολλαπλάσια δάνεια απ’ ότι στο παρελθόν με bonus επιτόκια της χαράς. Δεν είναι μόνο που στραβώθηκαν οι άνθρωποι στην Τράπεζα Αττικής και τους έδωσαν τα κλειδιά της Τράπεζας. Είναι που η ίδια κυβέρνηση έσπασε σε πολλές εργολαβίες τον έργο του δρόμου Πάτρας –Πύργου, ώστε η κατασκευαστική του κ. Καλογρίτσα να μπορεί να συμμετάσχει στο έργο, καθώς πριν δεν έχει τα τυπικά από τον νόμο προσόντα.
Η διαπλοκή είναι ένας χορός που χρειάζεται δύο για να χορευτεί. Από την μία ο πολιτικός κόσμος και από την άλλη ο επιχειρηματικός. Η διαπλοκή υπήρχε χτες και είναι βέβαιο ότι υπάρχει και σήμερα και θα υπάρχει και αύριο. Ψάχνοντας κανείς να δει τι άλλαξε σήμερα σε σχέση με χτες, θα διαπιστώσει ότι η Αττική Οδός είναι ακόμη στην θέση της και ότι οι ίδιες οικογένειες που είχαν στα χέρια τους την οικονομική ισχύ της χώρας εξακολουθούν να κυριαρχούν στα ελληνικά πράγματα. Οι κυβερνήσεις αλλάζουν, αλλά εκείνοι παραμένουν εδώ και μάλιστα πανίσχυροι.
Στην περίπτωση της τράπεζας Αττικής και του κ.Καλογρίτσα αποκαλύφθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός λειτουργίας. Όχι γενικά κι αόριστα ότι κάποιος επιχειρηματίας ευνοήθηκε. Αλλά το πώς ακριβώς ευνοήθηκε. Κι αν ενώσει κανείς τις γραμμές μπορεί να στηρίξει τα περί ισχυρών ανταλλαγμάτων. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ευνοεί την διαπλοκή, όπως ακριβώς την ευνοούσαν κι οι προηγούμενες.
Αλλά όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα. Το υπέρτατο κακό της χώρας είναι τα κόκκινα δάνεια. Για όλα φταίνε τα κόκκινα δάνεια, μας λέει φυσικά ο διοικητής της ΤτΕ Γ.Στουρνάρας. Δεν μας λέει όμως ποιος τα δημιούργησε, πώς δημιουργηθήκαν και σε ποιους φόρτωσαν την διάσωση των τραπεζών. Ούτε κουβέντα γι αυτό το θέμα. Από την άλλη εκφράζει τους φόβους του, και καλά κάνει αφού ο ίδιος ευθύνεται για το ότι από τις αρχές του έτους μέχρι σήμερα 3,2 δισ. ευρώ καταθέσεις έκαναν φτερά, κι επειδή για την 4η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα φταίει και πάλι ο ίδιος. Οι τραπεζίτες όμως διαπιστώνουν και την συμπεριφορά των μεγάλων επιχειρήσεων που έχουν ρευστότητα σε τράπεζες στην Ελλάδα. Οι τελευταίες προχώρησαν σε αποπληρωμές δανείων χρησιμοποιώντας καταθέσεις τους στις τράπεζες, κάτι που είχε ως συνέπεια (αν και το χρήμα δεν βγήκε εκτός τραπεζών) να αποστερήσει τις τράπεζες από έσοδα προερχόμενα από τόκους. Η παράμετρος αυτή δίνει τη διάσταση όχι μόνο της ρευστότητας που διαφεύγει πραγματικά από τις τράπεζες, αλλά και αυτήν της διαφυγούσας, δηλαδή ρευστότητας που υπολόγιζαν να έχουν οι τράπεζες και δεν έχουν. Όμως τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών πού είναι; Και πόσα είναι; Κανείς δεν ξέρει και κανείς δεν ρωτά. Η βασικότερη διαφυγούσα ρευστότητα αφορά, βεβαίως, τις προσδοκίες για επιστροφή καταθέσεων υπό την προϋπόθεση ενός κλίματος σταθερότητας και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης. Κάτι τέτοιο φαίνεται ότι πολύ δύσκολα θα επιτευχθεί, καθώς η επιστροφή των καταθέσεων κρίνεται και από άλλους παράγοντες, που ξεπερνούν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Γι’ αυτό γίνεται και τόσος ντόρος για το ακαταδίωκτο των τραπεζικών στελεχών, αλλά όσο και να επιμένουν για το ακαταδίωκτο. Επειδή η φυλακή είναι κοντά για πολλούς, οι οποίοι, τελικά, δεν θα γλιτώσουν της φυλακής τα σίδερα.