Σταύρος Καλαφάτης: Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι έγκλημα σε βάρος της ιστορίας μας – ο ευτελισμός των θεσμών τροφοδοτεί νεογέννητα του φιδιού

«Η συμφωνία των Πρεσπών είναι έγκλημα σε βάρος της ιστορίας μας, αλλά και σε βάρος των γενιών που έρχονται, σε βάρος των αγέννητων. Ο συνδυασμός ονόματος, ταυτότητας και γλώσσας που παραχώρησε ο κ. Τσίπρας θα είναι για τον Ελληνισμό μια ανοικτή και επώδυνη πληγή», τονίζει ο Σταύρος Καλαφάτης, βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης και αν. Τομεάρχης Εξωτερικών την Νέας Δημοκρατίας, σε συνέντευξή του στον Ελεύθερο Τύπο και τη δημοσιογράφο Κατερίνα Κατσαβού.

 

Για την επόμενη ημέρα από τη Συμφωνία των Πρεσπών σημειώνει ότι «το πρώτο που θα επιδιώξουν οι γείτονές μας είναι η αξιοποίηση της δυνατότητάς τους να αποκαλούνται από όλο τον κόσμο «Μακεδόνες». Θα ακούμε παντού στις ξένες πρωτεύουσες και τα διεθνή φόρα να καλωσορίζουν το «Μακεδόνα» πρωθυπουργό και όχι τον πρωθυπουργό της «Βόρειας Μακεδονίας». Τους δίνει τη δυνατότητα αυτή η επαίσχυντη Συμφωνία των Πρεσπών και θα την αξιοποιήσουν». Τονίζει μάλιστα ότι: «Οι Μακεδόνες δεν μπορούμε και δεν πρόκειται να πούμε ποτέ «Μακεδόνες» τους Σλάβους. Το διακήρυξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το ενστερνίζεται η πλειονότητα των Ελλήνων. Ταυτόχρονα, θα ξεκινήσουμε νέους αγώνες για την ανάδειξη της αιώνιας Μακεδονίας των Ελλήνων».

 

Αναφερόμενος στον Πρωθυπουργό τόνισε ότι «προσπάθησε κατ’ επανάληψη να διασύρει το 70% των Ελλήνων που εναντιωνόμαστε στη Συμφωνία των Πρεσπών, μιλώντας για ετερόκλητο όχλο, για ακροδεξιούς και εθνικιστές. Μεθόδευσε –και το ομολόγησε- αποστασίες για να μείνει στην καρέκλα του και να επιβάλει μια συμφωνία που αλλιώτικα δεν περνούσε από το Κοινοβούλιο. Εγκατέλειψε πάγιες εθνικές θέσεις και αγνόησε τη βούληση του λαού. Έδινε στην αρχή -ως μη όφειλε- οδηγίες στον Πρόεδρο της Βουλής να σώσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα των ΑΝΕΛ και του έγραφε κατόπιν να αλλάξει σχέδιο. Και όλα αυτά συνιστούν βιασμό της Δημοκρατίας. Δεν ξέρω κατά πόσο ο ευτελισμός των θεσμών βοηθά το ΣΥΡΙΖΑ. Σίγουρα, όμως, ρίχνει νερό στο μύλο ακραίων μορφωμάτων. Επωάζει αυγά και τροφοδοτεί νεογέννητα του φιδιού.»

 

Σε ερώτηση για τις πολιτικές εξελίξεις και τις εκλογές σημειώνει ότι «όποιο χρόνο κι αν επιλέξει η Κυβέρνηση δεν μπορεί να αποφύγει την κατρακύλα. Τα όσα παρακολουθήσαμε, τον τελευταίο καιρό στη Βουλή, με την υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών από βουλευτές που τη θεωρούσαν απαράδεκτη, την εκχώρηση ψήφων και συνειδήσεων για μια καρέκλα, αλλά και τους αλληλοεκβιασμούς των πρώην συνεταίρων, συνιστούν επιτομή του κυβερνητικού αυτοεξευτελισμού. Δυστυχώς, ωστόσο, ευτελίζουν ταυτόχρονα το Κοινοβούλιο, εκθέτουν το δημόσιο βίο και απομακρύνουν τον πολίτη από την πολιτική».

 

Και προσθέτει ότι, τόσο ο ίδιος προσωπικά όσο και η Νέα Δημοκρατία «αντιτασσόμαστε στα άκρα και τις ακρότητες, αποφεύγουμε τις κραυγές και τις ύβρεις και δεν παίζουμε στο ταμπλό του φανατισμού, της πόλωσης και του διχασμού που διάλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ. Επιλέγουμε τη στρατηγική της αλήθειας και του ρεαλισμού, της σύνεσης και της ευθύνης, του μέτρου και της μετριοπάθειας. Δεν μπορούμε, ωστόσο – και δεν έχουμε το δικαίωμα- να κρύψουμε την οργή και το θυμό μας, που είναι ταυτόχρονα οργή και θυμός της πλειονότητας των Ελλήνων, όταν συντελούνται εγκλήματα σε βάρος του λαού και του Έθνους».

 

Σε ερώτηση για τα αποτελέσματα της συνάντησης Τσίπρα Ερντογάν καυτηρίασε ότι «αυτή τη στιγμή ξέρουμε όσα δήλωσαν και όχι όσα συζήτησαν» και πρόσθεσε: «Φαίνεται, πάντως, ότι υπήρξε συμφωνία για την έναρξη διαλόγου με στόχο την αποτροπή της έντασης ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων στις δύο χώρες. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό και δεν μπορεί να εμπιστευόμαστε την Άγκυρα. Πρώτον, γιατί εάν θέλει αποτροπή της έντασης, δεν έχει πάρα να σταματήσει τόσο τις παραβιάσεις και τις παραβάσεις στο Αιγαίο, όσο και τις πειρατικές ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ. Δεύτερο, γιατί υπάρχουν αλλεπάλληλα πακέτα μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης που συμφωνήθηκαν στο παρελθόν, αλλά δεν εφαρμόζονται σήμερα. Και τρίτον, διότι θα ήταν εξαιρετικά αφελές και άκρως επικίνδυνο να θεωρήσουμε -όπως κάνει ο κ. Τσίπρας- ειλικρινείς τις διαβεβαιώσεις της Άγκυρας. Μην ξεχνούμε ούτε το 1974, ούτε το 1996…»