Παρεμβάσεις του Δ. Μάρδα στην Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη, στο πλαίσιο της προεδρίας Εσθονίας στην ΕΕ, Ταλίν 29-31 Οκτωβρίου
Στην Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη, με θέμα την Σταθερότητα, τον Οικονομικό Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην ΕΕ, που έλαβε χώρα στο Ταλίν της Εσθονίας με πρωτοβουλία της Εσθονικής Προεδρίας στην ΕΕ, στις 29-31 Οκτωβρίου, συμμετείχε ο κ. Δημήτρης Μάρδας, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, Β’ Θεσσαλονίκης, ως μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Κατά τη διήμερη διάσκεψη , στο πλαίσιο της Εσθονικής Προεδρίας, συμμετείχαν βουλευτές, ευρωβουλευτές και στελέχη διεθνών οργανισμών. Μετά τις ολιγόλεπτες εισηγήσεις των προσκεκλημένων ομιλητών, μπορούσαν να γίνουν δίλεπτες παρεμβάσεις εκ μέρους των παρευρισκομένων, σε κάθε μια από τις τέσσερις ενότητες της διάσκεψης.
Το μέλλον της νομισματικής ένωσης
Στην πρώτη ενότητα η οποία αναφερόταν στο μέλλον της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης ο κ. Μάρδας ασκώντας κριτική στην κυρίαρχη άποψη στους κόλπους της ΕΕ, αναφορικά με την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, τόνισε μια κύρια αντίφασή της. Αναλυτικότερα, ενώ επιδιώκεται η συρρίκνωση των δημοσίων δαπανών, με συνέπεια να επέρχεται η μείωση της κατανάλωσης και των εισαγωγών, δεν υφίσταται μηχανισμός δημιουργίας ρευστότητας, ικανός να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς στην βραχυχρόνια περίοδο διευκολύνοντας την άνοδο των εξαγωγών και των επενδύσεων. Αυτή η αντίφαση πρέπει να αντιμετωπιστεί στο μέλλον με διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία, που οφείλει να επεξεργαστεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επίσης ο κ. Μάρδας τόνισε ότι πρέπει να εφαρμόζονται τα συμφωνηθέντα, σ’ ό,τι αφορά στις υπερβολικές μακροϊκονομικές ανισορροπίες. Αυτές, όπως συμφωνήθηκε με σχετικά νομοθετήματα (βλ. πακέτο των έξι) δεν υφίστανται μόνο όταν υπάρχουν μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, αλλά και όταν παρατηρούνται υπερμεγέθη πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, λόγου χάρη ενός κράτους-μέλους.
Διαρθρωτικά μέτρα και επενδύσεις
Στη δεύτερη ενότητα με θέμα τα διαρθρωτικά μέτρα σε εθνικό επίπεδο και τα επενδυτικά προγράμματα, ο κ. Μάρδας τόνισε ότι οι όποιες παρεμβάσεις διαρθρωτικού χαρακτήρα επιδιώκουν την βελτίωση της παραγωγικότητας και επομένως της ανταγωνιστικής θέσης κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ στην παγκόσμια αγορά. Σημείωσε επίσης ότι οι πιέσεις που ασκούνται από τον διεθνή ανταγωνισμό και ιδίως τον ανταγωνισμό των αναδυόμενων αγορών της Ινδίας, της Κίνας και της Άπω Ανατολής και άλλων, θεωρούνται ως κύρια αιτία αυτής της τάσης. Στο θέμα όμως αυτό, διάφορες εξελίξεις προκαλούν προβλήματα στην ανταγωνιστική θέση των κρατών-μελών της ΕΕ, που δεν έχουν σχέση όμως με την ταχύτητα εφαρμογής των ανωτέρω διαρθρωτικών αλλαγών, αλλά με τον τρόπο λειτουργίας των οικονομιών των αναπτυσσομένων κρατών. Ενδεικτικά επισημαίνεται ότι η πολιτική dumping (πωλήσεις σε «σκοτωμένες» τιμές) και το κοινωνικό dumping, το προϊόν της εκμετάλλευσης της παιδικής εργασίας κ.ά., ερμηνεύουν κατά πολύ την υψηλή ανταγωνιστική θέση των εν λόγω κρατών. Εδώ, όπως τόνισε ο κ. Μάρδας, η Επιτροπή οφείλει να παρέμβει δραστικά και φαίνεται ότι κινείται ορθά προς αυτήν την κατεύθυνση. Ως προς τα επενδυτικά προγράμματα, η Επιτροπή οφείλει να εισάγει μεθόδους που θα ενισχύσουν ακόμη περισσότερο την διασυνοριακή συνεργασία (μέσω του θεσμού της υπεργολαβίας λόγου χάρη). Τέλος, η ΕΕ οφείλει να ενισχύσει επενδύσεις στρατηγικού χαρακτήρα προς την παιδεία και υγεία προωθώντας από την άλλη την Κοινωνική Οικονομία.
Αποτελεσματικότητα φορολογικού συστήματος
Η τρίτη ενότητα ήταν αφιερωμένη στην αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος, στην αποφυγή της φοροδιαφυγής σε κοινοτικό επίπεδο κ.λπ. Εκεί ο κ. Μάρδας σημείωσε ότι το απαρχαιωμένο «Σύστημα Ανταλλαγής Πληροφοριών για το ΦΠΑ» (το VIES), πρέπει να αλλάξει και να εισαχθεί ένας άλλος μηχανισμός εποπτείας της αγοράς της ΕΕ, με ηλεκτρονικό φυσικά τρόπο, αλλά σε ημερήσια βάση και όχι σε μηναία, όπως συμβαίνει με το VIES.
Η τέταρτη και τελευταία ενότητα αναφερόταν στις προκλήσεις τους προϋπολογισμού της ΕΕ. Ως τον προβληματισμό αναφορικά με την εξεύρεση νέων πόρων με σκοπό την αύξηση των εσόδων, ο κος Μάρδας πρότεινε την εισαγωγή ενός φόρου τύπου Tobin στις χρηματιστηριακές συναλλαγές όλων των κρατών-μελών, τα έσοδα του οποίου θα κατευθύνονται στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ως προς τις δαπάνες, τόνισε ότι δυο πολιτικές, η πρώτη με αντικείμενο τους πρόσφυγες και η δεύτερη με θέμα την Ασφάλεια και Άμυνα οφείλουν να ενισχυθούν. Στο προσφυγικό βέβαια, οι τάσεις υπέρ των εθνικού συμφέροντος ορισμένων κρατών μελών οδηγούν σε αποτελέσματα που είναι αντίθετα των αρχών που θέτει η Συνθήκη της Λισσαβόνας. Ως προς τις δαπάνες για την Ασφάλεια και Άμυνα, έχοντας υπόψη τις προκλήσεις που δέχεται η Ένωση στα Νοτιοανατολικά της σύνορα οι οποίες πηγάζουν ενίοτε και από προκλήσεις Συνδεδεμένων με την ΕΕ κρατών, η ενίσχυση των δαπανών αυτών στο πλαίσιο του προϋπολογισμού της ΕΕ κρίνονται αναγκαίες. Τέλος σημείωσε ότι η νέου τύπου διαδικασία λήψης αποφάσεων της ομοφωνίας (που απαιτεί veto σε κάποιο θέμα από πέντε κράτη μέλη) οδηγεί σε αντιευρωπαϊκές συμπεριφορές (π.χ. όπως στο προσφυγικό) και συχνά σε στρεβλώσεις σ’ ό,τι αφορά στην παραγωγή στην ΕΕ (π.χ. περιορισμοί στην παραγωγή αυτοκινήτων της λεγόμενης μικρής σειράς, όπως και στην αμπελουργία).