Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος
Φόβος και τρόμος έχει κυριεύσει τους τραπεζίτες καθώς βλέπουν ότι τα νέα κόκκινα δάνεια από τις αρχές του 2017 έφτασαν τα 3,5 δις ευρώ. Την ίδια στιγμή, το δημόσιο κατάσχει ότι βρει σε εισοδήματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς, ενώ η παρτίδα του 2016 σώθηκε από τις διαγραφές κόκκινων δανείων άνω των 2,5 δισ. ευρώ. Ουσιαστικά, το 2016 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στα 105 δισ. ευρώ από 108 δισ. ευρώ που ήταν το 2015, μείωση που σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος οφείλεται στις «υψηλότερες του αναμενόμενου διαγραφές». Εάν δεν υπήρχαν οι διαγραφές, οι τράπεζες, όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, «δεν θα είχαν πιάσει τους στόχους του 2016». Ενδεικτικά της αδυναμίας ανάσχεσης των κόκκινων δανείων είναι τα στοιχεία, βάσει των οποίων, το 2016 μόλις το 2%, δηλαδή 2 δισ. ευρώ δάνεια άρχισαν να εξυπηρετούνται εκ νέου κανονικά (μέσω ρυθμίσεων) ενώ την ίδια στιγμή το ποσοστό αθέτησης της ρύθμισης διαμορφώθηκε στο 2,3%, γεγονός που ψαλίδισε τα οφέλη που προέκυψαν από όσα μπήκαν σε τροχιά θεραπείας. Κι εδώ ο προβληματισμός παραμένει, καθώς οι πρώτοι μήνες του 2017 απέδειξαν ότι οι δανειολήπτες ζορίζονται και μεγάλο ποσοστό από τα ρυθμισμένα ξανακοκκίνισε.
Η αδυναμία εξυπηρέτησης του δανείων από την πλευρά των δανειοληπτών, φυσικών προσώπων και ελεύθερων επαγγελματιών (σ.σ. δικηγόρων, μηχανικών, ιατρών κ.ά.) είναι, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, έκδηλη από τις αρχές του 2017 και τείνει να λάβει μόνιμο χαρακτήρα.
Το «γονάτισμα» της άλλοτε μεσαίας τάξης οφείλεται στην επίθεση που δέχονται, με έντονο τρόπο το 2016 και το 2017, τα εισοδήματα όσων έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία, αλλά και όσοι βαρύνονται με υψηλές μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές.
«Το δημόσιο κάθε μήνα προχωρά σε χιλιάδες κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ανταγωνιστή των τραπεζών. Κι αυτό διότι αν στις αρχές του μήνα κατάσχει τον λογαριασμό, τότε ο δανειολήπτης κρατά το εναπομείναν εισόδημά του για τις οικογενειακές ανάγκες και το τελευταίο που σκέπτεται είναι η δόση του στεγαστικού, του καταναλωτικού ή του επιχειρηματικού δανείου», αναφέρει τραπεζική πηγή.
Εκτός από την επίθεση της εφορίας το 2017 προστέθηκε και μία ακόμη θηλιά στα εισοδήματα της άλλοτε μεσαίας τάξης – η οποία προ κρίσης ήταν αυτή που είχε, ως επί το πλείστον πάρει δάνεια για την αγορά κατοικίας και σίγουρα αυτοκινήτου – οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές. «Το πλήγμα είναι τεράστιο. Τους έχει φέρει σε ιδιαίτερα δύσκολη οικονομική κατάσταση σε μηνιαία βάση και αυτό φαίνεται, κυρίως, στα στεγαστικά δάνεια. Εξ ου και στην εν λόγω κατηγορία δανείων αυξάνονται οι επισφάλειες σταθερά από τις αρχές του έτους», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Έτσι λοιπόν οι τραπεζίτες βλέπουν ότι οι δανειολήπτες που έχουν και πληρώνουν τα δάνειά τους, μειώνονται καθημερινά όλο και περισσότερο. Και οι θέσεις τους στις διοικήσεις των τραπεζών κινδυνεύουν επίσης όλο και περισσότερο καθημερινά. Γιατί οι δανειολήπτες δεν έχουν να πληρώσουν. Κι ότι κι αν κάνουν οι τραπεζίτες, τα χρήματα των δανειοληπτών μειώνονται όλο και περισσότερο. Και τα κόκκινα δάνεια θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Γιατί αν κάποιος δεν έχει για να ζήσει, το τελευταίο που θα σκεφτεί είναι να πληρώσει την τράπεζα.