Κωνσταντινόπουλος: «Η ανανέωση δεν μπορεί να είναι «βιτρίνα» παλαιών μηχανισμών και τέως «ορφανών» στελεχών των πρώην Προέδρων»
«Στις 12 Νοεμβρίου δεν ψηφίζουμε τους πρώην Προέδρους, αλλά το μέλλον και την προοπτική της Παράταξης. Αλλιώς, παραδίδουμε τους προοδευτικούς πολίτες στο δίπολο Τσίπρα-Μητσοτάκη.»
Βασικά σημεία συνέντευξης στην εκπομπή «Αντίμετρα» του ραδιοφωνικού σταθμού «Ραδιόφωνο 247 στους 88,6» (Στ.Τζανάκης – Γ.Μελιγγώνης):
Για την τηλεμαχία μεταξύ των υποψηφίων για την ηγεσία του νέου φορέα της Παράταξης:
Η τηλεθέαση ήταν όντως χαμηλή, 2,6%, για διάφορους λόγους: δεν βοήθησαν καθόλου τα ιδιωτικά κανάλια με τα σχόλιά τους, η ΕΡΤ επέλεξε να προβάλει την τηλεμαχία στην ΕΡΤ2, πολλοί επέλεξαν να την παρακολουθήσουν από τα τοπικά κανάλια, αλλά και – ομολογουμένως – πρέπει να κεντρίσουμε περισσότερο το ενδιαφέρον των πολιτών. Στις τοπικές κοινωνίες πάντως γίνονται πολλές συζητήσεις και θεωρώ πως η συμμετοχή θα αποτελέσει ευχάριστη έκπληξη. Σημαντική προϋπόθεση είναι να μην υπάρχουν χτυπήματα κάτω από τη μέση, ούτε και δημόσια «ξεκατινιάσματα».
Είναι σημαντικό να ακούγεται καθαρά η άποψη όλων των υποψηφίων, όχι όμως να αμφισβητούνται άκριτα τα πάντα, γιατί πρέπει την επόμενη μέρα να διασφαλισθεί η ενότητα και η συνοχή της Παράταξης. Καθένας προβάλλει τα επιχειρήματα που επιλέγει, και οι πολίτες θα αποφασίσουν. Όμως στόχος δικός μας, όλων, πρέπει να είναι η μεγάλη συμμετοχή, για να ενισχυθεί η Παράταξη αλλά και για να σπάσουν οι μηχανισμοί.
Για την επόμενη ημέρα των Κοινοβουλευτικών Ομάδων:
Ήδη από το περασμένο καλοκαίρι, είναι γνωστό σε όλους πως ο κ.Θεοδωράκης είχε θέσει ως προϋπόθεση τη διατήρηση των δύο Κοινοβουλευτικών Ομάδων. Το ζητούμενο είναι η λειτουργία με ενιαία χαρακτηριστικά, όπως είχα πει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά και στην προηγούμενη συνέντευξή μου στην εκπομπή σας, στις 27 Οκτωβρίου: να είναι κοινές οι συνεδριάσεις, κοινή η πολιτική γραμμή, ένας ο επικεφαλής που θα μιλά μετά από τον κ.Μητσοτάκη στη Βουλή, αλλά και ενιαία η εκπροσώπηση στις δημοσκοπήσεις.
Αν όμως ο επικεφαλής είναι εξωκοινοβουλευτικός, π.χ. ο κ.Καμίνης, ο κ.Ανδρουλάκης ή ο κ.Ραγκούσης, ποιος θα λαμβάνει το λόγο μετά από τον κ.Μητσοτάκη στη Βουλή; Πρέπει να το πουν τώρα, ποια θα είναι η επιλογή τους, διαφορετικά τίθεται θέμα συναλλαγής μεταξύ υποψηφίων, ανάμεσα στον πρώτο και στο δεύτερο γύρο.
Το ίδιο θέμα είχε τεθεί και στον κ.Τζιτζικώστα, ενόψει εκλογής αρχηγού της ΝΔ: τότε ο κ.Τζιτζικώστας ζήτησε από τον κ.Μεϊμαράκη ή τον κ.Μητσοτάκη να αναλάβουν αυτό το ρόλο, οι οποίοι όμως σωστά αρνήθηκαν. Κατά τη γνώμη μου, δεν γίνεται να χάσεις το λαό και να είσαι επικεφαλής στην Κ.Ο.
Όταν μου έγινε η ίδια πρόταση προ εβδομάδων, σας το είχα αναφέρει και στην προηγούμενη συνέντευξή μου στις 27/10, αρνήθηκα γιατί θεώρησα πως αυτό είναι τέτοια συναλλαγή. Αν οι εξωκοινοβουλευτικοί υποψήφιοι ονομάτιζαν την επιλογή τους, θα ήταν τουλάχιστον γνωστοί και διαφανείς οι κανόνες του εσωκομματικού «παιχνιδιού». Και αυτό είναι βασικό στοιχείο για την ενότητα και την προοπτική της Παράταξης.
Για τις πολιτικές διαφορές μεταξύ των υποψηφίων:
Δεν υπάρχουν μεγάλες πολιτικές διαφορές. Μόνο στο θέμα των «κόκκινων» δανείων υπάρχει διαφοροποίηση από έναν υποψήφιο, ο οποίος όμως βρίσκεται σε γραμμή διαφορετική από αυτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης – και μάλιστα λανθασμένη, γιατί κάνει κοινωνικά αποδεκτό τον «στρατηγικό» κακοπληρωτή με μαύρο χρήμα, οδηγεί σε τεχνητό «κοκκίνισμα» όλων των δανείων και τελικά ζημιώνει τον νέο άνθρωπο που περιμένει να πάρει ένα τραπεζικό δάνειο για να ξεκινήσει την καριέρα του. Στην ομάδα εργασίας για τα «κόκκινα» δάνεια ήμουν επικεφαλής και στις συνεδριάσεις συμμετείχαν υποστηρικτές και συνεργάτες του σημερινού υποψηφίου, που είχαν συμφωνήσει με την πρόταση της Παράταξης, την οποία καταθέσαμε σε Ευρωπαίους αξιωματούχους και την αποδέχθηκε τελικά το ECOFIN. Τίθεται λοιπόν θέμα αξιοπιστίας.
Η ανανέωση δεν μπορεί να είναι «βιτρίνα» παλαιών μηχανισμών και τέως «ορφανών» στελεχών των πρώην Προέδρων. Στις 12 Νοεμβρίου δεν ψηφίζουμε τους πρώην Προέδρους, αλλά το μέλλον και την προοπτική της Παράταξης. Αλλιώς, παραδίδουμε τους προοδευτικούς πολίτες στο δίπολο Τσίπρα-Μητσοτάκη. Αν κάποιος εκ των υποψηφίων το αντέχει, ας το κάνει.
Για τη διαδικασία της εκλογής, τους μηχανισμούς και το «μοντέλο» του νέου κόμματος:
Τους κανόνες της διαδικασίας τους έβαλε η Επιτροπή Αλιβιζάτου, και τους αποδεχθήκαμε όλοι.
Το πρόβλημά μας δεν είναι η διαδικασία εκλογής επικεφαλής καθεαυτή ούτε και το όνομα του νέου φορέα. Μετά από την εκλογή χρειαζόμαστε ένα θεσμικό κόμμα.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει πρόγραμμα, έκανε Συνέδριο στο οποίο συμμετείχαμε όλοι, και με βάση τις αποφάσεις του προχωρήσαμε. Κάναμε πολλές υποχωρήσεις, ώστε να μπει και το Ποτάμι στην κοινή προσπάθεια. Όμως δεν προερχόμαστε από παρθενογένεση. Εκπροσωπούμε ιδέες, αξίες, αλλά και μία μεγάλη ιστορία.
Ο νέος φορέας δεν μπορεί να είναι όπως στο παρελθόν ένα κόμμα μηχανισμών, που θα δουλεύουν μόνο για να διαμοιράσουν την εξουσία όταν θα γίνουμε Κυβέρνηση.
Το μοντέλο του «χαλαρού» κόμματος, όπως το Ποτάμι, δεν πέτυχε. Ούτε όμως και το άλλο άκρο, των σκληρών μηχανισμών είναι αποδεκτό. Και βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να προχωρήσει στην κοινωνία ένα αρχηγικό κόμμα με παρέες «φίλων».
Χρειαζόμαστε μία ηγετική ομάδα στην Παράταξη που θα αποπνέει συλλογικότητα, θα συντονίζει την πολιτική επεξεργασία των θεμάτων, αλλά και τη λήψη αποφάσεων με βάση τον κανόνα της πλειοψηφίας. Ένα καλό παράδειγμα είναι η λειτουργία της Κ.Ο. τα τελευταία χρόνια. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ένα αρχηγικό κόμμα, στο οποίο τη μία μέρα θα δίνει εντολή ο αρχηγός να υπογράψουμε κάτι και την επόμενη θ’αλλάζουμε άποψη ή ψήφο.
Οι απόψεις μου είναι σαφώς διατυπωμένες, και με βάση αυτές, από κοινού με όσους με στήριξαν, θα κρίνουμε και θα επιλέξουμε στις 12 Νοεμβρίου. Δεν θα πω όνομα, γιατί ήμουν ένας εκ των υποψηφίων. Λόγω της υποψηφιότητάς μου και σύμφωνα με το δικό μου κώδικα αξιών, θεωρώ δεοντολογικό να μην πω όνομα στον πρώτο γύρο. Όμως θα συνεχίσω να υπερασπίζομαι τις απόψεις μου, θα συμμετέχω στην πρώτη γραμμή για μία ισχυρή Παράταξη, και στο δεύτερο γύρο θα πω ξεκάθαρα την επιλογή μου. Τώρα, από σεβασμό προς όσους με υποστήριξαν, δεν θα πω όνομα – αν και το 80% από αυτούς έχουν την ίδια άποψη για το ποιος είναι πιο κοντά στην αντίληψή μας.