Και μετά τα μεγάλα ακίνητα, στο πλειστηριασμό και οι κύριες κατοικίες;
Τον Αύγουστο ξεκινούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και αρχικά στοχεύουν σε μεγάλες ακριβές κατοικίες ανθρώπων που έχουν να πληρώσουν, αλλά έχουν σταματήσει να πληρώνουν για πάνω από δύο χρόνια. Όλα καλά λοιπόν. Αλλά τι θα γίνει μόλις ξεμπερδέψουν οι τράπεζες με αυτά τα μεγάλα και ακριβά ακίνητα; Ποιος μπορεί να διαβεβαιώσει τους χιλιάδες Έλληνες δανειολήπτες ότι δεν θα αρθεί η προστασία της πρώτης κατοικίας – και μάλιστα με νόμο – αν το ζητήσουν οι τραπεζίτες;
Όπως διαβάζουμε, μορφή χιονοστιβάδας αναμένεται να λάβουν το δεύτερο εξάμηνο του έτους οι πλειστηριασμοί ακινήτων ενώ οι πρώτοι ηλεκτρονικοί αναμένεται να ξεκινήσουν πιλοτικά τον Aύγουστο. Aυτό το πρώτο πακέτο θα περιλαμβάνει 500 ακίνητα στρατηγικών κακοπληρωτών, ενώ αναμένεται ως το τέλος του έτους να γίνει η εκκίνηση για τον πλειστηριασμό 5.000 ακινήτων. Πρόκειται για χαρακτηριστικές περιπτώσεις που ενώ διαθέτουν κινητή και ακίνητη περιουσία, συστηματικά δεν πληρώνουν το δάνειό τους από επιλογή -στην πλειοψηφία τους πάνω από 2 χρόνια – και δεν απαντούν στις οχλήσεις των τραπεζών. Oι πληροφορίες αναφέρουν ότι πρόκειται κυρίως για οφειλέτες μεγάλων ποσών που επί μήνες δεν εξυπηρετούν τα δάνειά τους και παρότι ειδοποιήθηκαν δεν ανταποκρίθηκαν. Aφορούν σε ακίνητα μεγάλης αξίας, πάνω από 500 χιλιάδες ευρώ, κυρίως εξοχικά σε ακριβά νησιά, για τους οποίους «δεν θα υπάρξουν χάρες και άλλες εξυπηρετήσεις», τονίζουν τραπεζικοί κύκλοι. Πλειστηριασμοί θα γίνουν και σε βάρος όσων πελατών αρνούνται τη συνεργασία ή έχουν «εξαφανιστεί» με έμφαση σε ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ. Oι τράπεζες διαβεβαιώνουν ότι τόσο οι πλειστηριασμοί που έχουν ήδη ανακοινωθεί, αλλά και αυτοί που προγραμματίζονται, δεν αφορούν στην πρώτη κατοικία των οφειλετών και ότι πρόκειται αποκλειστικά για περιπτώσεις δανειοληπτών με μεγάλη ακίνητη περιουσία. Aυτή τη στιγμή οι τράπεζες διαθέτουν ακίνητα αξίας άνω των 40 δισ. ευρώ καθιστώντας τες έναν από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες ακινήτων στην Eλλάδα. Είναι ακίνητα χωρίς βάρη, που έχουν περάσει στην πλήρη κυριότητα των τραπεζών και προέρχονται κυρίως από υποθήκες δανειοληπτών επιχειρήσεων και νοικοκυριών που δεν εξόφλησαν τις υποχρεώσεις τους, αλλά και υποκαταστήματα τραπεζών που έχουν κλείσει, ή και ακίνητα θυγατρικών τραπεζών. H ενεργοποίηση του μέτρου των πλειστηριασμών, έπειτα από μακρά περίοδο «παγώματος», είναι επιτακτική λόγω της πίεσης που υπάρχει από τον εποπτικό μηχανισμό SSM για μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά 40 δισ. ευρώ έως και το 2019. Στο πλαίσιο αυτό οι τράπεζες έχουν ενεργοποιήσει το οπλοστάσιο των αναγκαστικών μέτρων, όπως οι καταγγελίες δανείων και οι πλειστηριασμοί ακινήτων, μέσω του οποίου πρέπει να εξασφαλίσουν έσοδα 11,5 δισ. ευρώ έως και τα τέλη του 2019. Σύμφωνα με δημοσιεύματα πάντως, οι τράπεζες αναζητούν συνεργασίες με ξένες πλατφόρμες διαχείρισης ακινήτων ώστε να λύσουν το θέμα της επικείμενης συσσώρευσης ακινήτων από πλειστηριασμούς. Oι εταιρίες θα τους βοηθήσουν να διαχωρίσουν τα ακίνητα που συνιστούν εξασφαλίσεις δανείων προκειμένου να γίνει καλύτερος σχεδιασμός του προγράμματος.
Ωστόσο εκφράζονται φόβοι ότι η έκρηξη των πλειστηριασμών που αναμένεται να ξεμπλοκάρει τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και να δώσει «ενέσεις» ρευστότητας, θα προκαλέσει κλυδωνισμούς στην κτηματαγορά που θα «πλημμυρίσει» από φθηνά ακίνητα. Όπως λένε η υπερπροσφορά ακινήτων θα «βουλιάξει» την κτηματαγορά ή στην καλύτερη περίπτωση δεν θα βοηθήσει στην ανάκαμψη των τιμών, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσαν να εμφανιστούν επενδυτές και από το εξωτερικό και από την Eλλάδα για να αγοράσουν ακίνητα.
Mε βάση την αντικειμενική αξία και όχι την εμπορική, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σημαντικά χαμηλότερη, εξακολουθεί να προσδιορίζεται η τιμή εκκίνησης κατά τους πλειστηριασμούς ακινήτων για ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο. Aντιθέτως, για πλειστηριασμούς που πραγματοποιούνται για ληξιπρόθεσμα χρέη προς τις τράπεζες η τιμή εκκίνησης προσδιορίζεται πλέον με βάση την εμπορική αξία, δηλαδή σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα στις περισσότερες των περιπτώσεων. Συγκεκριμένα τα κατασχεμένα ακίνητα πλέον εκτιμώνται με βάση την εμπορική αξία τους κατά το χρόνο της κατάσχεσης, η οποία ορίζεται και ως τιμή πρώτης προσφοράς. Πριν την αλλαγή αυτή, ίσχυε η κατ’ εκτίμηση αξία από το δικαστικό επιμελητή ή τον προσληφθέντα πραγματογνώμονα, η οποία δεν μπορούσε να είναι μικρότερη της αντικειμενικής αξίας. O προσδιορισμός της τιμής πρώτης προσφοράς γινόταν στα 2/3 της εκτιμηθείσας αξίας ή στην αντικειμενική.
Εδώ βέβαια, στα σπίτια που θα βγάζει σε πλειστηριασμό το δημόσιο, δεν γίνεται καθόλου λόγος για προστασία της κύριας κατοικίας. Και εμφανίζεται το δημόσιο να είναι χειρότερο ακόμα και από τους ίδιες τους τραπεζίτες. Κι αν είναι το ίδιο το δημόσιο, το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών που ευθύνεται για την αδυναμία των φορολογούμενων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, εξαιτίας των συνεχών νέων φόρων που επιβάλλονται από την κυβέρνηση. Κι ας είναι το δημόσιο και το υπουργείο Οικονομικών που είναι ο μεγαλύτερος μπαταχτσής που δεν πληρώνει τις επιστροφές φόρου στους φορολογούμενους και δεν προχωρά ούτε σε συμψηφισμό των οφειλών τους με την επιστροφή φόρου που δικαιούνται. Κι από αυτό το δημόσιο, είναι πολύ λογικό να περιμένουμε ότι, μόλις το ζητήσουν οι τραπεζίτες, θα αρθεί οποιαδήποτε προστασία απέμεινε στην πρώτη κατοικία των δανειοληπτών. Πάντα βέβαια για να σωθούν οι τράπεζες, η οικονομία, και να έρθει η ανάπτυξη.