Ιδού τι άλλο ακόμα επιλέγει να αγνοεί ο Γ.Στουρνάρας
Η καθημερινότητα γίνεται όλο και πιο δύσκολη για τα ελληνικά νοικοκυριά και για την ελληνική επιχειρηματικότητα. Αλλά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο πολύς Γ.Στουρνάρας, φαίνεται πως αγνοεί – ή μάλλον επιλέγει να αγνοεί – όλα τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Γι αυτόν, υπάρχουν μόνο στρατηγικοί κακοπληρωτές. Γι αυτόν όλοι οι Έλληνες δανειολήπτες με κόκκινα δάνεια – είτε είναι ιδιώτες είτε επιχειρηματίες – έχουν λεφτά για να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, αλλά δεν πληρώνουν.
Ας δούμε κάποια ακόμα επίσημα στοιχεία από αυτά που αγνοεί ο κεντρικός Έλληνας τραπεζίτης. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, πιάσαμε ιστορικό ρεκόρ αρνητικής αποταμίευσης το 2016. Στο χαμηλότερο επίπεδο της πρόσφατης οικονομικής μας ιστορίας βρίσκεται η αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών, που επί τέσσερα συνεχή χρόνια κινείται σε αρνητικό επίπεδο. Σε αυτό το κλίμα διαρκούς επιδείνωσης, το 2016 η αποταμίευση έκλεισε με ιστορικό αρνητικό ρεκόρ (-9,4%), υποχωρώντας συνεχώς από το 2013 και μετά, δηλαδή για 48 συνεχείς μήνες, όπως επισημαίνει στο εβδομαδιαίο του δελτίο ο ΣΕΒ, εικόνα που θα πάρει πολύ καιρό για να αντιστραφεί. Τα νοικοκυριά όμως, όχι μόνο έχουν πάψει να αποταμιεύουν, αλλά πλέον λόγω της υπερφορολόγησης, όλο και περισσότερο είτε φοροδιαφεύγουν, είτε “καίνε” πόρους που έχουν μαζέψει στο παρελθόν, πουλώντας ακίνητα, αντλώντας ρευστά διαθέσιμα που βρίσκονται εκτός του τραπεζικού συστήματος, και τα οποία κρατούν στο “μαξιλάρι” και σε θυρίδες, καθώς επίσης “τρώγοντας” από καταθέσεις που μετέφεραν στο εξωτερικό. Έτσι μόνο εξηγείται το οικονομικό παράδοξο ότι ενώ το μέσο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα το 2016 μειώθηκε λόγω των φόρων κατά 1,3%, εντούτοις η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 1,4%. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι για κάθε 100 ευρώ ιδιωτικής κατανάλωσης, υπήρχε διαθέσιμο εισόδημα 91,4 ευρώ, τάση που συνεχίζεται και φέτος με αμείωτο ρυθμό. Η επιπλέον κατανάλωση των 8,6 ευρώ καλύφθηκε προφανώς από άδηλους πόρους. Βεβαίως, όλα τα παραπάνω συμβαίνουν στο μέσο νοικοκυριό, όχι φυσικά στα φτωχότερα όπου η κατάσταση είναι αρκετά πιο επώδυνη απ’ ό,τι αποτυπώνουν οι μέσοι όροι. Και το εύλογο ερώτημα είναι πότε θα βγούμε από αυτό τον φαύλο κύκλο, καθώς αν πέρυσι, με πρόσθετους φόρους 600 εκατ. ευρώ, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε κατά 1,3%, αναρωτιέται κανείς τι θα μπορούσε να συμβεί φέτος, όταν το φορολογικό τσουνάμι του 3ου Μνημονίου έχει φέρει πρόσθετους φόρους ύψους περίπου 3,5 δισ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης σε περίοδο κρίσης, με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί στην οκταετία πάνω από 25%, δείχνει ότι τα νοικοκυριά προσπαθούν να κρατήσουν αλώβητο ένα επίπεδο κατανάλωσης που το θεωρούν “κανονικό”. Σε μια συγκυρία όπου τα εισοδήματα των νοικοκυριών μειώνονται, και η φορολογική επιβάρυνση πάνω στα χαμηλότερα αυτά εισοδήματα αυξάνεται, η εξαφάνιση της αποταμίευσης είναι το πρώτο όπλο άμυνας των νοικοκυριών, με την αύξηση της φοροδιαφυγής να ακολουθεί, ιδίως από τα νοικοκυριά που βλέπουν να απειλείται η επιβίωση τους, καθώς πέφτει ραγδαία το διαθέσιμο εισόδημά τους.
Όλα αυτά όμως δεν είναι χωρίς συνέπειες. Και οι συνέπειες είναι το φαινόμενο του ντόμινο. Δηλαδή, στην πράξη, η εξαφάνιση της αποταμίευσης εξασθενεί ή ακυρώνει τελείως την προσπάθεια των ατόμων να φτιάξουν οικογένεια, και να αγοράσουν ένα σπίτι, να κάνουν παιδιά και να τα σπουδάσουν. Σαν αποτέλεσμα οι επιπτώσεις σε μια κοινωνία που δεν αποταμιεύει πια, θα φανούν σε βάθος χρόνου με την μορφή του μειωμένου βιοτικού επιπέδου, αλλά και του κοινωνικού αποκλεισμού για πολλούς συνανθρώπους μας, καθώς χωρίς αποταμίευση δεν γίνονται επενδύσεις, και χωρίς επενδύσεις δεν πέφτει η ανεργία, δεν αυξάνει η παραγωγικότητα, ούτε τα εισοδήματα. Όσο αυξάνεται ο αριθμός όσων καταφεύγουν στη φοροδιαφυγή, τόσο ποιο δύσκολο είναι αυτή να καταπολεμηθεί, δίχως μέτρα μείωσης των φορολογικών συντελεστών, ώστε να μειωθεί το κίνητρο της φοροδιαφυγής. Και όσο δεν μειώνεται η φοροδιαφυγή, τόσο εκείνοι που είναι ακόμη συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, αρχίζουν να αμφιβάλλουν για την ορθότητα των επιλογών τους, εικόνα που επιβεβαιώνεται και από τις ενδείξεις που έχει ο εισπρακτικός μηχανισμός. Έπειτα, οι συσσωρευμένοι πόροι κάποια στιγμή τελειώνουν, επισημαίνει ο ΣΕΒ, και η μεταφορά πόρων από το μέλλον στο παρόν σε μια κοινωνία που γερνάει, αποτελεί ένδειξη βαριάς κοινωνικής παθογένειας με οδυνηρές επιπτώσεις για τις μελλοντικές γενιές. Παραπάνω από ορατός είναι ο κίνδυνος η σημερινή γενιά που δεν μπορεί να αποταμιεύσει, να φτάσει στο τέλος του εργασιακού της βίου, αν μη τι άλλο εξαθλιωμένη, και να εξαρτάται από μια όλο και πιο εντεινόμενη αναδιανομή εισοδήματος που παράγεται απ’ όλο και λιγότερους.
Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά. Το 2009, με συνολικά εισοδήματα 221 δισ. ευρώ (μισθοί, αμοιβές, ενοίκια, συντάξεις και κοινωνικές μεταβιβάσεις), οι φόροι (13 δισ. ευρώ), και οι εισφορές (34 δισ. ευρώ) αντιπροσώπευαν το 5,9% και το 15,4% αντιστοίχως των συνολικών εισοδημάτων. Το 2016, με συνολικά εισοδήματα 154 δισ. ευρώ, οι φόροι (11 δισ. ευρώ) και οι εισφορές (28 δισ. ευρώ) αντιπροσώπευαν το 7,1% και 18,2% αντιστοίχως των συνολικών εισοδημάτων. Ενώ δηλαδή το διαθέσιμο εισόδημα υποχώρησε κατά 30,3%, οι φόροι μειώθηκαν μόλις κατά 10%, ακριβώς λόγω των μνημονίων. Σαν αποτέλεσμα, το διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε κατά 34,6%, ωστόσο η ιδιωτική κατανάλωση υποχώρησε αρκετά λιγότερο, κατά 23,4% λόγω, κυρίως της αρνητικής αποταμίευσης, και της χρήσης άδηλων πόρων. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως το 2016 η αποταμίευση έκλεισε στα -10,6 δισ. ευρώ, έναντι θετικής αποταμίευσης το 2009 (+11,5 δισ.).
Έτσι παρατηρείται το εξής “οικονομικό παράδοξο” : Αν και η ιδιωτική κατανάλωση έχει μειωθεί σημαντικά σε απόλυτους αριθμούς, από τα 161,8 δισ. το 2009 στα 124 δισ. το 2016, εντούτοις ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει αυξηθεί από 68% το 2009 σε 71% το 2016. Διότι η αρνητική αποταμίευση, η φοροδιαφυγή και το μαύρο χρήμα, “προστάτεψαν” την ιδιωτική κατανάλωση από την πτώση του ΑΕΠ.
Αν λοιπόν ο κεντρικός Έλληνας τραπεζίτης αγνοεί αυτά τα στοιχεία, εδώ είναι όλοι οι φορείς για να του τα γνωστοποιήσουν. Το κάνουν άλλωστε δημόσια. Και ο Γ.Στουρνάρας δεν έχει καμία απολύτως δικαιολογία για να λέει όσα λέει αγνοώντας αυτά τα στοιχεία. Επιλέγει να τα αγνοεί. Τους λόγους μπορούμε πολύ καλά να τους φανταστούμε…