Γ. Αρβανιτίδης: Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον υπάρχει μία σταθερά, η εμπιστοσύνη
Ομιλία Γ. Αρβανιτίεδη στο 4ο Ελληνο-Κινεζικό Συνέδριο Επιχειρηματικότητας (12.05.2017)
Συνεδρία ΙΙΙ: Ναυτιλία. Η παράδοση συνεργασίας Ελλάδας – Κίνας. Το παρόν, οι προκλήσεις και το μέλλον. Νέες δυνατότητες.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τους διοργανωτές για την πρόσκληση και την ευκαιρία που μου δίνουν να τοποθετηθώ δημόσια για ένα θέμα που ανεβαίνει διαρκώς στη δημόσια ατζέντα.
Με την Κίνα μάς συνδέει παραδοσιακά η θάλασσα. Και όταν μιλάμε για εμπόριο και οικονομικές συναλλαγές, θάλασσα σημαίνει ναυτιλία.
Την τελευταία δεκαετία, οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν αναβαθμιστεί σημαντικά. Πλέον η Κίνα αποτελεί στρατηγικό εταίρο της Ελλάδας, γεγονός που αποτυπώνεται – μεταξύ άλλων – και στο έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον σε όλο το φάσμα της ναυτιλιακής δραστηριότητας. Αν παρακολουθήσει κανείς τα δημοσιεύματα του τύπου το τελευταίο εξάμηνο, φαίνεται καθαρά ότι η επένδυση της COSCO στο Λιμάνι του Πειραιά είναι μόνο η αρχή.
Η Κίνα έχει στρέψει το βλέμμα της στη Δύση και η στρατηγική θέση της Ελλάδας είναι σημαντική για τον σύγχρονο δρόμο του μεταξιού. Άρα έχουμε μπροστά μας ένα ανοιχτό παράθυρο ευκαιρίας, από το οποίο μπορούν και οι δύο χώρες να βγουν πολλαπλά κερδισμένες. Το ερώτημα, λοιπόν, για μένα και το κόμμα που εκπροσωπώ, είναι πώς θα βγει κερδισμένη η χώρα μας, η εθνική οικονομία, οι Ελληνικές επιχειρήσεις και οι Έλληνες εργαζόμενοι.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα η οποία προσπαθεί εδώ και περίπου δύο δεκαετίες να γίνει φιλική στις ξένες επενδύσεις. Και η αλήθεια είναι ότι έχουμε κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Το σημαντικότερο βήμα, θα έλεγα, είναι η ολοκλήρωση των μεγάλων υποδομών που επιτρέπουν σε μια χώρα να είναι ανταγωνιστική στο διεθνές εμπόριο. Αναφέρομαι κυρίως στους μεγάλους οδικούς άξονες, τα μεγάλα Λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης και το Αεροδρόμιο της Αθήνας. Πλάι σ’ αυτά υπάρχει ένα δίκτυο από μικρότερες αλλά εξίσου σημαντικές υποδομές οι οποίες, εφόσον αναβαθμιστούν, μπορούν να συμπληρώσουν το μεταφορικό πάζλ σε πολύ υψηλό επίπεδο. Αναφέρομαι:
στον σιδηρόδρομο, όπου ήδη έχουν προγραμματιστεί επενδύσεις,
τα περιφερειακά λιμάνια της χώρας με σημαντικότερα αυτά της Ηγουμενίτσας και της Αλεξανδρούπολης,
τα ναυπηγεία που αναζητούν νέους στρατηγικούς επενδυτές και
τα εμπορευματικά κέντρα όπου και εκεί υπάρχουν εξελίξεις στο κομμάτι των αποκρατικοποιήσεων.
Άρα, στο σημείο που βρισκόμαστε το ζητούμενο είναι ένα: Ποιος είναι ο στόχος, ποιο είναι το σχέδιο. Το να αναζητάς, γενικά και αόριστα, στρατηγικούς επενδυτές δεν λέει τίποτα. Το θέμα είναι να αποφασίσεις ως χώρα:
σε ποιους κλάδους χρειάζεσαι επενδύσεις
ποια υπεραξία θα φέρουν στη χώρα οι επενδύσεις αυτές
πως θα αξιοποιήσεις τις ξένες επενδύσεις για την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων και την καταπολέμηση της ανεργίας και
πως αναπτύσσεται όλο αυτό το σχέδιο στην κλίμακα του χρόνου.
Το λέω αυτό γιατί πολλές φορές ξεχνάμε ότι αν κάτι δεν γίνει στην ώρα του, ίσως αργότερα να μην έχει την ίδια αξία, ίσως πολλές φορές να κάνει και ζημιά.
Κατά συνέπεια, κυρίες και κύριοι, η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα στρατηγικό σχέδιο στον κλάδο της Ναυτιλίας το οποίο θα αποτελέσει οδηγό για το συνολικό αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να γίνει υπό δύο προϋποθέσεις: παράδειγμα και συνεννόηση.
Επιτρέψτε μου να εξηγήσω τι εννοώ.
Όπως συμβαίνει στις επιχειρήσεις, έτσι και στην πολιτική, οι άνθρωποι για να υπηρετήσουν ένα στόχο χρειάζονται ένα καλό παράδειγμα. Αυτό που στα αγγλικά ονομάζουμε best practice.
Το έχουμε; Η απάντηση είναι ΝΑΙ. Το έχουμε.
Ο κλάδος της ναυτιλίας είναι από τους λίγους τομείς οικονομικής δραστηριότητας που τα πάμε καλά ως χώρα και μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα και για τους υπόλοιπους κλάδους. Πραγματικά, όταν αναφερόμαστε στην ναυτιλία, νομίζω ότι τα έχουμε όλα. Έχουμε τον μεγαλύτερο σε χωρητικότητα στόλο παγκοσμίως, είμαστε εξαιρετικά ανταγωνιστικοί διεθνώς σε όλα τα επίπεδα, έχουμε υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας στην ναυπηγική βιομηχανία, έχουμε εξαιρετικούς Έλληνες ναυτικούς.
Έρχομαι τώρα στη συνεννόηση.
Όταν μιλάμε για στρατηγικό σχέδιο, είναι προφανές ότι αυτό ξεπερνά κατά πολύ τον εκλογικό κύκλο των ελληνικών Κυβερνήσεων, ο οποίος στην καλύτερη περίπτωση είναι 4 χρόνια. Άρα απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσουμε συντεταγμένα και με σχέδιο, είναι η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας σε ένα πλάνο που θα το υπηρετήσουν όλοι. Και οφείλω να πω, ότι την ανάγκη εθνικής συνεννόησης, το κόμμα μου – το ΠΑΣΟΚ και η Δημοκρατική Συμπαράταξη – την έχουμε κάνει σημαία.
Και χαίρομαι πραγματικά που άκουσα πρόσφατα τον αρμόδιο Υπουργό να μιλά κι αυτός για την ανάγκη ενός στρατηγικού σχεδίου για τη ναυτιλία, ένα σχέδιο ευρείας αποδοχής. Ελπίζω να μην μείνει στα λόγια και να αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Αυτό είναι για μένα το περίγραμμα του σήμερα, αυτές είναι οι βασικές προτεραιότητες σε πολιτικό επίπεδο.
Επιτρέψτε μου να κλείσω την ομιλία μου με δυο λόγια για την επόμενη μέρα.
Για όσους δεν με γνωρίζετε, είμαι ένας άνθρωπος που ασχολείται με την επιχειρηματικότητα εδώ και σχεδόν 40 χρόνια. Υπάρχει ένα ελληνικό τραγούδι το οποίο λέει «Όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν».
Η παγκοσμιοποίηση, έχει όντως αλλάξει τα πάντα. Παράγουμε με διαφορετικό τρόπο, στέλνουμε τα εμπορεύματά μας σε όλο τον κόσμο πολύ γρήγορα και πολύ φθηνά, καταναλώνουμε μέσω internet, οργανώνουμε τη ζωή και τις επιχειρήσεις μας σε ψηφιακά cloud. Ακόμα, όμως, και σε αυτό το εντελώς νέο και μεταβαλλόμενο περιβάλλον, υπάρχει μια σταθερά την οποία δεν μπορεί να την αλλάξει κανείς και τίποτα.
Την εμπιστοσύνη.
Οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν οικονομικά, μόνο όταν οικοδομηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης. Αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, ακόμα και η φαινομενικά πιο συμφέρουσα επένδυση μπορεί να αποτύχει. Άρα τώρα που βρισκόμαστε στην αρχή ενός επενδυτικού κύματος από την Κίνα προς την Ελλάδα, είναι κρίσιμο η σχέση αυτή να οικοδομηθεί σε γερές βάσεις ώστε να έχει διάρκεια.
Αν καταφέρουμε να έχουμε διάρκεια στο χρόνο, τότε είναι σίγουρο ότι θα πετύχουμε.
Υπό αυτή την έννοια, η δουλειά που κάνει το Ινστιτούτο Κομφούκιος και το Ελληνο-Κινεζικό Οικονομικό Συμβούλιο είναι εξαιρετικά σημαντική και εμείς από την πλευρά μας, ως πολιτική ηγεσία, οφείλουμε να την υποστηρίξουμε.