Από τη Θεσσαλονίκη των υψηλών προσδοκιών, στη Θεσσαλονίκη των χαμηλών αποτελεσμάτων

Τον παραπάνω τίτλο είχα χρησιμοποιήσει ως φράση, πριν από δυο χρόνια, σε τοποθέτησή μου στη Βουλή κατά τη διάρκεια συζήτησης για τον Στρατηγικό Σχεδιασμό Ανάπτυξης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (2015-2019). Μετά την ολοκλήρωση του αναπτυξιακού συνεδρίου, εκτιμώ ότι κάλλιστα αυτός ο τίτλος θα μπορούσε να είναι και το συμπέρασμα – σύνοψη αυτού του 3ημερου. Με μελανό σημείο βέβαια, το γεγονός ότι ένα συνέδριο είχε μεγαλύτερη αστυνομική παρουσία, παρά παρουσία πολιτών. Είναι ενδεικτική η ανακοίνωση που έβγαλαν συνδικαλιστές αστυνομικοί της Θεσσαλονίκης για τα υπερβολικά μέτρα φύλαξης.

Αλλά ας πάμε στην ουσία. Πέρα από τους συμβολισμούς και τις φιέστες προεκλογικού τύπου. Καλή είναι η αποκεντρωμένη διαβούλευση και συμμετοχή στην λήψη των αποφάσεων, αλλά αυτό έχει αντίκρισμα όταν ο πολίτης βλέπει χειροπιαστά ότι η καθημερινή του ζωή αλλάζει προς το καλύτερο με κάποιο έργο ή με κάποια πολιτική που ασκείται. Δυστυχώς η κυβέρνηση, χρησιμοποιεί αυτά τα συνέδρια ως άλλοθι για το αριστερό της προφίλ. Πέρα από τις διαπιστώσεις των υπουργών για τα προβλήματα της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, οι φορείς και οι αυτοδιοικητικοί παράγοντες κατέθεσαν τους προβληματισμούς και τις προτάσεις τους ελπίζοντας να εισακουστούν, αλλά οι αγκυλώσεις παραμένουν.

Το ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης και κεντρικού κράτους, που θα έλυνε αβεβαιότητες και καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων, παραμένει ζητούμενο.
Κρίσιμες υποδομές της πόλης όπως το αεροδρόμιο, το λιμάνι, τα μέσα μαζικής μεταφοράς, η σιδηροδρομική διασύνδεση και η ΕΥΑΘ ψάχνουν ακόμα τον ρόλο τους με τα αποτελέσματα της υποβάθμισής τους να τα βρίσκουμε μπροστά μας καθημερινά, όπως π.χ. με τη διακοπή της υδροδότησης τις τελευταίες μέρες και την απόλυση 90 εργαζομένων.
Η ΔΕΘ που θα έπρεπε να μετεγκατασταθεί και να εκσυγχρονιστεί ως θεσμός στερεί από το κέντρο της πόλης νέους ζωτικούς χώρους.
Οι βιομηχανικές περιοχές χρειάζονται μια άλλη προσέγγιση. Πρέπει να υποστηριχθεί μια «νέα» επιχειρηματικότητα μέσω της δημιουργίας ειδικών αναπτυξιακών Ταμείων, τομεακού/κλαδικού χαρακτήρα που θα συν-επενδύουν και ιδιωτικά κεφάλαια.
Η Θεσσαλονίκη δεν πρέπει να δίνει την αίσθηση του φτωχού συγγενή ή να οραματίζεται με μικρομεγαλισμούς. Η εικόνα αποεπένδυσης στην περιοχή μας άλλωστε είχε έλθει πολύ πριν τα μνημόνια και αναζητούσαμε Σωτήρες κάθε είδους.

Και μετά τα αναπτυξιακά συνέδρια και τα μνημόνια, τι; Ο υπουργός Οικονομικών υπόσχεται ότι μέσα στις επόμενες 80 ημέρες όχι μόνο θα κάνει τον…γύρο του κόσμου, αλλά θα κλείσει την 4η αξιολόγηση, θα ολοκληρώσει τη συμφωνία για το χρέος και θα έχει έτοιμο αναπτυξιακό σχέδιο, χωρίς παρατάσεις και με «καθαρή» έξοδο. Φοβάμαι ότι πάλι θα επιβεβαιωθώ σχετικά με τις υψηλές προσδοκίες και τα χαμηλά αποτελέσματα. Αυτή τη φορά όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη αλλά για ολόκληρη τη χώρα. Αλήθεια, με ποια εχέγγυα η κυβέρνηση θα οδηγήσει την οικονομία σε ανάπτυξη;
Με πόρους του ΕΣΠΑ «παρκαρισμένους» ώστε να τρέξουν τα προγράμματα προεκλογικά;
Με το φιάσκο του Εξοικονομώ κατ’ οίκον;
Με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό των επιχειρήσεων να καρκινοβατεί;
Με τον ρυθμό ανάπτυξης για το 2017 στο 1,4% από δυάρι που μας έλεγε ο κ. Τσίπρας, ότι θα έχει μπροστά; Στο συνέδριο αρκέστηκε να μας πει ότι το 2018 θα είναι σίγουρα καλύτερο από το 2017.
Μπαίνοντας στην κρίσιμη τελευταία στροφή πριν την ολοκλήρωση του 3ουΜνημονίου η ευθύνη όλων των πολιτικών δυνάμεων είναι μεγάλη. Η βασικότερη κακοδαιμονία μας όλα αυτά τα χρόνια ήταν η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να συνεννοηθεί. Με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ να φέρουν βαριές ευθύνες για αυτό.
Βασική θέση του Κινήματος Αλλαγής είναι ότι η έξοδος από τα μνημόνια δεν μας οδηγεί αυτομάτως σε ασφαλή και οριστική έξοδο από την κρίση. Έχουμε ανάγκη από ένα Εθνικό Σχέδιο, το οποίο είναι κάτι ευρύτερο από την παραγωγική ανασυγκρότηση. Σε αυτή την ανάγκη απαντάμε με το πρόγραμμα ΕΛΛΑΔΑ με στόχο να δώσουμε αξιόπιστες λύσεις. Εκεί θα κριθούμε.

ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ THESSNEWS 31.03.2018