Αποφασίζομεν και διατάσσομεν από τους τραπεζίτες
Υπήρχε και πριν. Αλλά δεν δίναμε την απαραίτητη προσοχή γιατί παλιά ζούσαμε τις εποχές των «παχιών αγελάδων». Η ζωή βελτιωνόταν χρόνο με το χρόνο, οι τράπεζες μοίραζαν δάνεια και οι καταναλωτές τα έπαιρναν για έβλεπαν ότι κάθε χρόνο ο μισθός αυξάνεται. Βέβαια, ούτε οι τραπεζίτες, ούτε οι πολιτικοί, ούτε οι πρωθυπουργοί, ούτε οι υπουργοί Οικονομικών, ούτε οι βουλευτές μας, μας έλεγαν ότι έρχεται η οικονομική κρίση. Παρά το ότι την έβλεπαν ξεκάθαρα να έρχεται. Μας άφησαν να πιστεύουμε ότι όλα πάνε καλά. Δεν μας ενημέρωσαν. Δεν μας προειδοποίησαν, όπως όφειλαν. Γι αυτό άλλωστε εκλέχτηκαν. Για να προστατεύουν τον λαό που τους εξέλεξε. Και όχι για να κερδίσουν όσα περισσότερα μπορούν μέσα σε μια τετραετία και να τα βγάλουν στο εξωτερικό.
Και τώρα έρχονται οι τράπεζες, με τις πολλές παρανομίες στην υπογραφή δανείων, και ζητάνε επί πίνακι το κεφάλι των αδύναμων οικονομικά δανειοληπτών. Τα σπίτια, τα οικόπεδα, τα χωράφια, τις επιχειρήσεις, ό,τι έχουν και δεν έχουν. Γιατί πια δεν μπορούν να πληρώσουν οι άνεργοι, οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες δανειολήπτες! Οι οποίοι, μεταξύ άλλων, παρά την ανέχειά τους, πλήρωσαν τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών και εξακολουθούν να πληρώνουν δεκάδες νέους έμμεσους και άμεσους φόρους. Αλλά πώς γίνεται και πάλι είναι αυτοί που φταίνε και πρέπει να πληρώσουν και ποτέ δεν φταίνε οι τραπεζίτες;
Είναι πολλοί απλό. Γιατί οι τραπεζίτες αποφασίζουν και διατάσσουν. Και οι κυβερνήσεις, πειθήνια, εκτελούν.
Τώρα, μετά από τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, έφτασε και πάλι ο κόμπος στο χτένι. Άγνωστο τι απέγιναν και πού πήγαν όλα αυτά τα εκατομμύρια που αρπάχτηκαν από τις οικονομίες των φορολογούμενων για να σωθούν ανεπιτυχώς οι τράπεζες. Κανείς δεν ρωτάει, κανείς δε ζητάει λογαριασμό.
Και τώρα φταίει ο νόμος Κατσέλη και η προστασία της πρώτης κατοικίας. Και οι τραπεζίτες θέλουν την κατάργησή του. Αποφασίζουν και διατάσσουν λοιπόν. Και η κυβέρνηση, απλά, δουλικά, υπηρετεί. Και δίνει υπερεξουσίες στους τραπεζίτες για να ξεπεράσουν και το τελευταίο αμυντικό ανάχωμα που είχε απομείνει στους χιλιάδες δανειολήπτες για να μην καταλήξουν στο δρόμο μαζί με τις οικογένειές τους.
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα θεωρείται πρωταθλήτρια στην Ευρώπη σε ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων – που ανέρχονται περίπου στο 50%, υπερβαίνουν το ποσό των 100 δισ. ευρώ προκαλώντας διεθνές ενδιαφέρον και αποτελούν πρόβλημα προς επίλυση και ύψιστη προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Ελλάδος. Ωστόσο, λένε οι τραπεζίτες, υπάρχουν διαχρονικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν (αργός ρυθμός απονομής δικαιοσύνης, αναποτελεσματικές διαδικασίες, π.χ. πτώχευση, επιφυλακτικότητα για τις λύσεις αγοράς και μεροληψία υπέρ των οφειλετών καθώς και έλλειψη εξειδίκευσης δικαστών, δικηγόρων και επαγγελματιών αφερεγγυότητας), αλλά και νέα προβλήματα, όπως οι νόμοι για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων. Έχουν γίνει σημαντικά βήματα, λένε οι τραπεζίτες, αλλά έχουμε και οπισθοδρομήσεις. Και ζητούν, ολοκληρωμένο σχεδιασμό, αντίληψη αγοράς, έμφαση στα ουσιαστικά και όχι στα δικονομικά δικαιώματα και συντονισμένη προσπάθεια.
Και τα στελέχη των τραπεζών έδωσαν “σήμα” για αλλαγές στον νόμο Κατσέλη, σε Forum της ΕΕΔΕ. Και, ω του θαύματος, εγένετο νέα στρατηγική για τα κόκκινα δάνεια.
Όπως ανακοινώθηκε στο 9ο Forum Διαχείρισης Κινδύνων και Κανονιστικής Συμμόρφωσης που διοργάνωσε το Ελληνικό Ινστιτούτο Πληροφορικής και Επικοινωνιών, οι στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν για τα έτη 2018-2019 προϋποθέτουν σημαντική επιπλέον έμφαση σε στρατηγικές πωλήσεων χαρτοφυλακίων. Αύξηση του όγκου εργασιών σε επίπεδο ρευστοποιήσεων, ανακτήσεων χρέους, δικαστικών υποθέσεων, κατασχέσεων και αλλαγές στο Νομικό και Δικαστικό πλαίσιο με άμεση επίπτωση στο λειτουργικό επίπεδο. Αυτά υπό τον περιορισμό των ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων για την υλοποίηση των απαιτούμενων λειτουργικών παρεμβάσεων, την απαίτηση για περαιτέρω εξορθολογισμό του λειτουργικού κόστους, αλλά και τη σημαντική έλλειψη εξειδικευμένου ανθρωπίνου δυναμικού. Χρειάζεται, είπαν, η ενίσχυση των υποδομών με κύριο στόχο την πλήρη αυτοματοποίηση μέρους των εργασιών και η αξιοποίηση και ανάλυση των δεδομένων, που αποτελούν την βάση για την σωστή εφαρμογή του επιχειρησιακού σχεδίου.
Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματέα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), καθηγήτρια Χαρούλα Απαλαγάκη, όσον αφορά στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, όλες οι νομοθετικές ρυθμίσεις από το 2008 μέχρι και σήμερα, δημιούργησαν τους στρατηγικούς κακοπληρωτές απαγορεύοντας ή καθιστώντας εξαιρετικά δυσχερή την ανάκτηση των δανείων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Τα έτη 2014-2017 είναι έτη έντονης νομοθετικής κινητικότητας, είπε η κ. Απαλαγάκη, καθώς ο κώδικας δεοντολογίας προσπαθεί να δημιουργήσει συνθήκες συναίνεσης και εξεύρεσης συμβιβαστικών λύσεων. Ο ν. 4307/2014 εισάγει τη διάκριση μικρές/μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά παρόλα αυτά λειτουργεί περιορισμένα στην πράξη. Ο ν. 4354/2015 δημιουργεί θέτει τις προϋποθέσεις για πώληση και διαχείριση δανείων. Ο ν. 4469/2017 κάνει τη μεγάλη τομή και δίνει έμφαση σε καθολικές λύσεις. Ο ν. 4472/2017 εκσυγχρονίζει το πλαίσιο των αναγκαστικών μέτρων. Το πλαίσιο είναι σύνθετο, τόνισε η ΓΓ της ΕΕΤ. Οι επιρροές δεν είναι μόνο κανονιστικές. Η νομοθεσία πρέπει να γίνει απλούστερη και οι μηχανισμοί αποτελεσματικοί. Ο οφειλέτης θα πρέπει να είναι ικανοποιημένος κυρίως διότι εξυπηρετεί τις οφειλές του και όχι επειδή τις αποφεύγει. Το πιστωτικό ίδρυμα είναι εκείνο που πρέπει να κάνει την σύνθεση και να ισορροπήσει στα περισσότερα μηνύματα που δέχεται.
Το πλαίσιο μπορεί να βελτιώνεται, επισήμανε η κ. Απαλαγάκη, αλλά οι εξωγενείς παράγοντες που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και κυρίως οι αργές δικαστικές διαδικασίες, που ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι σήμερα στη δεύτερη χειρότερη θέση στην Ευρώπη (στην πρώτη είναι η Σλοβακία), κάνουν τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ένα δύσκολο έργο. Ωστόσο, προσπαθούμε με μια σειρά πρωτοβουλιών σε κεντρικό επίπεδο να ξεπεράσουμε τα εμπόδια.
Όπως είπε χαρακτηριστικά η γενική γραμματέας της ΕΕΤ, το πρόβλημα στη χώρα τα τελευταία χρόνια είναι ότι η μη εξυπηρέτηση μιας δανειακής σύμβασης, που είναι μια ιδιωτική υπόθεση μεταξύ δανειοδοτούμενου και τράπεζας, μεταβλήθηκε σε κοινωνικό πρόβλημα. Επισήμανε πάντως ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διαθέτει πλέον γνώση και εμπειρία και μπορεί να πετύχει τους στόχους του και να κάνει μια δυναμική επανεκκίνηση.
Επανέρχεται λοιπόν δυναμικά το τραπεζικό σύστημα. Με γνώση, αλλά όχι και με συμμόρφωση. Αλλά με το θράσος και την αλαζονεία της εξουσίας. Για να κυνηγήσει αυτούς που όλοι – πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καναλάρχες – δείχνουν με το δάχτυλο, σαν άλλοι καταδότες αλλά χωρίς κουκούλα. Τους αδύναμους δανειολήπτες. Κι επανέρχεται εκείνο το παλιό ερώτημα, αλλά με ρητορική διάσταση αυτή τη φορά. «Μα καλά, ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο;». Ποιος άλλος; Οι τραπεζίτες.