Όταν κυβερνούν οι τραπεζίτες

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

Νόμοι που προστατεύουν τους 10 εκατ. Έλληνες καταναλωτές δεν εφαρμόζονται, αλλά εφαρμόζονται διάφορες αποφάσεις που προστατεύουν τους 5-6 Έλληνες τραπεζίτες. Γι αυτό και αρχικά στη χώρα μας μπήκαν κάποιοι τραπεζίτες όπως ο Γ.Στουρνάρας – ο οποίος διορίστηκε υπουργός Οικονομικών – και ο Λουκάς Παπαδήμος που διορίστηκε πρωθυπουργός της κυβέρνησης συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – ΝΔ – ΛΑΟΣ. Αυτό ήταν η αρχή. Τώρα οι τραπεζίτες κυβερνούν τη χώρα από τις θέσεις τους στο τραπεζικό σύστημα. Όπως ο Γ.Στουρνάρας, ο οποίος καθορίζει τη κυβερνητική πολιτική από τη θέση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Με τις εντολές βεβαίως των ευρωπαίων τραπεζιτών και κυρίως με του Μάριο Ντράγκι, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Σε παγκόσμιο επίπεδο γίνεται προσπάθεια να ταυτιστούν οι τράπεζες με την οικονομία και οι τραπεζίτες με αυτούς που ορίζουν την πολιτική και την οικονομία. Κατά καιρούς πολιτικοί αποδέχονται να τους παραχωρούν αυτόν το ρόλο, φροντίζοντας όχι για την οικονομία αλλά για το μέλλον τους. Ο Μάριο Μόντι, Ιταλός πρωθυπουργός, και ο Ρομάνο Πρόντι, πρόεδρος της Κομισιόν, είναι μόνο δύο από τους πολλούς που μεταπηδούν από τις τράπεζες στην πολιτική και αντίστροφα. Στα καθ’ ημάς, όπως αναφέραμε νωρίτερα, ο Λουκάς Παπαδήμος και ο Γιάννης Στουρνάρας είναι αντίστοιχα λαμπρά παραδείγματα.

Η κρίση απέδειξε ότι χρειάστηκε η συμμετοχή των φιλικών προς τις τράπεζες πολιτικών προκειμένου το ιδιωτικό χρέος των τραπεζών να γίνει δημόσιο χρέος, το οποίο πλήρωσαν οι πολίτες. Χρειάστηκε επίσης η συμμετοχή των πολιτικών για να δημιουργηθούν όλα τα άλλοθι της κλεπτοκρατίας. Το σχήμα «οι τράπεζες είναι η οικονομία, άρα το χτύπημα όσων έκλεψαν οδηγεί σε κατάρρευση τις τράπεζες και άρα την οικονομία» είναι το πολιτικό εύρημα που εντοπίζει κανείς σε όλες τις γωνιές του πλανήτη και φυσικά εκεί όπου οι τράπεζες έκαναν αίσχη, όπως στην Ελλάδα.

«Το κακό τού να κάνεις παρέα με τραπεζίτες», λέει ένας μετρ του οικονομικού ρεπορτάζ στο εξωτερικό, «είναι ότι αποκτάς σιγά σιγά τη λογική τους».

Είναι ίσως αυτή η ώσμωση, και όχι μόνο τα payrolls των πολιτικών στα μαύρα βιβλία των τραπεζών, που δημιουργεί αντιλήψεις ανοχής ή ακόμη και συμπόρευσης γι’ αυτούς που ροκάνισαν το δημόσιο χρήμα. Σημασία όμως δεν έχουν οι προθέσεις ή οι δικαιολογίες.

Το νέο εύρημα που επιχειρεί να αμνηστεύσει τις τράπεζες και τους τραπεζίτες είναι αυτό που μιλά για «κίνδυνο ποινικοποίησης των πιστωτικών πράξεων». Ότι δηλαδή οι τραπεζίτες θα αρνούνται να κάνουν πιστωτικές πράξεις εάν φοβούνται τη δίωξη και την τιμωρία τους. Κανένας δεν ενοχοποιεί τις πιστωτικές πράξεις. Αλλά υπάρχουν πιστωτικές πράξεις που είναι ένοχες, όπως και ιατρικές ή δικαστικές πράξεις που είναι ένοχες. Αυτές λοιπόν δεν μπορούν να αμνηστεύονται προκαταβολικά, όπως δεν μπορούν να αμνηστεύονται προκαταβολικά επιβλαβείς ιατρικές πράξεις. Για να καταλήξουμε στην προσπάθεια αποκλεισμού του ποινικού ελέγχου των τραπεζών, απαγορεύοντας να γίνονται ποινικές έρευνες χωρίς την άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος ή του υπουργού Δικαιοσύνης. Πρόκειται για μια πρωτοφανή εκχώρηση αρμοδιοτήτων της δικαστικής εξουσίας σε τρίτους, με το πρόσχημα της απαίτησης των θεσμών. Δεν είναι δυνατόν, υπουργοί οι οποίοι έμαθαν να σκέφτονται σαν τραπεζίτες ή υπουργοί που σκέφτονται για τους τραπεζίτες να βάζουν υπό διαπραγμάτευση το σύνταγμα, τη διάκριση των εξουσιών και την αξιοπιστία της κυβέρνησης. Καλά θα κάνουν λοιπόν οι πολιτικοί να μην γίνονται τα πίσω δόντια, οι τραπεζίτες που μηρυκάζουν. Το σοβαρότερο πρόβλημα Δικαιοσύνης στη χώρα δεν είναι η πιθανότητα να κληθεί για απολογία ένας τραπεζίτης, αλλά να μην αποδοθεί δικαιοσύνη.

Βλέπουμε λοιπόν τη συντονισμένη προσπάθεια για να ξεφύγουν οι τραπεζίτες από τους εισαγγελείς και την απόδοση ποινικών ευθυνών καταβάλλουν, προωθώντας καλυμμένες νομικές ρυθμίσεις που θα αντικαθιστούν πρακτικά τους εισαγγελείς με την Τράπεζα της Ελλάδος και φυσικά τον διοικητή της. Ήδη, όπως διαβάζουμε, στην ΤτΕ και στα γραφεία της Ένωσης Τραπεζών κυκλοφορεί κείμενο το οποίο γίνεται απόπειρα να προωθηθεί ως άρθρο στο νομικό πλαίσιο που θα προβλέπει τον ρόλο και την ευθύνη των τραπεζικών στελεχών στη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων.

Με το πρόσχημα πως όσοι ρυθμίσουν τα «κόκκινα» δάνεια θα πρέπει να έχουν κάποια μορφή ασυλίας ώστε να μη βρίσκονται υπό τη συνεχή απειλή δίωξης, οι τραπεζίτες μετατρέπουν τον Γιάννη Στουρνάρα και τους τεχνοκράτες του σε ένα είδος τραπεζικού Ερντογάν. Καμιά δίωξη εναντίον τραπεζιτών δεν θα μπορεί να γίνει αν δεν συναινεί η ΤτΕ, ενώ (ακόμη χειρότερο) οι μηνύσεις πολιτών και οι αναφορές θα «αρχειοθετούνται» όχι από τους εισαγγελείς αλλά από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Το προκλητικό στην υπόθεση δεν είναι μόνο ότι με τον τρόπο αυτό δημιουργείται το ακαταδίωκτο για τους τραπεζίτες, αλλά και πως έτσι εκχωρούνται αρμοδιότητες της δικαστικής εξουσίας, διακριτής δηλαδή εξουσίας που πηγάζει από το σύνταγμα, στον Στουρνάρα και στους ανθρώπους του. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, μιας ιδιωτικής εταιρείας στην ουσία, ο οποίος δεν ελέγχεται θεσμικά από τον λαό ούτε τοποθετείται από αυτόν, υπερκαλύπτει το σύνταγμα και αποκτά εξουσίες που το αναιρούν.

Το κείμενο της προωθούμενης ρύθμισης έχει αποσταλεί στα γραφεία των τραπεζικών στελεχών και αναζητούνται ευήκοα πολιτικά ώτα για να το υιοθετήσουν ως πρωτοβουλία επίλυσης των βαλτωμένων τραπεζικών θεμάτων.

Το επίμαχο άρθρο αποτελείται από οκτώ παραγράφους. Σε μία παράγραφο αναφέρει με σαφήνεια ότι «ποινική δίωξη ασκείται μόνο κατόπιν αίτησης της Τράπεζας της Ελλάδος, ύστερα από απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ» και συνεχίζει στην επόμενη παράγραφο: «Μήνυση ή αναφορά για αξιόποινη πράξη η οποία υποβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο στον εισαγγελέα και δεν συνοδεύεται από αίτηση (σ.σ. από έγκριση δηλαδή από την Τράπεζα της Ελλάδος) τίθεται αμέσως στο αρχείο από τον εισαγγελέα. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί να διαβιβάζει στην Αρχή που είναι αρμόδια να υποβάλλει την αίτηση αντίγραφο της μήνυσης ή αναφοράς καθώς και αντίγραφα των σχετικών υποβληθέντων στοιχείων, ως γνωστοποίηση πληροφοριών».

Στην παράγραφο του προτεινόμενου άρθρου υπάρχει ακόμη μία πονηρή διατύπωση. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται το άρθρο αυτό να προβλέπει ότι «οι διατάξεις δεν αναιρούν την ποινική ή αστική ευθύνη για δάνεια που χορηγήθηκαν χωρίς να ληφθούν οι αναγκαίες εξασφαλίσεις». Δηλαδή φαίνεται ότι η παράγραφος αφήνει παράθυρο για ποινικές διώξεις αφού προβλέπει ποινικές και αστικές ευθύνες. Στην πραγματικότητα πρόκειται για διατύπωση πλάγιας αμνηστίας για όλα τα τραπεζικά σκάνδαλα.

Να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με το πόρισμα του αναπληρωτή εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος Γαληνού Μπρή, ο Μιχ. Σάλλας χρησιμοποιούσε την τράπεζα της οποίας ήταν πρόεδρος για να κάνει παιχνίδι με αγοραπωλησίες ακινήτων και αγορές μετοχών μέσω εταιρειών που ανήκαν στην οικογένειά του ζημιώνοντας την Πειραιώς κατά πολλά εκατομμύρια ευρώ. Στην υπόθεση φέρεται να εμπλέκονται και παρένθετα πρόσωπα που εμφανίζονταν να αγοράζουν κοψοχρονιά τα επίμαχα ακίνητα από τις εταιρείες συμφερόντων της οικογένειας Σάλλα και μέσα σε ελάχιστο χρόνο να τα πουλάνε στην τράπεζα σε τιμή πολύ μεγαλύτερη από την πραγματική τους αξία.