Φάρμακα με δόσεις -ακόμη και των 3 ή 5 ευρώ- αγοράζουν οι Θεσσαλονικείς

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

ΦΩΤΟ: ΑΡΧΕΙΟΥ

Φάρμακα με δόσεις -ακόμη και των 3 ή 5 ευρώ- αγοράζουν οι Θεσσαλονικείς εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Οι φαρμακοποιοί προσπαθούν να διευκολύνουν όσους αδυνατούν να πληρώσουν άμεσα όλο το ποσό κάνοντας δόσεις ή σε κάποιες περιπτώσεις ζητώντας τους να δώσουν ό,τι μπορούν, προκειμένου να μην εξαφανιστούν.

Την ίδια στιγμή σε κάθε φαρμακείο της πόλης αντιστοιχούν τουλάχιστον 50-100 πολίτες που ζητούν να πάρουν τα φάρμακά τους βερεσέ, ενώ τα ποσά που γράφονται στα τεφτέρια κυμαίνονται από 10 έως και 400 ευρώ. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις τα χρωστούμενα μπορεί να φτάνουν και το τρίμηνο ή το εξάμηνο, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που χρωστούν έως και τρία χρόνια.

Παρ’ όλη τη δραματική κατάσταση που βιώνουν οι πολίτες, η πολιτεία συνεχίζει να τους βάζει να καλύπτουν από την τσέπη τους το μεγαλύτερο ή και όλο το ποσό των φαρμάκων που χρειάζονται. Χαρακτηριστικό είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση ανέβασε το ποσοστό συμμετοχής των ασφαλισμένων στα φάρμακα κατά μέσο όρο στο 35%, όταν το 2010 ήταν στο 11%.

«Η οικονομική στενότητα της κοινωνίας φαίνεται στην καθημερινή επίσκεψη του κόσμου στα φαρμακεία. Συνταξιούχοι, άνεργοι και υποαπασχολούμενοι αγοράζουν φάρμακα με πίστωση και περιμένουν τις τελευταίες ημέρες κάθε μήνα ή τις πρώτες δύο του επόμενου για να εξοφλήσουν τα χρωστούμενα. Κι αυτό αν φτάνει η σύνταξη ή ο μισθός ή το επίδομα ανεργίας. ‘Πήραμε τη σύνταξη. Τι να πρωτοπληρώσουμε;’, λένε οι περισσότεροι. Αν μάλιστα πέσουν σε μήνα κατά τον οποίο έχουν έρθει λογαριασμοί ρεύματος, τηλεφώνου και νερού, τότε πληρώνουν κατά προτεραιότητα αυτούς και ό,τι απομένει το δίνουν για τα φάρμακα» τονίζει ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Κυριάκος Θεοδοσιάδης.

Ο ίδιος επισημαίνει ότι «για τη διευκόλυνση όσων δεν έχουν να πληρώσουν άμεσα όλο το ποσό κάνουμε και δόσεις των 50 ή 100 ευρώ, ενώ συχνά ζητάμε να δώσουν ό,τι μπορούν, έστω και 3 ή 5 ευρώ, προκειμένου να μην ξεκόψουν και εξαφανιστούν. Διότι κάποιοι χάνονται ή εξαφανίζονται ακόμη και από ντροπή που δεν έχουν να πληρώσουν. Στη συνέχεια αναζητούν άλλο φαρμακείο για να πάρουν τα φάρμακά τους, ανοίγοντας νέο κύκλο χρεών. Πάντως είναι γεγονός ότι, όταν το χρέος ξεπεράσει τα 200 ευρώ, ο οφειλέτης δεν ανταποκρίνεται. Κάποιοι πληρώνουν με πιστωτική κάρτα, αλλά κι αυτό δεν αποτελεί λύση, διότι απλώς μεταφέρουν το πρόβλημα, καθώς, αντί να χρωστούν στο φαρμακοποιό, χρωστούν στην τράπεζα».

Σύμφωνα με τον ίδιο, βραχνά για τους πολίτες αποτελεί και η υψηλή ή καθολική συμμετοχή που καλούνται να πληρώσουν για τα φάρμακά τους. Για παράδειγμα για καρδιοτονωτικό αξίας 1,42 ευρώ ο ασφαλισμένος πληρώνει 1,32 ευρώ και ο ΕΟΠΥΥ μόλις… 0,06 ευρώ. Επίσης για το γνωστό lexotanil ο ασφαλισμένος πληρώνει όλο το ποσό των 1,88 ευρώ. Κι αν τα ποσά αυτά θεωρούνται από κάποιους χαμηλά, αρκεί να προσθέσει κάποιος τα χρήματα για την επίσκεψη στο γιατρό και το 1 ευρώ ανά συνταγή.

«Η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να συρρικνώσει τη δαπάνη για τη φαρμακευτική περίθαλψη, όχι μόνο δεν κατήργησε το 1 ευρώ ανά συνταγή που είχε καθιερωθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και το οποίο είχε καταγγείλει κατά κόρον, αλλά με τη μέθοδο της τιμής αναφοράς, η οποία μεταβάλλεται συνεχώς, ανέβασε το ποσοστό συμμετοχής των ασφαλισμένων κατά μέσο όρο στο 35%, ενώ το 2010 ήταν στο 11%», επισημαίνει ο κ. Θεοδοσιάδης και προσθέτει: «Συνεπώς πολλοί ασθενείς είτε δεν πηγαίνουν καθόλου στο γιατρό, γιατί στο τέλος με την πληρωμή του γιατρού και με το ποσοστό συμμετοχής στο φάρμακο πληρώνουν περισσότερα απ’ ό,τι αν απλώς πλήρωναν το φάρμακο απευθείας από την τσέπη τους, είτε αν πάνε, επιβαρύνονται ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα να μειώνεται περαιτέρω το ήδη χαμηλό εισόδημά τους. Και μιλάμε κυρίως για συνταξιούχους και ανθρώπους μεγάλης ηλικίας με χαμηλό εισόδημα που έχουν ανάγκη τα φάρμακα αυτά».