Όλα για τις τράπεζες και στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Οι Ευρωπαίοι πολίτες το έχουν καταλάβει ήδη. Οι ηγεσίες δεν κάνουν άλλωστε καμιά προσπάθεια να το κρύψουν. Ούτε οι ηγεσίες των χωρών, ούτε η ηγεσία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες. Οι ηγεσίες των χωρών – μελών της ΕΕ, αλλά και της ίδιας της ΕΕ, είναι δούλοι των τραπεζών. Δεν κυβερνούν οι πολιτικοί τις χώρες πλέον, αλλά οι τραπεζίτες και οι λεγόμενες «αγορές». Όλες οι πολιτικές αποφάσεις έχουν στόχο το πώς θα εξυπηρετήσουν καλύτερα τα συμφέροντα των τραπεζών. Γι αυτό άλλωστε και πολλοί λαοί αντιδρούν. Γι αυτό έγινε το Brexit, και
γι αυτό υπάρχει η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων. Γιατί οι λαοί βλέπουν ότι οι ξεπουλημένες ηγεσίες τους, αποφασίζουν και διατάσσουν με μόνο στόχο τη διάσωση των τραπεζών. Η πολιτική έχει τελειώσει προ πολλού. Τη διακυβέρνηση των χωρών την έχουν αναλάβει οι διεκπεραιωτές. Αυτοί που απλά εφαρμόζουν τη βούληση των τραπεζιτών και των αγορών. Και οι τράπεζες βρίσκονται πλέον σε κίνδυνο. Γι αυτό και το μόνο ενδιαφέρον των πολιτικών ηγεσιών των χωρών – μελών, αλλά και της ίδιας της ΕΕ, είναι η διάσωση των τραπεζών. Γι αυτό συνεδριάζουν αύριο στη Μάλτα οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ.. Γι αυτό στο επίκεντρο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ στη Μάλτα, είναι τα κόκκινα δάνεια. Επειδή οι τράπεζες της ΕΕ έχουν συγκεντρώσει μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 920 δισ. ευρώ». Ειδικότερα το συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ θα απασχολήσει το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων σε Ελλάδα, Ιταλία, Κύπρο και Πορτογαλία. Η συνάντηση των 27 υπουργών στη Μάλτα είναι άτυπη. Δεν αναμένονται αποφάσεις, αλλά διεξοδικές και εις βάθος συζητήσεις. Σε εσωτερικό έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών της Μάλτας, που βρίσκεται στη διάθεση της εφημερίδας, αναφέρεται ότι τα κόκκινα δάνεια αποτελούν ρίσκο για τις τράπεζες που τα έχουν στην κατοχή τους», αναφέρει η οικονομική εφημερίδα «Hudesblatt» και προσθέτει: «Το πρόβλημα δεν αφορά ωστόσο μόνο τέσσερεις χώρες, αλλά ολόκληρο τον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα, ο οποίος επηρεάζεται από αυτή την αρνητική κατάσταση».
Την εξήγηση τη δίνει ο Ferdinando Giugliano στο «Blomberg». Η Η Ευρώπη είναι εθισμένη στη διάσωση τραπεζών, λέει. Όπως ο μετανοημένος καπνιστής, έτσι και οι πολιτικοί της Ευρώπης έχουν υποσχεθεί να “κόψουν” τις διασώσεις των τραπεζών. Είναι μια συνήθεια που δυσκολεύονται να εγκαταλείψουν. Η ιταλική κυβέρνηση θέλει να σώσει τρεις τράπεζες που δίνουν μάχη υπό το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Τα διλήμματα, όπως πάντα, είναι περίπλοκα: η χρηματοπιστωτική σταθερότητα τώρα ενάντια στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αργότερα. Η θωράκιση των φορολογουμένων από το κόστος της διάσωσης ενάντια στην προστασία των μικρών επενδυτών από βαριές απώλειες. Ωστόσο, σωστή ισορροπία δεν μπορεί να σημαίνει ότι θα πρέπει κάθε φορά να διασώζεται κάθε προβληματική τράπεζα. Το Δεκέμβριο, η Monte dei Paschi di Siena, η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας από πλευράς περιουσιακών στοιχείων, έκανε αίτημα για να λάβει δημόσιο χρήμα -τη λεγόμενη προληπτική ανακεφαλαιοποίηση- και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζουν το αίτημά της. Δύο μικρότερες περιφερειακές τράπεζες, οι Veneto Banca και Banca Popolare di Vicenza, ακολούθησαν το παράδειγμά της, ως ένα πρώτο βήμα προς μια πιθανή συγχώνευση. Σημειώστε ότι η Ιταλία παίζει σύμφωνα με τους κανόνες. Η οδηγία της ΕΕ που αφορά τις πτωχεύσεις τραπεζών επιτρέπει στις κυβερνήσεις να εισφέρουν νέα κεφάλαια σε μια τράπεζα, αρκεί να κρίνεται φερέγγυα υπό κανονικές συνθήκες και η στήριξή της να είναι απαραίτητη για την πρόληψη κατά μιας ευρύτερης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής αναταραχής. Η προληπτική ανακεφαλαιοποίηση αναγκάζει τους ομολόγους μειωμένης εξασφάλισης να δεχτούν απώλειες, αλλά, σε αντίθεση με μία εκκαθάριση πλήρους κλίμακας, διασώζει τους επενδυτές που διακρατούν ομόλογα υψηλής εξασφάλισης.
Με άλλα λόγια, αυτή η διαδικασία επιτρέπει εξαιρέσεις από τους περιορισμούς που θέτει η ΕΕ στα bail-outs. Οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι προσεκτικές με αυτό το “παραθυράκι”. Ορισμένες κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να το εκμεταλλευτούν για να κρατήσουν εν ζωή τις “τράπεζες ζόμπι”. Αυτός ο πειρασμός είναι ιδιαίτερα έντονος στην Ιταλία, όπου πολλοί ιδιώτες επενδυτές βρέθηκαν να έχουν στα χέρια τους τραπεζικά ομόλογα στη βάση παραπλανητικής πληροφόρησης. Η κυβέρνηση επιθυμεί να διασώσει όσες περισσότερες μπορεί για να αποφύγει μια πολιτική αντίδραση. Η διάσωση όλων των τραπεζών θα ήταν τελικά πολύ δαπανηρή. Πέρα από την επίδραση στα κίνητρα των τραπεζών να διαχειρίζονται τον εαυτό τους με σύνεση, το χρηματοπιστωτικό σύστημα διέρχεται μια περίοδο βαρυσήμαντων αλλαγών, δεδομένου ότι οι τράπεζες καλούνται πλέον να ανταγωνιστούν τις επιδέξιες εταιρείες του fintech. Η τεχνολογική αλλαγή σημαίνει ότι ο αριθμός των κερδοφόρων τραπεζών στην Ευρώπη είναι πιθανό να συρρικνωθεί δραματικά. Η διάσωση μιας τράπεζας σήμερα δεν αποτελεί εγγύηση ότι δεν θα χρειαστεί και αύριο διάσωση.
Το να αμβλυνθούν οι δικαιολογημένες ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα την ώρα που υπάρχει ανάγκη να επιτραπούν περισσότερες τραπεζικές χρεοκοπίες θα είναι δύσκολο εγχείρημα. Η απάντηση βρίσκεται στην αυστηρότερη εφαρμογή των κανόνων. Οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι αυστηρές στο να εξασφαλίζουν ότι οι τράπεζες που λαμβάνουν κεφάλαια διάσωσης είναι βιώσιμες. Είναι αμφίβολο ότι η Banca Popolare di Vicenza και η Veneto Banca, που εμφανίζουν έλλειμμα κεφαλαίων, περνούν αυτό το τεστ -αν και οι ίδιες οι τράπεζες λένε ότι η ΕΚΤ τις θεωρεί ως επιλέξιμες για προληπτική ανακεφαλαιοποίηση. Σε γενικές γραμμές, οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικές όταν πρόκειται για μεγαλύτερες, διασυνδεδεμένες τράπεζες, και πιο χαλαρές όταν πρόκειται για μικρότερες. Στην περίπτωση της Ιταλίας, αυτό μπορεί να σημαίνει τη διάσωση της Monte dei Paschi di Siena, αφήνοντας τις υπόλοιπες να εκκαθαριστούν. Η κύρια αντίρρηση σε αυτή την προσέγγιση είναι ότι “εμφυτεύει” το πρόβλημα των “too big to fail”, οι οποίες ήταν εκτεθειμένες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Για το λόγο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να αναγκαστούν να επιταχύνουν τις εργασίες τους για την εκπόνηση σχεδίων ( “διαθήκες ζωής”) που θα επιτρέπουν στις ρυθμιστικές αρχές να τις εκκαθαρίζουν χωρίς σημαντικό αντίκτυπο για το υπόλοιπο του συστήματος. Οι δανειστές που δεν συμμορφώνονται θα πρέπει να αναγκαστούν σε συρρίκνωση. Μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, όμως, υπάρχει μια καλή περίπτωση για διαφορετική μεταχείριση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το να αφήσεις μια τράπεζα να καταρρεύσει, δεν σημαίνει νίπτεις τας χείρας σου –η κυβέρνηση θα πρέπει και πάλι να παρέμβει. Θα πρέπει να προστατεύονται οι εγγυημένες καταθέσεις. Στις περιπτώσεις που οι ιδιώτες επενδυτές παραπλανήθηκαν για να αγοράσουν τίτλους, όπως ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης, χωρίς να γνωρίζουν τους κινδύνους, η κυβέρνηση πρέπει να παρεμβαίνει και να τους αποζημιώνει. Οι τραπεζικοί υπάλληλοι που χάνουν τις δουλειές τους θα πρέπει να λαμβάνουν βοήθεια για να βρίσκουν νέα. Το κυριότερο είναι ότι οι κυβερνήσεις της Ευρώπης θα πρέπει να ετοιμαστούν να υποδεχτούν τις αλλαγές που συμβαίνουν στον τραπεζικό κλάδο, αντί να προβάλουν τυφλή αντίσταση. Η εναλλακτική λύση είναι να δουν δισεκατομμύρια ευρώ να γίνονται καπνός, επειδή απλά καθυστερούν το αναπόφευκτο.
Αυτό είναι λοιπόν το κυριότερο ζήτημα για τις ηγεσίες των χωρών της ΕΕ.. Η διάσωση των τραπεζών. Για την κατάρρευση της οποίας φταίνε οι τραπεζίτες. Αλλά το λογαριασμό τον πληρώνουν πάντα οι φορολογούμενοι.